Άκουσα πρώτη φορά για τον Prince το 1982 από (που αλλού;) την εκπομπή του Γιάννη Πετρίδη στο ραδιόφωνο. Είχε κυκλοφορήσει τότε το πέμπτο άλμπουμ του το περίφημο «1999». Είχα εντυπωσιαστεί από μια φράση του Πετρίδη που ήταν από τότε μεγάλος φαν του Prince. Είχε πει ότι «τηρουμένων των αναλογιών ο Prince είναι για την εποχή μας ότι ήταν ο Μότσαρτ για τη δική του εποχή», εννοώντας ότι ένας τόσο νέος σε ηλικία καλλιτέχνης παρήγαγε ακατάπαυστα τόση σπουδαία μουσική σε τόσο μικρό διάστημα. Έπειτα από τόσες δεκαετίες νομίζω ότι εκ του αποτελέσματος η εκτίμηση εκείνη (όσο βλάσφημη κι αν ακούγεται ενδεχομένως) δικαιώνεται απόλυτα. Ο Prince όχι μόνο μας χάρισε απίστευτη μουσική αλλά κυριολεκτικά άλλαξε γύρω του το μουσικό σύμπαν. Η επίδραση που έχει ασκήσει σε όλους ανεξαίρετα τους σημερινούς μουσικούς, ιδιαίτερα στο χώρο του R n’ B αλλά και στην ποπ, το ραπ, το ροκ. Αρκεί ν’ ακούσει κανείς σημερινούς δίσκους, όπως το εξαιρετικό «Black Messiah» του D’Angelo ή τους δίσκους του Bruno Mars, για να δει ολοφάνερα την επιρροή του ιδιοφυούς νάνου από τη Μινεάπολη.
Τι να πρωτοθυμηθώ από τον Prince (όλως ενδεικτικός κατάλογος) :
Τις εκπληκτικές ζωντανές του εμφανίσεις. Όπως άκουσα και το βρήκα πολύ πετυχημένο: ήταν μια μικροσκοπική φιγούρα, που πάνω στη σκηνή μεταμορφωνόταν σε ένα μεγαλόπρεπο γίγαντα, που έκανε ότι ήθελε κυριολεκτικά. Από τις αμέτρητες εκπληκτικές συναυλίες του έχει μείνει στην ιστορία εκείνη στο ημίχρονο του τελικού του Super Bowl του 2007, όταν παρά τις … ικεσίες των διοργανωτών περί του αντιθέτου ανέβηκε στη σκηνή υπό καταρρακτώδη βροχή και κεραυνούς να πέφτουν ολόγυρα και έδωσε τα ρέστα του αψηφώντας τα στοιχεία της φύσης.
Την «αυλή του». Γύρω του και από τα στούντιο Paisley Park, που ο ίδιος δημιούργησε στην συνήθως παγωμένη και θαμμένη κάτω από το χιόνι Μινεάπολη, ξεπήδησε μια στρατιά περισσότερο ή λιγότερο γνωστών μουσικών και συγκροτημάτων, που έγραψαν ιστορία στο χώρο της μαύρης μουσικής αλλά και πιο πέρα. Ο κατάλογος δεν έχει τέλος: Alexander O’Neal, Vanity, Sheila E., Jimmy Jam, Terry Lewis, Sheena Easton, Jill Jones, Eric Leeds, το σούπερ συγκρότημα των Time και η αδυναμία μου το μυστηριώδες τζαζ-φανκ συγκρότημα Madhouse, που ποτέ δεν αποκαλύφθηκε η ταυτότητά τους και τα κομμάτια των δίσκων τους είχαν για τίτλους απλά αριθμούς. Ακόμη κοντά στον Prince βρήκαν σε δύσκολες γι’ αυτούς εποχές καλλιτεχνική στέγη θρύλοι όπως ο μέγιστος George Clinton και η τρομερή Mavis Staples. Η ιστορία του Paisley Park Studio νομίζω ότι κάποια στιγμή στο μέλλον θα γυριστεί ταινία καθώς δεν έλειψαν εκεί μέσα οι μηχανορραφίες, οι βεντετισμοί και οι ίντριγκες.
Το απαράμιλλο γούστο του στις γυναίκες. Αν και ο ίδιος έδινε συχνά την αίσθηση του ανδρόγυνου, περιτριγυριζόταν από πανέμορφες γυναικείες παρουσίες, πολλές από τις οποίες ήταν και εξαιρετικές μουσικοί, όπως η πασίγνωστη σαξοφωνίστρια Candy Dulfer. Στις συναυλίες, στα εξώφυλλα των δίσκων, στα βιντεοκλιπ, στις ταινίες, οι κυρίες που εμφανίζονται είναι όλες ανεξαιρέτως «πέντε αστέρων».
Το εξωφρενικό γούστο του στα ρούχα. Όπως και ο David Bowie, είχε το μαγικό χάρισμα οτιδήποτε φορούσε πάνω του να ταιριάζει απόλυτα, ακόμη και αν ήταν αντικειμενικά απαράδεκτο. Από τους καλλιτέχνες που δημιούργησαν μόδα και στυλ προωθώντας τα στα άκρα με διάθεση πάντα ευφάνταστη, παιχνιδιάρικη και πολύχρωμη.
Την τάση του για σύμβολα, συντομογραφίες και υπονοούμενα. Υπάρχουν τραγούδια του που για να διαβάσεις τους στίχους πρέπει να αποκρυπτογραφήσεις τα διάφορα «ιερογλυφικά» δικής του εμπνεύσεως που παρεμβάλλονται ανάμεσα στις λέξεις.
Τους στίχους του. Είναι φυσικά απέραντο το πεδίο της στιχουργικής του και όχι όλο εξαιρετικής ποιότητας. Σε κάθε περίπτωση όμως τραγούδια με πολύ δυνατούς στίχους, τραγούδια με έντονη, απροκάλυπτη σεξουαλικότητα και ερωτισμό (Diamonds And Pearls), τραγούδια με βαρυσήμαντα πολιτικά και κοινωνικά μηνύματα (Sign O’The Times), αλλά και απλά πανέμορφα ποπ/σόουλ/φανκ κομψοτεχνήματα. Σε κάθε περίπτωση εδώ και πολλά χρόνια, όταν έχω κέφια και τραγουδάω (δυστυχώς αυτό συμβαίνει όλο και πιο αραιά) έτσι χωρίς να υπάρχει αφορμή πιάνω τον εαυτό μου ασυναίσθητα να ψιθυρίζει στίχους από το “Purple Rain”, το “Kiss”, το “Raspberry Beret”, το “When The Doves Cry”, το “Another Lover”, το “Little Red Corvette”, το “Controversy”, το “Under The Cherry Moon” το “Sign O’ The Times” …
Τα καπρίτσια του γύρω από το όνομά του. Με αφορμή τη διαμάχη του με την πρώτη του δισκογραφική εταιρεία (Warner), από τον εναγκαλισμό της οποίας ήθελε να απαλλαγεί (στο τέλος γύρισε ξανά σ’αυτή…) άρχισε μια ολόκληρη ιστορία για το όνομά του. Στην αρχή δήλωσε ότι θέλει επισήμως να τον λένε «Ο καλλιτέχνης που ήταν προηγουμένως γνωστός ως Prince» (μοιάζει λίγο με την ιστορία της FYROM μου φαίνεται). Μετά αντικατέστησε το όνομά του με ένα σύμβολο δικής του επινόησης κ.ο.κ. Φοβεροί βεντετισμοί που θα έμοιαζαν γελοίοι αν τους έκανε άλλος, στον Prince όμως πήγαιναν γάντι.
Τη μαγεία της μουσικής του. Έπαιζε 27 όργανα. Ήταν απίστευτος κιθαρίστας. Συνέθετε με χαρακτηριστική άνεση τραγούδια και μουσική σχεδόν όλων των ειδών. Μουσική παιχνιδιάρικη, ιντριγκαδόρικη, χορευτική, μελωδική, ερωτική, πειραματική, οτιδήποτε μπορεί κανείς να σκεφθεί. Πληθώρα τραγουδιών του έγιναν πασίγνωστα από άλλους καλλιτέχνες όπως το “I Feel For You” της Chaka Khan και το “Nothing Compares To You” της Sinead O’Connor.
O Prince λοιπόν την … έκανε. Όμως δεν έχουμε ξεμπερδέψει μαζί του. Τα όσα άφησε πίσω του θα καθορίζουν τη μουσική για τα επόμενα τουλάχιστον πενήντα χρόνια. Η μακριά σκιά του τρομερού αυτού κοντοπίθαρου θα εξακολουθήσει να μας «καταδυναστεύει» ευχάριστα.