Ο Μπάρι Μάνιλοου είναι η προσωποποίηση του αμφιλεγόμενου καλλιτέχνη. Εκατομμύρια τον έχουν λατρέψει και έχουν αγοράσει φανατικά τους δίσκους του τα προηγούμενα σχεδόν 50 χρόνια, ανεβάζοντάς τον στις θέσεις με τους πλέον εμπορικούς μουσικούς στην ιστορία. Από την άλλη, για εκατομμύρια άλλους μουσικόφιλους είναι η προσωποποίηση του ξενέρωτου, σιροπιαστού και γλυκανάλατου τραγουδιστή, που συγκινεί υπέργηρες αμερικάνες συνταξιούχους (στην καλύτερη περίπτωση). Όσοι τον αντιπαθούν έχουν κυκλοφορήσει πλήθος από ανέκδοτα, όπως αυτά με τον Τσακ Νόρρις, με τα οποία ο ίδιος διασκεδάζει (όπως και ο Τσακ με τα δικά του). Προσωπικά συντάσσομαι με τους θαυμαστές του, ότι κι αν λένε οι υπόλοιποι. Θεωρώ ότι είναι ένας μεγάλος μουσικός με γνήσιο ταλέντο, ένας σπουδαίος περφόρμερ και σίγουρα ένας από αυτούς που είτε μας αρέσει είτε όχι έγραψαν την ιστορία της ποπ μουσικής στο δεύτερο μισό του εικοστού αιώνα. Ακόμη και στα άγρια χρόνια του πανκ και του νιου γουέιβ, κάπου στην άκρη της δισκοθήκης μου υπήρχε σαν καλά κρυμμένο ένοχο μυστικό ή ακόμη καλύτερα σαν ένοχη απόλαυση το «Even Now» του Μπάρι Μάνιλοου (1978).
Ο Μάνιλοου εκείνη την εποχή έπιανε το ζενίθ της καριέρας του, το οποίο ουδέποτε ξεπέρασε. Και το έπιασε με αυτό τον καταπληκτικό δίσκο. Ένα έργο που είναι ποτισμένο με την ατμόσφαιρα της νυχτερινής Νέας Υόρκης. Όντας βέρος νεοϋορκέζος από το Μπρούκλιν, πιθανόν χωρίς να το επιδιώκει, μας μεταφέρει στους χώρους της νύχτας αυτής της μαγικής πόλης, μέσα από διάφορα σκηνικά που έχουν να κάνουν φυσικά με τον έρωτα. Η μουσική με πολλά στοιχεία τζαζ. Ρωμαλέα πνευστά και πιάνο κυριαρχούν. Η βαριά σκιά του Φρανκ Σινάτρα πλανάται στα φωνητικά.
Αλλά πριν φτάσει εκεί μας πετάει σαν δόλωμα στην αρχή ένα ελαφρώς παράταιρο με τον υπόλοιπο δίσκο mega-hit, το περίφημο «Copacabana». Νιώθοντας την πίεση της εποχής, τότε που μεσουρανούσε η ντίσκο, σκάρωσε αυτό το εθιστικά υπέροχο χορευτικό υβρίδιο, που κατέληξε να γίνει η μεγαλύτερη επιτυχία του. Όμως, το «Copacabana», που ποτέ δεν προσέχουμε τους στίχους του δεν είναι απλά ένα χορευτικό τραγουδάκι. Διηγείται μια ερωτική ιστορία πάθους, ζήλιας, καταστροφής και εντέλει παρακμής με πρωταγωνιστές τρεις χορευτές τη Λόλα, τον Τόνι και τον Ρίκο, στο ομώνυμο κλαμπ της Αβάνας.
Από εκεί και μετά αρχίζει μια σειρά από υπέροχες ερωτικές μπαλάντες, που η καθεμία από αυτές αναφέρεται σε κάποια κατάσταση ερώτων και σχέσεων υπό το φάσμα του χωρισμού. Κάποιες ταιριάζουν όταν έχεις χωρίσει, όταν ετοιμάζεσαι να χωρίσεις ή όταν βλέπεις το χωρισμό να έρχεται. Το ομώνυμο «Even Now», όταν παρόλο που έχεις ξαναφτιάξει τη ζωή σου σκέφτεσαι ακόμα την/τον «πρώην», ο χαμένος έρωτας, που δεν ξεπερνάς ποτέ. Το «I Was A Fool To Let You Go», όταν έχεις μετανιώσει πικρά που πήρες εσύ την πρωτοβουλία για ένα χωρισμό (όλα τα έχεις σκεφτεί λάθος, άστα να πάνε….ενώ η αίσθηση του αλκοόλ και της νύχτας είναι παρούσα) ενώ την ένταση κορυφώνει ένα καταπληκτικό μπαράζ από πνευστά. Το «Where Do I Go From Here», όταν σε τυλίγει η απελπισία της μοναξιάς μετά το χωρισμό, ένα υπέροχο τραγούδι, που έχουν ερμηνεύσει εξαιρετικά και το ντουέτο της κάντρι England Dan & John Ford Coley. Το «Leaving In The Morning», όταν παίρνεις τη δύσκολη απόφαση του χωρισμού και ένα πρωί, απλά φεύγεις… Εξαιρετικά στις περιγραφές τους τα δύο επόμενα τραγούδια: το αγαπημένο μου «Losing Touch», όπου περιγράφεται με «χειρουργική ακρίβεια» και ολοζώντανα η επώδυνη διαδικασία της αποξένωσης δύο συντρόφων και το «Starting Again», που πραγματεύεται την κατάσταση να έχετε χωρίσει, ο άλλος να σε «δουλεύει» για μια ακόμη φορά δίνοντάς σου ελπίδες ότι άλλαξε μυαλά και μπορείτε να ξαναδοκιμάσετε μαζί αλλά επιτέλους να τον έχεις ξεπεράσει και να μην «τσιμπάς».
Μικρό αριστούργημα και το «Linda Song»: η σκληρή ιστορία κάποιου, που έχει δίπλα του μια γυναίκα, που τον αγαπά πραγματικά και αυτός δεν της δίνει σημασία. Αυτή τον στηρίζει, τον βοηθά, του συμπαραστέκεται, αλλά ο τύπος είναι τόσο κάθαρμα, που στην πρώτη δυσκολία την παρατά και φεύγει. Εδώ ακόμη και ένα από τα πιο όμορφα τραγούδια των ’70ς: «I Can’t Smile Without You», που πρόλαβε να το ερμηνεύσει υπέροχα δύο χρόνια νωρίτερα η μοναδική Κάρεν Κάρπεντερ, όμως περισσότερο γνωστή έγινε η εκτέλεση του Μπάρι Μάνιλοου. Υπάρχουν και δύο ερωτικά τραγούδια αφοσίωσης χωρίς χωρισμούς και τα σχετικά: «Somewhere In The Night» και » I Just Wanna Be The One In Your Life» (forever, for always…συνεχίζει ο στίχος). Θα μπορούσαν να ακουστούν σαν δύο γλυκανάλατες μπαλάντες του τύπου «Σ’αγαπώ-Μ’αγαπάς-Αγαπιόμαστε», όμως η μεστή ερμηνεία και η σπουδαία ενορχήστρωση δεν αφήνουν τέτοια περιθώρια. Αισθάνεται κανείς ότι εδώ όσα ακούγονται έχουν βαρύτητα και σημασία.
Αυτός ο δίσκος ξεκινά μια βόλτα από τη νύχτα της Νέας Υόρκης και αφού μας περάσει από όσα προηγήθηκαν, κάποια στιγμή ξημερώνει. Το υπέροχο «Sunrise» κλείνει περιγράφοντας ακριβώς τη σκηνή στο εξώφυλλο: ο ήλιος ανατέλλει πάνω από τη γραμμή του ορίζοντα και τον ωκεανό, ξεκινώντας μια ακόμη ημέρα. Στη διάρκειά της αμέτρητοι άνθρωποι θα ερωτευθούν και θα προχωρήσουν μαζί, ενώ άλλοι πολλοί θα αποξενωθούν και θα χωρίσουν. Και ούτω καθεξής…