Ήταν τέτοιες μέρες πριν από σαράντα ολόκληρα χρόνια, που μπήκε στη μουσική μου ζωή η Ρίκι Λι Τζόουνς. Και όχι μόνο στη δική μου, καθώς με το πρώτο της κιόλας άλμπουμ έδειξε ότι δεν αστειεύεται. Υπήρξαν, όπως πάντα, διάφοροι γκρινιάρηδες, που άρχισαν να λένε για μια «απομίμηση της Τζόνι Μίτσελ … που νιαουρίζει» και άλλα τέτοια γραφικά. Δεν ήξεραν όμως με τι είχαν να κάνουν. Το κορίτσι με τον κόκκινο μπερέ και το τσιγάρο στο εξώφυλλο ήταν τόσο «cool» όσο έδειχνε κι ακόμη περισσότερο.
Γεννημένη στο Σικάγο, κόρη δύο μεροκαματιάρηδων σερβιτόρων, ήταν παραταύτα από μικρή βουτηγμένη στη μουσική. Οι δύο γονείς της συμπλήρωναν τα προς το ζην τραγουδώντας σε μπαρ, υπηρετώντας αυτό το ιδιαίτερο αμερικάνικο μουσικοθεατρικό είδος, που αποκαλείται «βοντβίλ» (vaudeville) και έχει μεγάλη σχέση με τη τζαζ. Η νεαρή Ρίκι αποφάσισε να αφήσει το άχαρο και σκοτεινό μεσοδυτικό τοπίο και τράβηξε -όπως και πολλοί της ηλικίας της τότε- δυτικά, στην ηλιόλουστη Καλιφόρνια. Εκεί που η μουσική και ο χίπικος τρόπος ζωής ήταν στο αποκορύφωμά τους, δεν άργησε να μπει στους ανάλογους κύκλους του Λος Άντζελες, τριγυρνώντας στις μυθικές πλέον γειτονιές του Βάλεϊ, του Αλβαράντο και του Λόρελ Κάνιον, τραγουδώντας σε μικρά κλαμπ. Η παρουσία της έκανε μεγάλη αίσθηση και σύντομα αυτό το μίγμα φολκ και τζαζ, που παρουσίαζε, της έδωσε την ευκαιρία να υπογράψει με μια μεγάλη δισκογραφική εταιρία, τη Warner Records, για τον πρώτο της δίσκο.
Παράλληλα στο Λος Άντζελες την ίδια εποχή συνάντησε τον έρωτα της ζωής της. Αυτός δεν ήταν άλλος από τον Τομ Γουέιτς, που εκείνη την εποχή είχε ήδη ξεκινήσει την καριέρα του κυκλοφορώντας τους πρώτους του δίσκους. Το να είσαι σύντροφος του Τομ Γουέιτς, όπως μπορούμε εύλογα να εικάσουμε, δεν ήταν εύκολη υπόθεση, καθώς αυτός ο χαρισματικός άνθρωπος ήταν παράλληλα η επιτομή του περιθωριακού: αλκοόλ σε ασύλληπτες ποσότητες, τσιγάρο σε ακόμα περισσότερες και άλλα συναφή… Από την άλλη ένας μοναδικός καλλιτέχνης, με μυαλό και έμπνευση απεριόριστα. Οι δυο τους ζούσαν στο περίφημο μοτέλ «Τροπικάνα», που ήταν έδρα και πολλών ακόμη σπουδαίων μουσικών.
Στο ίδιο μοτέλ έμενε και ένας φίλος τους, ονόματι Τσακ Η. Βάις (Chuck E.Weiss), ο οποίος το έπαιζε σκληρός με τις γυναίκες, ισχυριζόμενος ότι ποτέ δεν θα ερωτευόταν. Κάποια μέρα ο Chuck E. εξαφανίστηκε χωρίς να δώσει σημεία ζωής. Μετά από καιρό το τηλέφωνο στο δωμάτιο του μοτέλ χτύπησε και το σήκωσε ο Τομ Γουέιτς. Από την άλλη γραμμή άκουσε τον Chuck E. να του λέει ότι βρίσκεται στο Ντένβερ του Κολοράντο και θα μείνει εκεί γιατί είναι πολύ ερωτευμένος με μια κοπέλα που γνώρισε. Αποσβολωμένος με το ακουστικό στο χέρι ξεστόμισε τη φράση: «Chuck E.’s in love !!!». Την οποία αμέσως άρπαξε η Ρίκι Λι Τζόουνς για να γράψει αυτό το τραγουδάκι, που ανοίγει τον εμβληματικό πρώτο δίσκο της, που είχε τίτλο το όνομά της και πούλησε 2 εκ. αντίτυπα, αριθμός εξαιρετικός για πρωτοεμφανιζόμενο στη δισκογραφία καλλιτέχνη.
Ο δίσκος αυτός είναι εξαιρετικά αναγνωρίσιμος από το εξώφυλλό του, με τη φωτογραφία του Νόρμαν Σεφ. Αλλά και το περιεχόμενο δεν πάει πίσω. Μια ατμόσφαιρα μελαγχολίας, περιπλάνησης, ανάμνησης («Coolsville», «Last Chance Texaco», «Night Train», «Company») αλλά και γιορτινής διάθεσης σε τζαζ καταγώγια, που αναδύεται από τραγούδια όπως το «Easy Money», το «Danny’s All-Star Joint» και το «Weasel And The White Boys Cool». Ονειρεμένο το μουσικό καστ, που τη συνοδεύει. Δεν ξέρω πόσοι νέοι καλλιτέχνες είχαν την τύχη στο ντεμπούτο τους να τους συνοδεύουν διάσημοι μουσικοί, όπως ο Μάικλ ΜακΝτόναλντ, ο Στηβ Γκάντ, ο Τζεφ Πορκάρο, ο Τομ Σκοτ και φυσικά δύο ογκόλιθοι, όπως ο Ράντι Νιούμαν και ο Ντόκτορ Τζον (μια φιλία, που κράτησε μέχρι το θάνατό του Ντόκτορ Τζον πριν από λίγους μήνες). Μια ξεχωριστή θέση στην καρδιά μου φυλάω ειδικά για το «Young Blood», το τραγούδι, που μου είχε κολλήσει και άκουγα συνέχεια τις πρώτες μου φοιτητικές ημέρες στην Αθήνα (ως … «νέο αίμα», που ήμουν τότε, πολύ ταιριαστός ο τίτλος).
Η σχέση της Ρίκι Λι Τζόουνς με τον Τομ Γουέιτς τελείωσε σχεδόν ταυτόχρονα με την κυκλοφορία του πρώτου της δίσκου. Όπως ακόμη και μέχρι σήμερα δείχνει σε συνεντεύξεις της, δεν έχει ξεπεράσει εντελώς το χωρισμό τους … Αλλά επειδή η ζωή συνεχίζεται, για την ίδια η συνέχεια υπήρξε εντυπωσιακή. Τα επόμενα 40 χρόνια και στα 17 άλμπουμ, που ακολούθησαν, η Ρίκι Λι Τζόουνς απογειώθηκε και έκτοτε περιπλανιέται (μαζί και όσοι την αγαπάμε) σε μουσικά τοπία αξεπέραστης ομορφιάς. Στην γραμμή γυναικών τραγουδοποιών όπως η Τζόνι Μίτσελ και η Λόρα Νάιρο, η Ρίκι Λι Τζόουνς πήγε τη μουσική αυτή πολλά βήματα πιο πέρα. Ακολούθησαν δίσκοι με ασύλληπτη συνθετική αρτιότητα και άποψη όπως το (πολυαγαπημένο) «Pirates» αλλά και τα «»Magazine», «Flying Cowboys», «Pop Pop». Ποτέ δε φοβήθηκε να πειραματιστεί και να αγγίξει νέα πράγματα. Στους δίσκους της βρίσκει κανείς τραγούδια ρέγκε, κάντρι, μπίμποπ, σουίνγκ, θαυμάσιες διασκευές ροκ τραγουδιών και φυσικά υπέροχες μπαλάντες. Δεν ήταν εύκολα για την ίδια όλα αυτά τα χρόνια. Για ένα διάστημα έζησε στη Γαλλία, όπου παντρεύτηκε , απέκτησε μια κόρη και χώρισε. Πάλεψε για σχεδόν μια δεκαετία με διαφόρων ειδών σκοτάδια και δαίμονες και νίκησε κατά κράτος. Σήμερα, το κορίτσι με τον κόκκινο μπερέ είναι πιο ζωντανό και δημιουργικό από ποτέ. Του οφείλω πάρα πολλά με όρους αναμνήσεων ζωής και μουσικής εμπειρίας, όπως αυτό εδώ το αξεπέραστο αριστούργημα:
Άκουσα για πρώτη φορά τη φωνή της Κάρεν Κάρπεντερ στο ραδιόφωνο ένα χειμωνιάτικο βράδυ πριν από πάρα πολλά χρόνια. Με τη βροχή έξω να πέφτει ρυθμικά και τα φώτα κλειστά η εμπειρία είχε όλα τα χαρακτηριστικά μιας αισθητικής «Αποκάλυψης». Μια φωνή αψεγάδιαστη, όσο έπρεπε κρυστάλλινη, όσο έπρεπε εύθραυστη, όσο έπρεπε εκφραστική. Η μουσική από εκείνες, που μένουν για πάντα μαζί σου, υποβλητική και ταπεινή ταυτόχρονα. Οι στίχοι με μια αφοπλιστική αθωότητα αλλά και μια ερωτική ένταση να υφέρπει. Από τα ερτζιανά κατευθείαν στην ψυχή ΑΥΤΟ το τραγούδι. Όταν είσαι έφηβος και ερωτευμένος και ακούς κάτι τέτοιο, είναι πολύ εύκολο να μείνεις αποσβολωμένος. Όπως διαπίστωσα αργότερα και μέχρι σήμερα η μαγεία του «Close To You» έχει καταλάβει εκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον κόσμο, κάνοντάς το ένα από τα 100 σημαντικότερα τραγούδια στην ιστορία της μουσικής.
Οι στίχοι του τραγουδιού μιλούν για ένα αγόρι, μπορεί όμως (και έχει γίνει) αλλάζοντας τη φράση «all the girls in town» με το «all the boys in town» να χρησιμοποιηθεί και για ένα κορίτσι. Και ιδού πως με λίγα λόγια ο Χαλ Ντέιβιντ έγραψε αυτούς τους στίχους για την αιωνιότητα.
Why do birds suddenly appear
Every time you are near?
Just like me,
They long to be
Close to you.Why do stars fall down from the sky
Every time you walk by?
Just like me,
They long to be
Close to you.On the day that you were born the angels got together
And decided to create a dream come true.
So, they sprinkled moon dust in your hair of gold
And star light in your eyes of blue.
That is why all the girls in town
Follow you all around.
Just like me,
They long to be
Close to you.
On the day that you were born the angels got together
And decided to create a dream come true.
So, they sprinkled moon dust in your hair of gold
And star light in your eyes of blue.
That is why all the girls in town
Follow you all around.
Just like me,
They long to be
Close to you.
Just like me,
They long to be
Close to you.
Why? Close to you
Why? Close to you
Ha, close to you
Why? Close to you
Μπερτ Μπάκαρακ (1928 – ) και Χαλ Ντέιβιντ (1921-2012)
Είναι δημιούργημα του αξεπέραστου ντουέτου Μπερτ Μπάκαρακ (συνθέτης) και Χαλ Ντέιβιντ (στιχουργός). Αυτοί οι δύο έχουν σκαρώσει καμιά εκατοστή σούπερ επιτυχίες, που έχουν μείνει στην ιστορία της ποπ μουσικής. Θα ξημερώσουμε αν αρχίσουμε την απαρίθμησή τους, γι’αυτό ενδεικτικά αναφέρω τα «I Say A Little Prayer», «Raindrops Keep Falling On My Head», «The Look Of Love», «What’s New Pussycat ?», «What The World Needs Is Love», «Walk On By» κ.λ.π., κ.λ.π. Μούσα των Μπάκαρακ-Ντέιβιντ υπήρξε η Ντιον Γουόργουικ, που συνέδεσε τη μεγάλη της καριέρα σχεδόν απόλυτα με τα τραγούδια τους.
Μπερτ Μπάκαρακ
Το «Close To You» ηχογραφήθηκε πρώτη φορά το 1963 με ερμηνευτή τον ηθοποιό Ρίτσαρντ Τσάμπερλεν (!) αλλά πέρασε απαρατήρητο. Φυσικά μετά το τραγούδησε η Ντιόν Γουόργουικ (1964) και την ίδια χρονιά η άλλη Μούσα των Μπάκαρακ-Ντέιβιντ η Ντάστι Σπρίνγκφιλντ. Τζίφος και πάλι. Ο Μπέρτ Μπάκαρακ έφθασε στο σημείο να το τραγουδήσει και ο ίδιος αλλά ξανά χωρίς αποτέλεσμα. Λες και αυτό το αριστούργημα περίμενε την ιδανική του ερμηνεία. Που ήρθε τελικά τη χρονιά του 1970 από το συγκρότημα των Κάρπεντερς.
Ο Ρίτσαρντ και η αδελφή του Κάρεν Κάρπεντερ είχαν ξεκινήσει στη δεκαετία του ’60 τη μεγάλη τους πορεία στην ποπ μουσική. Ο Ρίτσαρντ εξαιρετικός συνθέτης, ενορχηστρωτής και πιανίστας. Η Κάρεν σπουδαία ντράμερ, αλλά το φόρτε της ήταν το μικρόφωνο. Προικισμένη με μια θεϊκή φωνή κυριολεκτικά μεταμόρφωνε οτιδήποτε τραγουδούσε σε χρυσάφι, με λάμψη αλλά και ερμηνευτικό βάθος. Κουμάντο στην ενορχήστρωση του «Close To You» έκανε ο Ρίτσαρντ, που ενέπλεξε στην ηχογράφηση την περίφημη ομάδα μουσικών «Wrecking Crew». Είχε ακόμη την έμπνευση να βάλει και ένα μικρό πέρασμα με τρομπέτα, το οποίο ανέλαβε ο σπουδαίος τρομπετίστας Τσακ Φίντλεϊ. Όλοι βέβαια νόμιζαν ότι η τρομπέτα ήταν εκείνη του Χερμπ Άλπερτ (πολύ λογικό, καθώς ήταν ο εμβληματικός συνεργάτης των Μπάκαρακ-Ντέιβιντ), αλλά και ο Χερμπ Άλπερτ συμμετείχε αφού ήταν (και είναι ακόμη) ο ένας από τους δύο ιδιοκτήτες της δισκογραφικής εταιρείας που κυκλοφόρησε την ηχογράφηση (A & M Records).
H επιτυχία των Κάρπεντερς με το τραγούδι αυτό ήταν μυθική. Αποτελεί φυσικά το απόγειο της τεράστιας καριέρας τους. Είναι κρίμα που η Κάρεν έφυγε από τη ζωή μόλις στα 31 της χτυπημένη από τη νόσο της νευρικής ανορεξίας. Η μουσική έχασε μια απίστευτη φωνή. Ωστόσο, στο σύντομο περάσμά της μας άφησε εντυπωσιακά πολλά αριστουργήματα για να έχουμε και να πορευόμαστε με αυτά. Αμέτρητοι μεταγενέστεροι καλλιτέχνες την αναφέρουν ως επιρροή ανάμεσά τους μουσικοί, που δεν θα περίμενε κανείς, όπως ο Νικ Κέιβ. Οι διασκευές του «Close To You» πλησιάζουν τις εκατό και έχει μεταφραστεί σε είκοσι γλώσσες. Και όποτε βρέχει σιγανά μέσα τη χειμωνιάτικη νύχτα ξεκινά μέσα στο μυαλό μου το «Why do birds suddenly appear….»
Φωτογραφία του Ρόμπερτ Κάπα από την απόβαση στη Νορμανδία.
Κάθε χρόνο τέτοια ημέρα, ιστοριοδίφης ων, ο νους μου πηγαίνει στην Απόβαση στη Νορμανδία. Υπάρχουν αμέτρητες ιστορίες γύρω από την περίφημη «D-Day». Μια από τις αγαπημένες μου είναι αυτή, που αναφέρει ο Άντονι Μπίβορ στο ομώνυμο βιβλίο του: εκείνη την ημέρα, στις 6 Ιουνίου 1944, μια νεαρή Γαλλίδα είχε βγει πρωινή βόλτα στην εξοχή με το ποδήλατό της, όταν ξαφνικά άρχισε να βρέχει γύρω της βόμβες και σφαίρες. Από αυτή την κόλαση την έσωσε ένας Αμερικανός αλεξιπτωτιστής, που βρέθηκε εκεί κοντά. Από εκεί και μετά η εξέλιξη ήταν ότι η νεαρή Γαλλίδα και ο Αμερικανός στρατιώτης παντρεύτηκαν και έζησαν ευτυχισμένοι την υπόλοιπη ζωή τους. Δεν ήταν όμως για όλους καλό το τέλος της περιπέτειας. Εκατοντάδες χιλιάδες στρατιώτες και πολίτες έχασαν τη ζωή τους σε αυτή την κολοσσιαία πολεμική επιχείρηση. Ένα πολύ ρεαλιστικό μέτρο του τι συνέβη δίνει ο Στήβεν Σπίλμπεργκ στη γνωστή ταινία του «Η Διάσωση του Στρατιώτη Ράιαν», όπου περιλαμβάνονται σκηνές για … γερά στομάχια. Πέρα από αυτά, συχνά σκέφτομαι δύο περιπτώσεις, όπου ελήφθησαν αποφάσεις στην ιστορική αυτή συγκυρία, που απαιτούσαν πολύ γερά κότσια. Πως είναι άραγε να ξέρεις ότι από εσένα και μόνο, από τις αποφάσεις σου και την ορθή κρίση σου κρίνονται οι ζωές εκατομμυρίων ανθρώπων; Πόσο βαρύ μπορεί να είναι αυτό το φορτίο στους ώμους ενός ανθρώπου; Οι περισσότεροι από εμάς -σχεδόν όλοι- δεν πρόκειται ποτέ να βρεθούμε σε μια τέτοια οριακή κατάσταση και ευτυχώς φυσικά. Εκείνες τις ημέρες όμως πριν από 75 χρόνια κάποιοι άνθρωποι πήραν τέτοιες αποφάσεις, που έκριναν την πορεία της ιστορίας.
Στο επιτελείο των Συμμάχων, που ήταν εγκατεστημένο στη νότια Αγγλία κομβικής σημασίας ήταν η μετεωρολογική υπηρεσία. Στελεχωμένη με επιστήμονες από διάφορες χώρες αποτελούσε συχνά ένα πεδίο διαφωνιών μεταξύ τους με θέμα τις εξελίξεις του καιρού και κυρίως πότε θα ήταν οι καιρικές συνθήκες κατάλληλες για να ξεκινήσει η απόβαση. Στην πραγματικότητα υπήρχαν δύο ομάδες. Η πρώτη αποτελούνταν κυρίως από Αμερικανούς, προερχόμενους από τα φημισμένα πανεπιστήμια των ΗΠΑ με κορυφαία επιστημονική κατάρτιση αλλά ελάχιστη πρακτική εμπειρία. Η δεύτερη περιλάμβανε κυρίως Βρετανούς και Νορβηγούς, οι οποίοι μπορεί να μην είχαν πτυχία από το Χάρβαρντ και το Γέηλ, είχαν φάει όμως με το κουτάλι τις σφοδρές κακοκαιρίες της Βόρειας Θάλασσας και της Μάγχης.
Το μετεωρολογικό δελτίο της D-Day (6.6.44)
Οι πρώτοι ήταν πεπεισμένοι ότι η κατάλληλη ημέρα ήταν η 5η Ιουνίου 1944. Οι άλλοι είχαν τις αμφιβολίες τους καθώς ο καιρός ήταν εξαιρετικά ευμετάβλητος, όπως συνήθως σε αυτά τα γεωγραφικά πλάτη στις αρχές Ιουνίου. Ο αρχιστράτηγος Αϊζενχάουερ αν και Αμερικανός ο ίδιος, αποφάσισε να εμπιστευτεί την κρίση της δεύτερης ομάδας, που απέρριπτε την 5η Ιουνίου. Επικεφαλής των μετεωρολόγων αυτών ο Βρετανός Τζέημς Σταγκ και ο Νορβηγός Σβέρε Πέτερσεν, τους οποίους και κάλεσε στο τελικό πολεμικό συμβούλιο. Δεν θα ήθελα να είμαι στη θέση αυτών των ανθρώπων. Παραταύτα το «πήραν πάνω τους » και είπαν ότι έβλεπαν τις επόμενες ώρες ένα άνοιγμα λίγων ωρών στον καιρό και μέσα σε αυτές θα μπορούσε να ξεκινήσει η επιχείρηση.
Τζέημς ΣταγκΣβέρε Πέτερσεν
Η ιστορία τους δικαίωσε. Εάν η απόβαση είχε γίνει με τον καιρό της 5ης Ιουνίου θα είχε αποτύχει, όπως το ίδιο θα είχε συμβεί και με την εναλλακτική ημερομηνία που πρότειναν οι ψηλομύτηδες των αμερικανικών πανεπιστημίων, την 19η Ιουνίου, όταν επικράτησε στη Μάγχη η χειρότερη τρικυμία της δεκαετίας εκείνης…
Όσο για τον Ντουάιτ Αϊζενχάουερ ως επικεφαλής αρχιστράτηγος είχε το δικό του ασήκωτο βάρος ευθύνης. Ο ίδιος είχε τη τελευταία λέξη για να ξεκινήσει μια επιχείρηση που ενέπλεκε 1,5 εκατομμύριο στρατιώτες στέλνοντας πολλούς εξ αυτών στο θάνατο. Γύρω του στο επιτελείο, μορφές όπως ο στρατάρχης Μοντγκόμερι, μεγαλομανής και φιγουρατζής, ο αιώνιος Ντε Γκωλ, που νόμιζε ότι διοικούσε τους πάντες χωρίς να έχει στην ουσία δικό του στράτευμα, ο Τζωρτζ Πάττον, ριψοκίνδυνος και ορμητικός μέχρι παράνοιας και ούτω καθεξής… Όλοι αυτοί όμως στην κρίσιμη στιγμή λίγο πριν τα αποβατικά ξεκινήσουν για τις κολασμένες ακτές της Νορμανδίας κρύφτηκαν και ζήτησαν σαν συνεσταλμένα γατάκια από τον Αϊζενχάουερ να υπογράψει ένα έγγραφο, στο οποίο να αναλαμβάνει προσωπικά σε περίπτωση αποτυχίας την πλήρη και αποκλειστική ευθύνη για αυτή. Ο Άικ αναλαμβάνοντας την ευθύνη, πάνω σε ένα πρόχειρο κομμάτι χαρτί έγραψε αυτό το κείμενο, που θα έμενε στην ιστορία ως το έγγραφο «Σε περίπτωση αποτυχίας…» («In case of failure»).
Γράφοντάς το πρέπει να ήταν πολύ ταραγμένος, συναισθανόμενος το βάρος της στιγμής και της δικής του ευθύνης και αυτό φαίνεται ότι έγραψε μέσα στην ταραχή του ως ημερομηνία 5 Ιουλίου αντί 5 Ιουνίου… Αμέσως μετά βγήκε έξω και με απλανές βλέμμα ζήτησε από τον οδηγό του ένα τσιγάρο. Λεπτομέρεια: ο Αϊζενχάουερ δεν ήταν καπνιστής… και με το τσιγάρο αναμμένο κατευθύνθηκε σε μια παρέα Αμερικανών στρατιωτών και έπιασε κουβέντα μαζί τους για να χαλαρώσει, ανακαλύπτοντας μάλιστα ότι κατάγονταν, όπως και ο ίδιος, από το Τέξας.
Δύο οριακές αποφάσεις έκριναν την ιστορία. Η λήψη σωστών αποφάσεων είναι για τον καθένα μας ζητούμενο και αρκετές φορές είναι οριακές και σημαντικές στο μέτρο που μας αναλογεί. Πόσοι έχουμε το σθένος να τις πάρουμε και να τις υποστηρίξουμε; Ακόμη περισσότερο, πόσο έτοιμοι είμαστε να πάρουμε στους ώμους μας μεγάλες ευθύνες και να τις αποδεχθούμε; Η απάντηση εκκρεμεί και θα εκκρεμεί όσο υπάρχουν άνθρωποι.
Yπήρχε μια προνεωτερική εποχή, στην οποία έζησα ως παιδί. Τότε λοιπόν κάποια προϊόντα ευρείας κατανάλωσης όλως περιέργως μας έβαζαν στον κόσμο της γνώσης με τις προσφορές τους. Θυμάμαι κουπόνια σε απορρυπαντικά με τα οποία έπαιρνες θαυμάσια εικονογραφημένα βιβλία, πραγματικούς θησαυρούς γνώσης για εμάς τα παιδιά. Αλλά και ζαχαρωτά, σοκολάτες, γκοφρέτες όπου μάζευες χαρτάκια για να συμπληρώσεις άλμπουμ με ζώα, σημαίες, εθνικές ενδυμασίες, ιστορικά γεγονότα και βεβαίως με ποδοσφαιριστές (όπως ελέω του ιταλικού πολυεθνικού κολοσσού Panini γίνεται και σήμερα σε πολύ ιλουστρασιόν εκδοχή όμως-καμία σχέση με τα δικά μας άλμπουμ).
Το … ψώνιο μου με τη γεωγραφία χρονολογείται από τότε και ειδικότερα από δύο άλμπουμ της πάλαι ποτέ κραταιάς εταιρείας ζαχαρωτών ΜΕΛΟ, που εδώ και δεκαετίες έχει κλείσει. Η ΜΕΛΟ, για την ιστορία, κυκλοφορούσε κυρίως σοκολάτες και γκοφρέτες, όμως το αξεπέραστο προϊόν της ήταν η καραμέλα μανταρίνι. Στις γκοφρέτες έβρισκες χαρτάκια με εθνικές ενδυμασίες, σημαίες και διάφορα στοιχεία για κάθε χώρα και τα κολλούσες στο άλμπουμ που έπαιρνες από το περίπτερο. Το συνολικό αποτέλεσμα (με την αισθητική της εποχής φυσικά) ήταν συναρπαστικό για το παιδικό μου μυαλό, που έπαιρνε φωτιά κάνοντας νοερά ταξίδια σε όλο τον κόσμο. Εκτός από το άλμπουμ με τις εθνικές ενδυμασίες, είχε κυκλοφορήσει επίσης άλλη μια σειρά γκοφρέτας, όπου σε κάθε σελίδα κολλώντας τα χαρτάκια εμφανιζόταν ένα καταπληκτικό έγχρωμο παζλ με σκηνές από τη ζωή σε διάφορες χώρες. Από αυτή η σειρά της ΜΕΛΟ όσο και αν έψαξα στο διαδίκτυο δε βρήκα τίποτε και έτσι τη διατηρώ μόνο στη μνήμη μου, πολύ έντονα. Και τα δύο αυτά άλμπουμ, τα οποία είχα σχεδόν ολοκληρώσει, δυστυχώς χάθηκαν σε διάφορες οικογενειακές μετακομίσεις, έκαναν όμως καλά τη δουλειά τους σε ό,τι με αφορά τουλάχιστον.
Πριν από αρκετές δεκαετίες η γεωγραφία διδασκόταν στα σχολεία με τρόπο σοβαρό και συστηματικό και βοηθούσε όποιον ήθελε να έχει μια τέτοια στέρεη γνώση να την αποκτήσει και να τη διευρύνει στη συνέχεια μόνος του. Η βασική δομή της διδασκαλίας ήταν: η Ελλάδα, η Ευρώπη, ο Κόσμος. Στο Δημοτικό διδασκόμαστε έναν προς έναν όλους τους νομούς της Ελλάδας μέσα σε μια χρονιά και φυσικά τα της χώρας μας συνολικά (όρη, ποτάμια, κόλποι, πεδιάδες, πόλεις, παραγωγή, πληθυσμός κ.λ.π.). Αντίστοιχα στην επόμενη τάξη αναλυτικά για όλες της χώρες της Ευρώπης και τέλος για τις λοιπές ηπείρους, όπου λόγω πληθώρας των χωρών γινόταν πιο περιορισμένες αναφορές ανά χώρα. Στο μάθημα μπορεί να σου ζητούσε ο δάσκαλος ή ο καθηγητής να πεις τις μεγαλύτερες πόλεις της Ισπανίας, τα κυριότερα βουνά της Κίνας, τους μεγαλύτερους ποταμούς της Νότιας Αμερικής, τον πληθυσμό του Ιράν, την πρωτεύουσα της Μαδαγασκάρης κ.ο.κ. Όλα αυτά έπρεπε να ξέρεις να τα δείξεις στο χάρτη και να έχεις συνειδητοποιήσει που βρίσκονται.
Στην τάξη υπήρχαν για το μάθημα μεγάλοι χάρτες της Ελλάδας, της Ευρώπης, των Ηπείρων της Γης, πολιτικοί, που έδειχναν τις χώρες με τα σύνορά τους και τις πόλεις και γεωφυσικοί, που εμφάνιζαν τα βουνά, τα ποτάμια, τις πεδιάδες, τις λίμνες κ.λ.π. Για το μάθημα στο σπίτι προετοιμάζαμε εκτός από τη μελέτη του μαθήματος και δικούς μας χάρτες για το μάθημα της ημέρας, σε μπλοκ ιχνογραφίας με τη μέθοδο του «ξεπατικώματος», που ήταν ομολογουμένως αρκετά απαιτητική, από την άλλη αν είχες όρεξη, μπορούσες να βγάλεις με αυτή ένα μικρό κομψοτέχνημα δικής σου κατασκευής.
Στα μεταγενέστερα χρόνια τα πράγματα άλλαξαν τόσο στη διδασκαλία της γεωγραφίας όσο και άλλων μαθημάτων από αυτά που κάποτε χαρακτηρίζονταν (πολύ κακώς) ως «δευτερεύοντα» (ιστορία, θρησκευτικά, τεχνικά, ζωολογία, φυτολογία, μουσική, κ.λ.π.). Η διδασκαλία της γεωγραφίας, όπως περιγράφηκε πιο πάνω, φαίνεται ότι ήταν πολύ … καταπιεστική και στο πλαίσιο της φιλοσοφίας της «ήσσονος προσπαθείας», που γενικότερα επικράτησε και μέχρι σήμερα εξελίσσεται, η γεωγραφία έχει γίνει ένα φάντασμα χωρίς ουσία και νόημα (κατά την άποψή μου πάντα). Κατανοοώ και επικροτώ απόλυτα την ανάγκη της διδασκαλίας της περιβαλλοντικής συνείδησης και της οικολογίας. Αυτό όμως οφείλει να είναι ένα ξεχωριστό μάθημα με σπουδαίο πεδίο πρακτικής εφαρμογής από τα παιδιά (ανακύκλωση κ.λ.π.). Όμως, αν δει κανείς τα σχολικά βιβλία της γεωγραφίας σήμερα μοιάζουν περισσότερο με εγχειρίδια οικολογίας παρά γεωγραφίας. Νομίζω όμως, πως για να σώσουμε τον πλανήτη, πρέπει πρώτα να τον γνωρίζουμε.
Οι αγεωγράφητοι άνθρωποι είναι πια συντριπτική πλειοψηφία και σχεδόν το σύνολο των νέων ανθρώπων, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και παγκοσμίως. Είναι πραγματικά κρίμα, γιατί σήμερα με τα μέσα που υπάρχουν μέσω του διαδικτύου θα μπορούσε η διδασκαλία της γεωγραφίας να γίνει τρομερά ενδιαφέρουσα και διασκεδαστική. Πρέπει να αναγνωρίσω ότι, όπως λέει και μια φίλη μου από την Αγγλία, συνταξιούχος πλέον καθηγήτρια γεωγραφίας, η γεωγραφία είναι κάτι που είτε το λατρεύεις, είτε το απεχθάνεσαι. Η γεωγραφική γνώση έχει όμως σπουδαία οφέλη. Γνωρίζεις τον κόσμο γύρω σου κοντά και μακριά. Εννοείται ότι κάνεις καλύτερα και πιο ουσιαστικά ταξίδια πραγματικά ή νοερά. Κατανοείς πληρέστερα την ιστορία, τις πολιτικές εξελίξεις, τις αλλαγές στο περιβάλλον, ακόμη και τη νοοτροπία των ανθρώπων από άλλες χώρες.
Εμείς πάλι της … πολλής γεωγραφίας έχουμε άλλα προβλήματα σήμερα, καθώς προσπαθούμε να αφομοιώσουμε όσο περισσότερα πράγματα μπορούμε από την πλημμυρίδα των πληροφοριών, που βρίσκουμε στο διαδίκτυο. Εφαρμογές όπως το Google Earth μας πάνε -κυριολεκτικά- παντού στον κόσμο. Μας λύνονται τρελές απορίες, όπως εκείνη που είχα: «πως είναι το (περίπου) τριεθνές σημείο Ρωσίας-Κίνας-Βόρειας Κορέας ;» Εκτός αυτού μας απασχολεί η λύση όλο και πιο εξεζητημένων και διεστραμμένων γεωγραφικών κουίζ, που κάποιοι πιο τρελαμένοι από εμάς έχουν σκαρώσει …
Στην περίπτωσή μου, για όλα αυτά ομολογώ ότι φταίει μια γκοφρέτα. Δυστυχώς, οι σημερινές γκοφρέτες έχουν μόνο το γλύκισμα μέσα και τίποτε περισσότερο …
«Why do we give up our hearts to the past and why must we grow up so fast ?» Eagles «Pretty Maids All In A Row» ( από το «Hotel California»-1977)
«Who knows where the time goes ?» Sandy Denny (από το «All Our Own Work» -1973)
Θα μπορούσαμε να γεμίσουμε τόμους με υπέροχους στίχους σαν τους παραπάνω, που ασχολούνται με το χρόνο. Κάθε μορφής τέχνη έχει εξαντλητικά καλύψει το μυστήριο του χρόνου. Αλλά πρωτίστως η επιστήμη της φυσικής είναι αυτή που βρίσκεται στην αιχμή της έρευνας για το μέγεθος αυτό. Η ίδια η ύπαρξη του χρόνου έχει αμφισβητηθεί. Λένε μερικοί επιστήμονες πως δεν υπάρχει αλλά έχει δημιουργηθεί από τους ανθρώπους για να οργανώνουν τη ζωή τους. Πως μόνοι μας βάλαμε τους εαυτούς μας σε κουτάκια ανάλογα με την κίνηση της Γης, του Ήλιου και της Σελήνης για να ξέρουμε τι μας γίνεται. Γίγαντες της επιστήμης όπως ο Άλμπερτ Αινστάιν και ο Στήβεν Χώκινγκ βασίζουν τις θεωρίες τους στο χρόνο συνδέοντας τον με το χώρο στο διάστημα, δημιουργώντας ένα νέο μέγεθος, το χωροχρόνο, που μοιάζει στις γραφικές παραστάσεις με τεντωμένο ύφασμα.
Η ύπαρξη του χρόνου μπορεί να αμφισβητείται και να ερευνάται, εκείνο όμως που σίγουρα βλέπουμε είναι οι συνέπειες από το πέρασμά του. Τις διαπιστώνουμε στο σώμα και το πνεύμα μας και σε εκείνα των άλλων, στην αλλαγή των τοπίων, στη μεταβολή του κλίματος, στο ρου της ιστορίας, στις γεννήσεις και στους θανάτους. Ο χρόνος αδυσώπητα κινείται γραμμικά προς μια κατεύθυνση, εκείνη του μέλλοντος. Εμείς είμαστε για μια στιγμή στη διάσταση του παρόντος, που την επόμενη στιγμή είναι ήδη παρελθόν και πάει λέγοντας. Πριν από αρκετά χρόνια, είχα γοητευτεί από τον Ηράκλειτο, το μοναδικό εκείνο «σκοτεινό» φιλόσοσοφο της αρχαιότητας, που δε μοιάζει με κανέναν άλλο, ίσως επειδή εισάγει στην ελληνική σκέψη την παράταιρη γι’αυτή έννοια της αέναης μεταβολής των πάντων («Τα πάντα ρει και ουδέν μένει..»). Ένα από τα πιο χαρακτηριστικά ρητά του Ηρακλείτου είναι επίσης το «Ποταμώ ουκ έστιν εμβήναι δις τω αυτώ» (Δε μπορείς να μπεις δυο φορές στο ίδιο ποτάμι), καθώς το νερό στο οποίο μπήκες μέσα την πρώτη φορά έχει φύγει, έχει πάει πιο κάτω και το ποτάμι της δεύτερης φοράς είναι πια άλλο. Έτσι και ο χρόνος, εξάλλου μια από τις πιο συνηθισμένες του παρομοιώσεις είναι «το ποτάμι του χρόνου».
Πάντα η αναδίφηση του παρελθόντος αλλά και η προσπάθεια για πρόβλεψη του μέλλοντος ήταν βασικές έγνοιες των ανθρώπων. Με την έλευση του διαδικτύου και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης έχει εκτιναχθεί το πρώτο από τα δύο αυτά φαινόμενα. Αναρίθμητες ομάδες ασχολούνται με αναρτήσεις φωτογραφιών από το παρελθόν σε μια προσπάθεια ανάδειξης και διάσωσής του σε επίπεδο χωριών, πόλεων, συλλόγων, επαγγελμάτων, συνηθειών, ιστορικών γεγονότων. Ένας θαυμαστός πλούτος εικόνων και γνώσεων μας διακτινίζει κυριολεκτικά σε τόπους και εποχές, που απλώς είχαμε (ή δεν είχαμε) ακούσει την ύπαρξή τους, αλλά και σε τόπους και εποχές, που ζήσαμε οι ίδιοι, προκαλώντας μας ένα υπέροχο αίσθημα «deja vu». Έτσι, απολαμβάνω ιδιαίτερα τη συμμετοχή μου σε ομάδες με παλιές φωτογραφίες από την πόλη που γεννήθηκα, το Αγρίνιο, την πόλη που μεγάλωσα, τα Ιωάννινα και την πόλη που έζησα τα φοιτητικά μου χρόνια, την Αθήνα. Ακόμη ομάδες ανθρώπων με απίστευτες, εμβριθείς γνώσεις και φωτογραφικά τεκμήρια για ένα θέμα που με ενδιαφέρει ιδιαίτερα, τον Β΄Παγκόσμιο Πόλεμο. Είναι αυτή η αναζήτηση του παρελθόντος ένα αναγκαίο εργαλείο αυτοπροσδιορισμού ή μήπως μια μόδα; Για κάποιους όπως βλέπω είναι έργο ζωής αν κρίνω από τα καταπληκτικά αρχεία που διαθέτουν και αναρτούν και αυτό είναι θαυμάσιο. Προσωπικά θεωρώ τη γνώση του παρελθόντος σπουδαίο στήριγμα για το μέλλον. Πάντα όμως ελλοχεύει η παγίδα να θαφτείς στο παρελθόν, που νοσταλγείς τόσο και να μην ξανοιχτείς στο μέλλον, όπως πρέπει. Το λέει εξάλλου ξεκάθαρα ο Νηλ Γιάνγκ στο «Ambulance Blues»:
«It’s easy to get buried in the past, when you try to make a good thing last…».
Και το μέλλον; Πάμε και βλέπουμε… Είναι (και πάντα ήταν) τόσο άδηλο και απρόβλεπτο, τόσο για το καλό όσο (κυρίως) για το κακό. Άσε που είναι και μακριά, οπότε ας ζούμε το σήμερα με ένταση και ουσία πράξεων και συναισθημάτων καλύτερα κι ας κάνουμε και κανένα λάθος στην πορεία. Κλείνοντας θα επικαλεστώ δύο ακόμη αγαπημένους στίχους:
The past is a fact, the present a mistake and the future we always live too late
έλεγε ο Πωλ «Modfather» Ουέλλερ στο υπέροχο «My ever changing moods» και βεβαίως ο μέγιστος Πρινς, που κλείνοντας πονηρά και σκαμπρόζικα το μάτι στο «New Position» μας προτρέπει να είμαστε τολμηροί στην αντιμετώπιση του μέλλοντος, λέγοντάς μας :
«Let’s go fishing in the river, the river of life…»
Ήταν παραμονές Χριστουγέννων πριν από 38 χρόνια στην Αθήνα, φοιτητικές εποχές … Εκείνες τις ημέρες είχα διαβάσει μια κριτική του Πητ Κωνσταντέα στο «Ποπ και Ροκ» για ένα δίσκο και ήταν αυτή τόσο υμνητική που εντυπωσιάστηκα. Τον καλλιτέχνη δεν τον είχα ξανακούσει, αλλά θέλησα να βρω το δίσκο για να τον αγοράσω. Εκείνο το πρωί μετά τη Σχολή κατηφόρισα προς την Πατησίων, όπου το θρυλικό πολυκατάστημα «ΜΙΝΙΟΝ» ήταν στολισμένο εορταστικά και γεμάτο κόσμο, που έκανε τα ψώνια του. Για όσους είχαμε την τύχη να γνωρίσουμε το «ΜΙΝΙΟΝ» εκείνης της εποχής κάθε βόλτα εκεί ήταν μια υπέροχη εμπειρία, είτε για αγορές είτε απλώς για χάζι. Συνεπαρμένος από την κριτική του Κωνσταντέα κατευθύνθηκα αμέσως στον τέταρτο όροφο, στο μικρό αλλά πολύ ενημερωμένο τμήμα με δίσκους και κασέτες. Ως καινούργια κυκλοφορία (στην Ελλάδα γιατί στις ΗΠΑ κυκλοφόρησε το 1974) δε δυσκολεύτηκα να εντοπίσω το … αντικείμενο του πόθου μου και το αγόρασα πάραυτα σε κασέτα. Βγαίνοντας από το «ΜΙΝΙΟΝ» εκείνο το μεσημέρι με το «Late For The Sky» του Τζάκσον Μπράουν δε θα περίμενα ποτέ ότι αυτή θα ήταν η τελευταία μου επίσκεψη εκεί. Το βράδυ της ίδιας ημέρας το «ΜΙΝΙΟΝ» καταστράφηκε ολοσχερώς από πυρκαγιά, που προκλήθηκε από εμπρησμό τρομοκρατικής οργάνωσης. Μου έμεινε ως ενθύμιο από εκείνο το αγαπημένο μέρος η κασέτα αυτή, που συμβαίνει να περιέχει ένα από τα έργα, που με συγκίνησαν περισσότερο στη ζωή μου ως μουσικού ακροατή.
Ο Τζάκσον Μπράουν δεν είναι ιδιαίτερα γνωστός όχι μόνο στην Ευρώπη αλλά και στην Αμερική, τουλάχιστον σε μαζικά ακροατήρια. Πολλοί λένε ότι αν είχε καλύτερη διαφήμιση από τη δισκογραφική του εταιρεία θα είχε επισκιάσει ακόμη και αυτόν το Μπρους Σπρίγκστιν. Ο ίδιος ο Σπρίγκστιν δηλώνει θαυμαστής του και κάποτε είπε το αμίμητο: «Από το Τζάκσον Μπράουν έμαθα τρία πράγματα: τη σημασία να έχεις καλούς στίχους στα τραγούδια σου, να διατηρείς ωραίο μαλλί και στις συναυλίες να γοητεύεις τις γυναίκες». Έχει απόλυτο δίκιο, καθώς ο Τζάκσον Μπράουν διέθετε και τα τρία αυτά στοιχεία…
Το «Late For The Sky» είναι ο τρίτος δίσκος του και περιέχει οκτώ τραγούδια. Οι μελωδίες τους καταπληκτικές και οι στίχοι ένας ποταμός εμπνευσμένων φράσεων, που δεν ξέρεις τι να πρωτοδιαλέξεις για να αποστηθίσεις. Όπως και σε άλλους σπουδαίους δίσκους του Τζάκσον Μπράουν συμμετέχει με πολύ σημαντικό ρόλο το «alter ego» του, ο μεγαλοφυής μουσικός, που ακούει στο όνομα Ντέιβιντ Λίντλεϊ. Ένας τύπος απερίγραπτα τρελαμένος με τη μουσική και τόσο ιδιοφυής, που παίζει με χαρακτηριστική άνεση πάνω από 50 μουσικά όργανα διαφόρων ειδών από όλο τον κόσμο. Εδώ περιορίζεται κυρίως στο βιολί, βάζοντας πολλές καλαίσθητες και καλοβαλμένες πινελιές στις συνθέσεις του δίσκου.
Τζάκσον Μπράουν (αριστερά) και Ντέιβιντ Λίντλεϊ
Θέματα των τραγουδιών η απώλεια, ο χρόνος που φεύγει, η ανάμνηση, η αλλαγή στη ζωή, τα ανεκπλήρωτα όνειρα, φυσικά ο έρωτας και πολλά άλλα. Σε ένα από τα τραγούδια («Before The Deluge»- Πριν Από την Καταστροφή) ένα πολύ πρώιμο και εμπνευσμένο δείγμα επισήμανσης των φοβερών συνεπειών της καταστροφής του περιβάλλοντος.
Αν ήταν να διαλέξω ένα στίχο που αγαπώ ιδιαίτερα από αυτό το συνολικά υπέροχο έργο, θα ήταν από το «For A Dancer», ένα τραγούδι που έγραψε για ένα φίλο του, που έχασε τη ζωή του σε πυρκαγιά.
Into a dancer you have grown From a seed somebody else has thrown Go on ahead and throw some seeds of your own And somewhere between the time you arrive and the time you go May lie a reason you were alive but you’ll never know
Οι δύο τελευταίες γραμμές ισχύουν για τον καθένα μας. Ανάμεσα στη στιγμή που ερχόμαστε στη ζωή και στη στιγμή που φεύγουμε από αυτή κάπου βρίσκεται ένας τουλάχιστον λόγος που να δικαιολογεί την ύπαρξή μας. Μπορεί όμως να μην τον μάθουμε ποτέ…
Στη μυθολογία της ροκ μουσικής ξεχωριστή θέση κατέχει το εξώφυλλο του «Late For The Sky». H φωτογραφία του Μπομπ Σέλντεμαν τραβήχτηκε λίγο πιο κάτω από το σπίτι του Τζάκσον Μπράουν στην Πασαντίνα της Καλιφόρνια. Η εμβληματική Σεβρολέτ στέκει παρκαρισμένη έξω από ένα σπίτι, που ενσαρκώνει το αμερικάνικο όνειρο της ζωής στα περιποιημένα προάστια. Όμως την παράσταση κλέβει ο ουρανός: σούρουπο με το τελευταίο φως και λίγα σύννεφα. Ένας ουρανός που μοιάζει να περιμένει μάταια κάτι ενώ κάτω η ζωή ακίνητη μοιάζει να τον αγνοεί. Ο Τζάκσον Μπράουν έχει πει πως η έμπνευση για το εξώφυλλο αυτό ήταν ο πίνακας του Ρενέ Μαγκρίτ «Η Αυτοκρατορία του Φωτός» και η ομοιότητα είναι πράγματι μεγάλη.
Το «Late For The Sky» όμως πέρασε και στην κινηματογραφική αθανασία σε μια αλησμόνητη σκηνή από το αριστούργημα «Ο Ταξιτζής» του Μάρτιν Σκορτσέζε. Ο Τράβις (Ρόμπερτ Ντε Νίρο) έχει αρχίσει πλέον να παρανοεί και έχοντας στο δεξί του χέρι ένα περίστροφο άλλοτε στοχεύει την οθόνη της τηλεόρασης και άλλοτε τον κρόταφό του. Τίποτε πιο κατάλληλο για να ντύσει αυτή τη σκηνή από ένα τραγούδι που λέει πως ο ουρανός είναι πια μακριά για τον πρωταγωνιστή και σε πολλές περιπτώσεις για τον καθένα από εμάς…
Τα ιστορικά γεγονότα συνοπτικά: Την Παρασκευή 24 Σεπτεμβρίου 1869, δύο κατεργάρηδες κερδοσκόποι χρηματιστές της Νέας Υόρκης, οι Τζέι Γκουλντ και Τζέημς Φισκ, επιχείρησαν τεχνητά να μονοπωλήσουν την αγορά χρυσού, αγοράζοντας όσο περισσότερο από το πολύτιμο μέταλλο μπορούσαν αυξάνοντας έτσι την τιμή του. Όταν η κυβέρνηση του Προέδρου Ουλίσες Γκραντ κατάλαβε τι πάει να γίνει έριξε στην αγορά χρυσό από τα κρατικά αποθέματα αξίας 4 εκ. δολαρίων ρίχνοντας κατακόρυφα την τιμή και αφήνοντας τους επίδοξους αεριτζήδες σε απόγνωση από τη φοβερή χασούρα. Αρκετοί από τους χαμένους της ημέρας εκείνης αυτοκτόνησαν πηδώντας από τα παράθυρα….
O πίνακας τιμών χρυσού της 24.9.1869 του Χρηματιστηρίου της Ν.Υόρκης, στον οποίο αποτυπώνεται η κατάρρευση της τιμής του.
Σχετικά τώρα με τη μεταφορά της Black Friday στη… λιανική πώληση, αυτό συνέβη στη δεκαετία του 1960 όταν τα καταστήματα πριν την έλευση της περιόδου των Χριστουγέννων καθιέρωσαν μια ημέρα για να «ξεστοκάρουν» εμπόρευμα που τους έχει μείνει απούλητο. Στην Αμερική όταν λένε ότι το κατάστημα είναι «στο μαύρο» (in the black) σημαίνει ότι έχει κέρδη, καθώς τα κέρδη στα λογιστικά βιβλία αναγράφονταν με μαύρη μελάνη, σε αντίθεση με τις ζημιές, που σημειώνονταν με κόκκινο (in the red). Έτσι λοιπόν Μαύρη Παρασκευή σημαίνει «Κερδοφόρα Παρασκευή» για τα μαγαζιά, πιθανότατα όμως είναι όντως «μαύρη» για την τσέπη των καταναλωτών που αγοράζουν ένα σωρό αχρείαστες χαζομάρες, παρασυρόμενοι από τη μόδα, που ενέσκηψε τα τελευταία χρόνια και στην Ελλάδα.
Οι δύο συνωμότες της…. αυθεντικής Black Friday
Το σπουδαίο συγκρότημα των Steely Dan έγραψε για την αυθεντική Black Friday του 1869, στο δίσκο τους «Katy Lied» (1975). O Ντόναλντ Φάγκεν και ο πρόσφατα μακαρίτης Ουόλτερ Μπέκερ σε μεγάλα κέφια, έχοντας μαζί τρεις μυθικούς κιθαρίστες: Ρικ Ντέρινγκερ, Χιου Μακ Κράκεν και βεβαίως βεβαίως ο μέγας Λάρι Κάρλτον. Οι στίχοι όπως πάντα παρόλο που είναι κρυπτικοί και αινιγματικοί, σπάνε κόκαλα με την ειρωνεία τους. Εδώ φυσικά με την αδηφαγία και απληστία των χρηματιστών και του κεφαλαίου….
Ένα ταξίδι στο Σικάγο, πριν από μερικά χρόνια, μου έδωσε την αίσθηση, που αποκομίζει κάθε ταξιδιώτης επισκεπτόμενος για πρώτη φορά την Αμερική: των τεραστίων μεγεθών. Τεράστια κτίρια, αυτοκίνητα, δρόμοι ακόμη και τα ποτήρια του καφέ είναι σε εξωπραγματικά μεγάλα μεγέθη για τα ευρωπαϊκά δεδομένα. Το Σικάγο με τα 10 εκατομμύρια κατοίκους του στη μητροπολιτική του περιοχή, είναι η πιο «αμερικανική» από τις μεγάλες πόλεις των ΗΠΑ, καθώς συγκεντρώνει απόλυτα τα χαρακτηριστικά του αμερικανικού τρόπου ζωής με τα καλά και τα κακά του. Είναι χτισμένο στη νοτιοδυτική άκρη της λίμνης Μίσιγκαν η οποία μοιράζεται ανάμεσα στις ΗΠΑ και τον Καναδά. Το κλίμα είναι γενικά ψυχρό με βαρείς χειμώνες και σύντομα καλοκαίρια, επικρατούν δε συχνά δυνατοί άνεμοι, γι’αυτό και έχει το προσωνύμιο «Η Πόλη των Ανέμων» (The Windy City).
Η προτομή του Ντισάμπλ στο σημείο που είχε αρχίσει την εμπορική του επιχείρηση στην εκβολή του ποταμού Σικάγο.
Ο πρώτος μόνιμος και μη ινδιάνος κάτοικος της περιοχής, που αποτελεί σήμερα το Σικάγο ήταν ο Ζαν Μπατίστ Ντισάμπλ, γάλλος με καταγωγή από την Καραϊβική και την Αφρική. Ο Ντισάμπλ ίδρυσε στο σημείο που ο ποταμός Σικάγο εκβάλει στη λίμνη Μίσιγκαν γύρω στα 1790 ένα μικρό εμπορικό σταθμό. Θεωρείται λοιπόν σήμερα ως ο ιδρυτής του Σικάγο. Ακόμη, η λέξη «Σικάγο» προέρχεται από την ινδιάνικη λέξη «σικάκβα», ονομασία ενός είδους άγριου σκόρδου, το οποίο βρισκόταν σε αφθονία στην περιοχή. Στη συνέχεια, δημιουργήθηκε το φρούριο Φορτ Ντίαρμπορν γύρω από το οποίο άρχισε η οικοδόμηση της πόλης.
H αναμνηστική πλάκα που δηλώνει τη θέση του Φορτ Ντίαρμπορν
Πολύ γρήγορα, το Σικάγο έχοντας σημαντική εμπορική θέση και όντας στην αιχμή της επέκτασης προς την Άγρια Δύση απέκτησε δεσπόζουσα θέση στο χάρτη των ΗΠΑ συγκεντρώνοντας πολλές βιομηχανίες με κυριότερη αυτή της επεξεργασίας του κρέατος. Έτσι δεν είναι παράξενο, που στον αέρα της πόλης πλανάται μέρα-νύχτα η μυρωδιά του ψημμένου μπέϊκον, που είναι εξάλλου τοπική εφεύρεση.
Η μαρίνα της Λίμνης Μίσιγκαν στο Σικάγο, άδεια λόγω χειμώνα. Στο βάθος, ένας από τους εμβληματικούς φάρους των Μεγάλων Λιμνών με το χαρακτηριστικό τους σχέδιο.
Όπως πολλές πόλεις του 18ου-19ου αιώνα, το Σικάγο ήταν γεμάτο ξύλινα κτίρια και υποδομές (πεζοδρόμια, στέγαστρα κ.λ.π.). Έτσι λοιπόν όταν τον Οκτώβριο του 1871 η αγελάδα του αγρότη Ο’Λίρι κλώτσησε μια λάμπα μέσα στον αχυρώνα του, σχεδόν όλη η πόλη τυλίχτηκε στις φλόγες, που έκαιγαν για τρεις ημέρες και κόστισαν τη ζωή σε 300 κατοίκους. Από την πυρκαγιά αυτή επέζησαν τα μόνα δύο κτίρια της πόλης που ήταν πετρόκτιστα, ο σταθμός της Πυροσβεστικής και ένας πύργος ύδρευσης.
Το κτίριο της Πυροσβεστικής, που γλίτωσε από τη μεγάλη πυρκαγιά. Σήμερα λειτουργεί ως γραφείο τουριστικής πληροφόρησης,
Η μεγάλη πυρκαγιά τελικά κατέληξε να ωφελήσει την πόλη, που χτίστηκε από την αρχή με άψογη ρυμοτομία και ψηλά πέτρινα κτίρια. Το κέντρο της πόλης είναι κτισμένο γύρω από τον κάθετο άξονα της κεντρικής Μίσιγκαν Άβενιου. Ο δρόμος αυτός θεωρείται σήμερα ως ένας από τους πιο εμπορικούς δρόμους του κόσμου και εκτείνεται σε αρκετά χιλιόμετρα από βορρά προς νότο. Η οικονομική ανάπτυξη ήταν ραγδαία και μετά το τέλος του Αμερικανικού Εμφυλίου Πολέμου, πολλοί πρώην σκλάβοι από το Νότο, κατευθύνθηκαν στο Σικάγο ως ελεύθεροι βιομηχανικοί εργάτες στις πολυάριθμες βιομηχανίες της πόλης. To Μάιο του 1886 η βίαιη καταστολή της εργατικής κινητοποίησης στην Πλατεία Χέιμαρκετ θα αποτελέσει το ορόσημο για την παγκόσμια καθιέρωση της Εργατικής Πρωτομαγιάς.
To Μνημείο της Εργατικής Πρωτομαγιάς, στο σημείο που συνέβησαν τα γεγονότα του 1886.
Γύρω στα 1880 αρχίζει και αυτό που θα αποτελέσει το ορόσημο για το Σικάγο: η ανέγερση ουρανοξυστών. Οι ουρανοξύστες του Σικάγο είναι η επιτομή της αρχιτεκτονικής στις ΗΠΑ. Τα μεγαλύτερα αρχιτεκτονικά γραφεία του κόσμου έχουν την έδρα τους εδώ και επιδίδονται σε ένα ανταγωνισμό για την κατασκευή του πλέον πρωτότυπου και λειτουργικού ουρανοξύστη. Ιστορικά, τη σημαντικότερη μορφή της αρχιτεκτονικής του Σικάγο αποτελεί ο Φαζλούρ Χαν (1929-1982), με καταγωγή από το Μπαγκλαντές, ο οποίος ως αρχισχεδιαστής του γραφείου «Σκίντμορ, Όουινγκς, Μέριλ» είναι υπεύθυνος για μερικά από τα πιο εμβληματικά υψηλά κτίρια της πόλης όπως το Χάνκοκ Σέντερ και το Ουίλις Τάουερ (πρώην Σίαρς Τάουερ), το οποίο ήταν για 25 χρόνια το πιο ψηλό κτίριο στον κόσμο. Η μεγάλη καινοτομία του Φαζλούρ Χαν ήταν η κατασκευή των ουρανοξυστών του με ένα σύστημα σκελετού από κοιλοδοκούς και δέσιμο του πλαισίου αυτού με διαγώνιες διατάξεις μεταλλικών δοκών. Χαρακτηριστικότερο δείγμα είναι το επιβλητικό Χάνκοκ Σέντερ με τους 103 ορόφους του. Η διαδρομή με το ασανσέρ από το ισόγειο μέχρι το παρατηρητήριο στον 100ο όροφο διαρκεί μόλις 40 δευτερόλεπτα (!).
Hancock CenterΗ κορυφή του χάνεται μέσα στα σύννεφα: ο ουρανοξύστης «Willis Tower» (πρώην Sear’s) ήταν επί 25 χρόνια το πιο ψηλό κτίριο του κόσμου. Έργο του Φαζλούρ Χαν.
Αξίζει πραγματικά τον κόπο να κάνει κανείς μια περιήγηση μέσα στο δάσος των ουρανοξυστών του Σικάγο. Τα σχέδια σε αφήνουν άναυδο με την τόλμη τους και κάθε κτίριο έχει δικό του χαρακτήρα. Ας δούμε κάποια πολύ χαρακτηριστικά από αυτά.
Marina City Towers, πιο γνωστοί ως τα … «Καλαμπόκια»
Ειδική μνεία στους «Marina City Towers». Κάπου εκεί στη δεκαετία του 1960 έπεσε η ιδέα ότι καλό θα ήταν να υπάρχουν κτίρια, από τα οποία να μη χρειάζεται να φεύγεις καθόλου. Στο ίδιο κτίριο να κατοικείς, να εργάζεσαι, να κάνεις τις αγορές σου και να ψυχαγωγείσαι. Τα δίδυμα αυτά κτίρια είναι κτισμένα στην όχθη του ποταμού Σικάγο. Στα υπόγειά τους υπάρχει εμπορικό κέντρο, στους κάτω ορόφους παρκάρουν τα οχήματα, στους μεσαίους ορόφους υπάρχουν τα γραφεία και στους επάνω ορόφους οι κατοικίες. Στο ισόγειο υπάρχει μικρό λιμάνι πάνω στο ποτάμι για ταχύπλοα των κατοίκων. Το σχέδιο αυτό τελικά δε λειτούργησε, καθώς έγινε της μόδας η κατοικία στα προάστια, όμως τα … «Καλαμπόκια» όπως είναι γνωστοί οι δύο πύργοι έχουν αφήσει το στίγμα τους στην αρχιτεκτονική ιστορία της πόλης.
Aqua Building
Ο ουρανοξύστης «Aqua» (=νερό), κατασκευάστηκε σε σχέδια της αρχιτέκτονος Τζην Γκανγκ και με τους 82 ορόφους του (262 μέτρα ύψος) είναι το ψηλότερο κτίριο στην ιστορία, που σχεδιάστηκε από γυναίκα. Τα μπαλκόνια του με το ακανόνιστο κυματιστό σχήμα δημιουργούν την οπτική εντύπωση της επιφάνειας του νερού.
Trump Tower και Wrigley Building
Ο σημερινός πρόεδρος των ΗΠΑ, είναι ιδιοκτήτης του δεύτερου ψηλότερου κτιρίου στο Σικάγο. O Τραμπ Τάουερ του Σικάγο έχει 423 μέτρα και 98 ορόφους. Η χρήση του είναι για ξενοδοχείο αλλά και κατοικίες. Αποτελεί ένα από τους λίγους ουρανοξύστες των οποίων τα παράθυρα ανοίγουν (σε ανάκλιση) και έχουν φυσικό αερισμό. Στα φωτογραφικά πλάνα συνήθως το μεγαθήριο του Προέδρου πάει μαζί με το κομψό πέτρινο κτίριο Wrigley, κατασκευής του 1924, με δύο τμήματα, που επικοινωνούν με μια εναέρια γέφυρα. Ιδιοκτησίας του μεγιστάνα της τσίχλας Ουίλιαμ Ρίγκλεϊ, υπήρξε το πρώτο κτίριο της πόλης με κλιματισμό.
Aon Center
Ο ουρανοξύστης Aon Center είναι το τρίτο ψηλότερο κτίριο στο Σικάγο, με ύψος 343 μέτρα και 83 ορόφους καθώς και το ψηλότερο κτίριο του κόσμου, που είναι εξ’ολοκλήρου επενδεδυμένο με μάρμαρο. Κατασκευάστηκε από την πετρελαϊκή εταιρεία Amoco και σήμερα ανήκει στη γνωστή εταιρεία οικονομικών αξιολογήσεων Blackstone. Είναι εντυπωσιακή η ομοιότητά του με τους πάλαι ποτέ Δίδυμους Πύργους της Νέας Υόρκης.
«Chicago Tribune Building»
Το κτίριο της εφημερίδας «Σικάγο Τρίμπιουν», δείγμα νεογοτθικής αρχιτεκτονικής σε ουρανοξύστη χτίστηκε το 1925. Υπήρξε το στρατηγείο του περιβόητου συνταγματάρχη Ρόμπερτ Ρ. Μακόρμικ, εκδότη της εφημερίδας, ο οποίος πρωτοστάτησε στο πανίσχυρο «Κίνημα του Απομονωτισμού» στη διάρκεια του Μεσοπολέμου. Με άλλα λόγια ο Μακόρμικ και οι οπαδοί του ήταν αντίθετοι με την ανάμιξη των ΗΠΑ στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, την οποία προωθούσε ο Πρόεδρος Φραγκλίνος Ρούσβελτ. Η ιστορία φυσικά δικαίωσε το Ρούσβελτ. Ο μεγαλομανής Μακόρμικ έχει εντοιχίσει στον εξωτερικό τοίχο του κτιρίου του κομμάτια από σπουδαία μνημεία της ανθρωπότητας (Παρθενώνας, Αγκόρ Βατ, Σινικό Τείχος, κ.λ.π.).
Μάρμαρο από τον Παρθενώνα στον τοίχο του Chicago Tribune Building.
Το Σικάγο ως πόλη χρωστά πολλά στον Ρόμπερτ Μακόρμικ. Ο τύπος αυτός βλέποντας πολύ μακριά, χρηματοδότησε την ανέγερση του «Mc Cormick Place», που είναι πολύ απλά το μεγαλύτερο συνεδριακό κέντρο στον κόσμο. Το αχανές αυτό συγκρότημα ξεκίνησε να λειτουργεί το 1965 και συνεχώς επεκτείνεται. Χτισμένο στην όχθη της λίμνης Μίσιγκαν, φιλοξενεί παγκόσμια συνέδρια για …. το οτιδήποτε, 365 ημέρες το χρόνο και φέρνει στην πόλη και τις επιχειρήσεις της εκατομμύρια επισκεπτών συνέδρων και βεβαίως σημαντικά εισοδήματα. Έχει δικό του σταθμό μετρό και αμέτρητους εκθεσιακούς χώρους. Ακόμη τεράστια αμφιθέατρα συνεδριάσεων, τα μικρότερα από αυτά έχουν χωρητικότητα 2.000 ατόμων το καθένα …
H κεντρική είσοδος του Mc Cormick Place.
Ένα στοιχείο για το οποίο οι κάτοικοι του Σικάγο είναι περήφανοι είναι τα γλυπτά σε δημόσιους χώρους. Έχοντας μακροχρόνια παράδοση στο θέμα αυτό η πόλη αποτελεί ένα υπαίθριο μουσείο και έχει προσελκύσει ονόματα όπως ο Πάμπλο Πικάσο και ο Χουάν Μιρό, αλλά και πλήθος άλλων σπουδαίων καλλιτεχνών, που έχουν τοποθετηθεί έργα τους σε πλατείες, δρόμους και πάρκα. Ας δούμε μερικά από αυτά.
Το άνευ ονόματος γλυπτό του Πικάσο μπροστά από το Δημαρχείο του Σικάγο.
Μπροστά στο Δημαρχείο του Σικάγο ορθώνονται τα 15 μέτρα αυτού του περίεργου γλυπτού από ατσάλι, του Πάμπλο Πικάσο. Μιας και δεν φέρει τίτλο, αποτελεί μέχρι σήμερα αντικείμενο συζήτησης σχετικά με το τι απεικονίζει. Οι κάτοικοι του Σικάγο αγαπούν τη γλυπτική στους δημόσιους χώρους, είναι όμως και γκρινιάρηδες, οπότε δεν έχει κοπάσει η μουρμούρα, που ξεσηκώθηκε το 1967 με την τοποθέτηση του γλυπτού. Μ’αυτά και μ’αυτά όμως το συγκεκριμένο έχει γίνει ένα από τα σύμβολα της πόλης καθώς όσο άσχημο και αν είναι η διάσημη υπογραφή του είναι αδιαμφισβήτητη. Η επικρατέστερη εκδοχή πάντως λέει ότι στο έργο αυτό απεικονίζεται ο σκύλος του Πικάσο. Όσοι έχετε δει την ταινία «Μπλουζ Μπράδερς» θα το θυμόσαστε στην επική σκηνή του κυνηγητού με τα περιπολικά στο τέλος της ταινίας, που λαμβάνει χώρα ακριβώς εκεί, στη Ντάλεϊ Πλάζα.
«Ο Ήλιος, το Φεγγάρι και ένα Αστέρι» – Χουάν Μιρό
«Ο Ήλιος, το Φεγγάρι και ένα Αστέρι» του Χουάν Μιρό, στέκει ακριβώς απέναντι από το γλυπτό του Πικάσο, λες και οι δύο μυθικοί δημιουργοί έχουν ανοίξει διάλογο με τα έργα τους στο κέντρο του Σικάγο. Το έργο του Μιρό τοποθετήθηκε το 1981 και στη βάση του συνηθίζουν να κάθονται οι περαστικοί και να τρώνε το κολατσιό τους.
«Cloud Gate», πιο γνωστό ως «The Bean» (το Φασόλι)
Αν μιλάμε όμως για γκρίνια με θέμα γλυπτό, τότε ο χαμός έγινε το 2006 με την τοποθέτηση του «Cloud Gate», έργο του ινδο-βρετανού Ανίς Καπούρ. Κανείς δεν το ήθελε, όλοι το έβριζαν ως χοντροκομμένο και άκομψο, έλα όμως που άρεσε πολύ στους επισκέπτες και τους τουρίστες. Έτσι σήμερα, το «Φασόλι» είναι το δημοφιλέστερο από τα δημόσια γλυπτά του Σικάγο, τοποθετημένο στο Μιλένιουμ Παρκ και όλοι πλέον το υμνούν…
«The Runners» έργο του Θόδωρου Παπαγιάννη
Έχουμε όμως και ελληνική συμμετοχή στη δημόσια γλυπτική του Σικάγο. Έξω από το αεροδρόμιο Ο’Χερ στέκει μεγαλόπρεπη η σύνθεση «Δρομείς» του συντοπίτη μας μεγάλου γλύπτη Θόδωρου Παπαγιάννη. Το έργο δημιουργήθηκε για το Μαραθώνιο του Σικάγο και στα πλαίσια της αδελφοποίησης της πόλης των ανέμων με την Αθήνα.
Jay Pritzker Pavillion
Στο Μιλένιουμ Πάρκ βρίσκονται μερικά ακόμη ενδιαφέροντα αξιοθέατα. Ένα από αυτά είναι ο συναυλιακός χώρος του Τζέι Πρίτζκερ Παβίλιον, που σχεδίασε ο περίφημος αρχιτέκτονας Φράνκ Γκέρι (όπερα του Μπιλμπάο κ.λ.π.). Μπορεί να γίνει ανοικτός αλλά και κλειστός χώρος με τη μετακίνηση των κομματιών της εντυπωσιακής στέγης του.
Buckingham Fountain
Στο Μιλένιουμ Παρκ επίσης και το τεράστιο συντριβάνι «Μπάκιγχαμ Φάουντεν». Οι λάτρεις της τηλεοπτικής σειράς «Παντρεμένοι με Παιδιά» θα το θυμούνται στους τίτλους κάθε επεισοδίου, μαζί με το «Love and Marriage» του Φρανκ Σινάτρα.
Κάτω από το Loop
Κομβικής σημασίας για το Σικάγο αποτελεί το «Λουπ». Ο υπέργειος σιδηρόδρομος περικλείει σε κυκλική διαδρομή μια πολύ κεντρική περιοχή της πόλης, που λέγεται και αυτή Loop. Ό,τι βρίσκεται μέσα στα όρια του Λουπ, θεωρείται μεγάλης εμπορικής αξίας. Η κάτω πλευρά των σιδηροτροχιών με τους αυτοκινητόδρομους έχει αποτυπωθεί σε πάμπολλες κινηματογραφικές ταινίες, ως ατμοσφαιρικό σκηνικό.
Περιοχή του Loop
Το Σικάγο διαθέτει εξαιρετικά μουσεία διαφόρων ειδών. Αν όμως πρέπει κανείς να δει μόνο ένα από αυτά, τότε πρέπει να αφιερώσει χρόνο στο «Art Institute of Chicago», ένα από τα μεγαλύτερα μουσεία τέχνης στον κόσμο. Διαθέτει τη μεγαλύτερη συλλογή ιμπρεσιονιστών ζωγράφων παγκοσμίως και συλλογές τέχνης από όλες τις περιόδους του ανθρώπινου πολιτισμού. Αυτό που αξίζει είναι να ακολουθήσει κανείς τις δωρεάν θεματικές ξεναγήσεις που γίνονται καθημερινά από εθελοντές ξεναγούς, η εμπειρία είναι εξαιρετική !!! Το AIC παρά το μέγεθός του είναι ένα μουσείο πολύ ευχάριστο, που δεν κουράζει τον επισκέπτη, όπως συνήθως συμβαίνει με τα μεγάλα μουσεία του κόσμου, όπου ο επισκέπτης «μπουχτίζει» κατά το κοινώς λεγόμενο…
Η κεντρική είσοδος του Art Institute of Chicago
Ένα από τα πιο διάσημα εκθέματα του AIC είναι ο πίνακας «Αμέρικαν Γκόθικ» του ζωγράφου Γκραντ Γουντ. Ένα αινιγματικό έργο, για την ερμηνεία του οποίου έχουν γραφτεί αμέτρητες σελίδες, που προσπαθούν να το αποκρυπτογραφήσουν.
«American Gothic» του Grant Wood, σε γιγαντιαίο υπαίθριο γλυπτό
Το Σικάγο υπήρξε μια από τις πιο μουσικές πόλεις της Αμερικής, έχοντας δώσει τις δικές του σχολές στη σόουλ, τη τζαζ και κυρίως το μπλουζ, στην ηλεκτρική του εκδοχή με μεγάλους μουσικούς όπως ο Άλμπερτ Κόλινς, ο Μπ.Μπ.Κινγκ, o Τζον Λη Χούκερ, ο Μάντι Γουότερς, ο Ουίλι Ντίξον, η Κόκο Τέϊλορ, ο Μπάντι Γκάϊ και τόσοι άλλοι. Αλλά και στα πιο πρόσφατα χρόνια στο Σικάγο γεννήθηκε από τοπικούς dj’s το χορευτικό είδος του «Χάουζ» (η ονομασία προέρχεται από το gay club «Warehouse». Σήμερα στο Σικάγο η μουσική βρίσκεται σε παρακμή. Είναι απίθανο να βρεις τζαζ κλαμπ και όσο για το μπλουζ περιορίζεται σε κάτι φτηνές τουριστικές παραστάσεις. Ψάχνοντας για κάτι αυθεντικό, βρήκα τελικά το κλαμπ «Blue Chicago», το οποίου η ατμόσφαιρα ήταν αληθινό «καταγώγιο». Στη σκηνή ο βετεράνος μπλούζμαν Τσάρλι Λαβ με τη μπάντα του έδιναν ρέστα και εμείς όρθιοι την είχαμε καταβρεί, με τη μπύρα στο χέρι, όπως παλιά…
Το μοναδικό ίσως εναπομείναν μπλουζ κλαμπ του Σικάγο «Blue Chicago»Ο Τσάρλι Λαβ (δεξιά) με τη μπάντα του στη σκηνή του «Blue Chicago»
Πολύ λυπήθηκα που δεν πρόλαβα να επισκεφθώ τα στούντιο της θρυλικής εταιρείας «Chess Records», έναν τόπο ιερό για κάθε λάτρη της μαύρης μουσικής. Την επόμενη φορά…
Και βεβαίως Muddy Waters Drive !!!
Όποιος (όπως η αφεντιά μου) αγαπά το μπάσκετ, δεν θα μπορούσε να μην παρακολουθήσει έναν αγώνα του ΝΒΑ. Έτσι, στο αχανές United Center εκεί που οι Σικάγο Μπουλς αντιμετώπισαν τους Ντιτρόϊτ Πίστονς ήμουν εκεί σε μια μοναδική εμπειρία αθλητικού γεγονότος. Οι οπαδοί των δύο ομάδων κάθονται μαζί χωρίς να …..τρέχει κάστανο, ενώ η ατμόσφαιρα -σε σχέση με την ευρωπαϊκή- θυμίζει … εκκλησία, πιθανόν σε βαθμό ενοχλητικό. Όμως όλο το σόου αξίζει τον κόπο 100%, απόλυτος επαγγελματισμός σε όλα και διασκέδαση για όλους χωρίς κανένα πρόβλημα.
Το παρκέ του United Center με τη μασκότ «Benny The Bull» να υπερίπταταιΣτην οροφή του γηπέδου οι φανέλες των θρύλων Μάικλ Τζόρνταν και Σκότι Πίπεν.
H θέα από την κορυφή ενός ουρανοξύστη ας μας οδηγήσει στο τέλος αυτής της σύντομης περιπλάνησης στην πόλη του Αλ Καπόνε, του Μάικλ Τζόρνταν, του Μπαράκ Ομπάμα, του Χιου Χέφνερ, της Όπρα Ουίνφρεϊ, του Κάνιε Ουέστ και τόσων άλλων. Από τον 100ο όροφο του Χάνκοκ Σέντερ, πίνοντας τον καφέ σου έχεις όλο το Σικάγο στα πόδια σου…
Προς βορρά θέα με τη λίμνη ΜίσιγκανΟοουυππςςς !!!Σαν σκηνικό από το Blade Runner τη νύχτα (θέα προς νότο).‘Ενα ακόμη αμερικάνικο ορόσημο: «Hard Rock Cafe»Trump Tower και Mc Donald’sΤο Χάνκοκ Σέντερ και ο πύργος Πενίνσουλα αναδύονται από την πρωϊνή ομίχλη.
» ‘Εχω δει πράγματα που εσείς οι άνθρωποι δεν θα πιστεύατε. Σκάφη επίθεσης να φλέγονται έξω από το βραχίονα του Ωρίωνα. Είδα δέσμες φωτός C να λάμπουν στο σκοτάδι κοντά στις Πύλες του Τανχόϊζερ. Όλες αυτές οι στιγμές θα χαθούν μέσα στο χρόνο, όπως τα δάκρυα στη βροχή. Είναι ώρα να πεθάνω.»
Αυτές οι λίγες γραμμές ακούγονται στην πιο συγκλονιστική σκηνή θανάτου στην ιστορία του κινηματογράφου. Φλερτάρω συχνά με τη σκέψη να καταλήξω ότι η ταινία «Μπλέηντ Ράνερ» (1982) σε σκηνοθεσία Ρίντλεϊ Σκοτ είναι η καλύτερη, που έχω δει στη ζωή μου. Και δεν είμαι ο μόνος. Όλοι εμείς που λατρεύουμε αυτή την ταινία αισθανθήκαμε ανακούφιση που η συνέχειά της (Blade Runner 2049) ήταν καλή και συνεπής με το αρχικό έργο, φορτωμένη βέβαια με όλα τα αναπόφευκτα για την εποχή μας τεχνικά εφέ (CGI και τα λοιπά…). Το πρωτότυπο βασίζεται -μάλλον χαλαρά- στο βιβλίο του Φίλιπ Ντικ «Do Androids Dream of Electric Sheep ?». Η ταινία βρίσκεται πολύ μπροστά από την εποχή της, αγγίζοντας ζητήματα όπως η κλωνοποίηση, η τεχνητή νοημοσύνη και η καταστροφή του περιβάλλοντος.
Ο χώρος μια μεγα-πόλη του μέλλοντος το Λος Άντζελες, όπου ο ήλιος πια δε λάμπει και βρέχει αδιάκοπα. Άνθρωποι και κτίρια συμφύρονται εφιαλτικά ενώ παντού κυριαρχούν τεράστιες οθόνες διαφημίσεων με γιαπωνέζικα ιδεογράμματα kanji. Στο έτος 2019 (κοίτα σύμπτωση…..) η εταιρεία Ταϊρέλ έχει κατασκευάσει ανθρώπινα αντίγραφα («ρέπλικες» ή «ανδροειδή»), τα οποία στέλνονται σε μακρινές αποικίες σε άλλους πλανήτες σαν σκλάβοι εργάτες ορυχείων για λογαριασμό των ανθρώπων. Η ομοιότητά τους με τους πραγματικούς ανθρώπους είναι απόλυτη και για να τα ξεχωρίσεις πρέπει να υποβληθούν σε ένα ειδικό τεστ απόκρισης της ίριδας του ματιού. Όπως και οι άνθρωποι έχουν ημερομηνία λήξης, την οποία γνωρίζει μόνο η εταιρεία Ταϊρέλ. Η Αστυνομία του Λος Άντζελες διατηρεί ένα ειδικό τμήμα, τους Μπλέιντ Ράνερς, που ασχολούνται με την «απόσυρση» των ανδροειδών. Όταν γίνεται γνωστό ότι τέσσερα από αυτά τα ανδροειδή έχουν επιστρέψει στη Γη, η ομάδα κινητοποιείται για να τα εξουδετερώσει και τον κύριο ρόλο του κυνηγού αναλαμβάνει ο αστυνόμος Ντέκαρτ.
Το καστ της ταινίας ονειρεμένο. Ο Χάρισον Φορντ (Ντέκαρτ) στον πιο μεστό ρόλο της καριέρας του. Όλοι μας τότε λίγο-πολύ είχαμε ερωτευτεί την εύθραυστη ομορφιά της Ρέιτσελ με τα ψιχαλιστά μάτια, που ερμήνευσε μοναδικά η Σον Γιάνγκ (τι απέγινε άραγε αυτή η πανέμορφη ηθοποιός; ). Η Ρέιτσελ ένα πλάσμα-αιώνιο μυστήριο: άνθρωπος ή ανδροειδές, καλύτερα να μη μάθουμε ποτέ…
H Σον Γιάνγκ στον αξέχαστο ρόλο της Ρέιτσελ.
Ακόμη η Ντάριλ Χάνα, εντελώς αγνώριστη στο ρόλο της Πρις, ενός επικίνδυνου ανδροειδούς με ακροβατικές ικανότητες, ο Έντουαρντ Τζέιμς Όλμος σε ένα καθαρά νουάρ ρόλο αστυνομικού, φόρο τιμής στο σπουδαίο αυτό είδος. Ένα ακόμη φοβερό στοιχείο της ταινίας είναι η μουσική της. Ο Βαγγέλης Παπαθανασίου με αυτό το σάουντρακ έφθασε κατά τη γνώμη μου στο απόγειο της δημιουργίας του. Σπάνια η δράση και η μουσική δένουν τόσο απόλυτα.
Η Ντάριλ Χάννα, στο ρόλο της Πρις
Όλα αυτά ωραία και υπέροχα, όμως ακόμη δεν ασχοληθήκαμε με το πιο βαρύ χαρτί του έργου. Στο ρόλο του Ρόι Μπάτι, αρχηγού των κυνηγημένων ανδροειδών, ο συγκλονιστικός Ρούτγκερ Χάουερ. Δεν θα μπορούσε να γίνει καλύτερη επιλογή για το συγκεκριμένο ρόλο εκτός από το σπουδαίο αυτό Ολλανδό ηθοποιό. Ο Ρούτγκερ Χάουερ έπαιξε σταθερά στην καριέρα του ρόλους κακών και μάλιστα σε ταινίες β’ διαλογής. Εδώ όποιος είχε την έμπνευση να του αναθέσει το ρόλο του Ρόι Μπάτι έκανε πραγματικά διάνα, καθώς με το παρουσιαστικό και την ερμηνεία του θυμίζει τους υπερανθρώπους, που ονειρεύτηκε κάποτε να δημιουργήσει ο γνωστός αποτυχημένος ζωγράφος…
Ρούτγκερ Χάουερ
Το πόσο μεγάλος ηθοποιός είναι ο Χάουερ, αποδείχθηκε από αυτό, που έκανε στην ερμηνεία της σκηνής του θανάτου του χαρακτήρα που υποδυόταν. Όταν πήρε στα χέρια του το κείμενο με τα λόγια του σεναρίου για τη σκηνή αυτή, το διάβασε και το βρήκε πολύ φλύαρο. Σχεδόν υπερδιπλάσιο σε μέγεθος από αυτό που διαβάσατε στην αρχή και άκρως μπερδευτικό. Χωρίς να πει τίποτε σε κανέναν, αποφάσισε να πει μια δική του εκδοχή. Την ημέρα του γυρίσματος της σκηνής, μέσα σε καταρρακτώδη βροχή και έχοντας στο χέρι του ένα λευκό περιστέρι, κάνοντας βαρυσήμαντες παύσεις ανάμεσα στις λέξεις, ξεστόμισε αυτό το κειμενάκι δικής του έμπνευσης, που θα έμενε στην κινηματογραφική αιωνιότητα:
I’ve seen things you people wouldn’t believe. Attack ships on fire off the shoulder of Orion. I watched C-beams glitter in the dark near the Tannhäuser Gate. All those moments will be lost in time, like tears in rain. Time to die.
Για μια στιγμή στο κινηματογραφικό συνεργείο έμειναν άναυδοι, όταν κατάλαβαν την αλλαγή στα λόγια του σεναρίου. Αμέσως μετά όλοι ξέσπασαν σε ένα ξέφρενο χειροκρότημα, νιώθοντας ότι μόλις είχαν κινηματογραφήσει κάτι πολύ σπουδαίο. Υπάρχει όμως και καλύτερη λεπτομέρεια: στο πρωτότυπο σενάριο δεν αναφέρονται πουθενά οι «Πύλες του Τανχόιζερ». Ο Ρούτγκερ Χάουερ απέτισε πολύ πετυχημένα φόρο τιμής στο βαγκνερικό ήρωα ιππότη και ποιητή Τανχόιζερ, που είναι έκπτωτος ενώπιον θεών και ανθρώπων, όπως και ο ήρωάς του, ο Ρόι Μπάτι ….
Έχουν γραφτεί πάμπολλες αναλύσεις της σκηνής αυτής. Το ανδροειδές ξέρει ότι θα «λήξει», όμως με όσα έχει ζήσει ήδη βρίσκεται ένα βήμα πριν να γίνει άνθρωπος. Και καθώς δεν έζησε το ένα από τα δύο σπουδαιότερα γεγονότα της ανθρώπινης φύσης, δηλαδή τη γέννηση, τώρα ποθεί να βιώσει το άλλο, δηλαδή το θάνατο. Το περιστέρι, που φεύγει μέσα από τα χέρια του συμβολίζει την ψυχή, που δεν είχε ποτέ και που μόλις την απέκτησε την έχασε. Εκείνο όμως, που συγκλονίζει, είναι η διαπίστωση πως όλα όσα έζησε θα χαθούν μέσα στο χρόνο, όπως τα «δάκρυα στη βροχή» (μια ακόμη προσθήκη της τελευταίας στιγμής του Χάουερ). Είναι τόσο αλήθεια: καθώς μας προσπερνούν τα χρόνια λες και είμαστε σταματημένοι, όλο και περισσότερο μας απασχολεί το θέμα της θνητότητας και του τι θα αφήσουμε πίσω μας. Όλα όσα ζήσαμε, είδαμε, χαρήκαμε, λυπηθήκαμε, αγγίξαμε, απολαύσαμε, ερωτευτήκαμε, όλα αυτά θα χαθούν, όπως τα δάκρυα μέσα στη βροχή, που πέφτει ασταμάτητα και τα παρασύρει όλα, στο αδυσώπητο ποτάμι του χρόνου….
Αφιερωμένο στον αείμνηστο συνάδελφο και φίλο Γιώργο Χατζηγιάννη, που τόσο αγαπούσε αυτή την ταινία …
Έπειτα από 6 σεζόν τελείωσε μια από τις πιο συγκλονιστικές τηλεοπτικές σειρές της τελευταίας δεκαετίας. Η σειρά «The Americans» είναι παραγωγή του καναλιού FX και ξεκίνησε το 2013. Δε θα έλεγε κανείς ότι είχε την ανυπολόγιστη απήχηση άλλων σειρών των τελευταίων χρόνων, όπως το «Game of Thrones», το «House of Cards» ή το «Breaking Bad». Απευθυνόμενοι σε ένα κοινό με ενδιαφέρον για την ύστερη περίοδο του Ψυχρού Πολέμου οι «Americans» θέτουν το πλαίσιο της δράσης τους στην ψυχροπολεμική δεκαετία του 1980 και ο χαρακτήρας της σειράς είναι καταρχήν «κατασκοπευτικό δράμα». Έλα όμως που είναι πολύ περισσότερα πράγματα από αυτό… Δημιουργός της σειράς ο Τζο Γουάιζμπεργκ, επί πολλά χρόνια επαγγελματίας κατάσκοπος στην υπηρεσία της CIA. Όπως λέει ο ίδιος, είναι και αυτή μια δουλειά όπως όλες οι άλλες, με κάποιες «ιδιαιτερότητες» φυσικά. Τον ίδιο τον απασχόλησε από τη δική του εμπειρία πως συμβιβάζεται μια δουλειά όπως αυτή με την οικογένεια και την υπόλοιπη προσωπική ζωή του κατασκόπου. Το ζήτημα δεν είναι πρωτόγνωρο στον κινηματογράφο. Εντελώς πρόχειρα θυμάμαι την απολαυστική ταινία του Τζέημς Κάμερον «True Lies» («Αληθινά Ψέματα») με πρωταγωνιστή τον Άρνολντ Σβαρτσενέγκερ. Εκεί το θέμα είχε μια ισχυρή αίσθηση κωμωδίας και ήταν όντως έτσι. Όμως με τους «Americans» δεν υπάρχει ίχνος κωμωδίας. Αντίθετα, πρέπει να είσαι έτοιμος να καταδυθείς σε αβυσσαλέα σκοτεινά βάθη ανθρώπινης συμπεριφοράς και κατάστασης.
Η οικογένεια Τζένιγκς
Υπόθεση; Κάπου στη Βιρτζίνια των ΗΠΑ ζει η οικογένεια του Φίλιπ και της Ελίζαμπεθ Τζένιγκς, που έχουν δύο παιδιά, την Πέιτζ και τον Χένρι. Οι δύο γονείς κάνουν την ίδια δουλειά: διατηρούν δικό τους ταξιδιωτικό γραφείο και απασχολούν καμιά δεκαριά υπαλλήλους. Η ζωή τους είναι έως και ειδυλλιακή: νέοι, εμφανίσιμοι, πετυχημένοι, οικογενειάρχες με μεγάλη μονοκατοικία στα προάστια, με λίγα λόγια η αρχετυπική αμερικανική οικογένεια. Όμως κάτω από αυτό το λούστρο κρύβεται μια εντελώς άλλη πραγματικότητα: Ο Φίλιπ και η Ελίζαμπεθ είναι σοβιετικοί κατάσκοποι (Μίσα και Ναντέζντα τα πραγματικά τους ονόματα), που αφού πρώτα τους πάντρεψαν η ΚGB τους έστειλε σε πολύ νεαρή ηλικία από τη Ρωσία στην Αμερική όπου και εγκαταστάθηκαν με πλαστά στοιχεία. Εκεί απέκτησαν τα δύο παιδιά τους, τα οποία γεννήθηκαν και μεγάλωσαν σαν αμερικανάκια, χωρίς να έχουν την παραμικρή ιδέα για την πραγματική τους καταγωγή και δουλειά των γονέων τους. Οι δύο γονείς ζουν διπλή ζωή. Πίσω από τη βιτρίνα της οικογένειάς τους κρύβονται δύο εξαιρετικά εκπαιδευμένοι σοβιετικοί πράκτορες χωρίς ηθικούς δισταγμούς και φραγμούς. Εξαπάτηση των «στόχων» τους, αμέτρητες μεταμφιέσεις, διαρρήξεις, παρακολουθήσεις , εκβιασμοί αλλά και κατά συρροή δολοφονίες με κάθε τρόπο. Ακόμη, ευρύτατη και αδίστακτη χρήση του σεξ ως μέσου απόσπασης πληροφοριών. Ενώ έτσι έχουν τα πράγματα, ο πιο κολλητός τους φίλος είναι ο γείτονάς τους Σταν Μπίμαν, ο οποίος τυχαίνει να είναι πράκτορας του FBI στο Γραφείο Αντικατασκοπίας, ανυποψίαστος και αυτός για την πραγματική τους ταυτότητα.
Ο Νόα Έμεριχ, στο ρόλο του πράκτορα Σταν Μπίμαν
Οι δύο κατάσκοποι δεν είναι μόνοι τους. Ένα ολόκληρο αυτόνομο βοηθητικό δίκτυο της KGB επί αμερικανικού εδάφους επιστρατεύεται κάθε φορά που χρειάζεται. Εξαιρετικοί στους ρόλους των «συντονιστών» της KGB οι παλαίμαχοι ηθοποιοί Μάργκο Μάρτιντέϊλ και Φρανκ Λανγκέλα.
Δύο όχι και τόσο αθώα γεροντάκια…
Χωρίς η σύνδεση να είναι εμφανής, πολύ επιτυχημένα η υπόθεση μας περνά και στο χώρο της «Ρεζιντεντούρα», δηλαδή του μυστικού γραφείου της KGB στη σοβιετική πρεσβεία στην Ουάσιγκτον. Χρησιμοποιώντας στους σχετικούς ρόλους ηθοποιούς με μητρική τη ρωσική γλώσσα, παίρνει σπουδαίες ερμηνείες από αυτούς. Ξεχωρίζουν ο Ρωσο-αυστραλός Κόστα Ρόνιν, ο Ρωσο-αμερικανός Λεβ Γκορν και η Αφγανο-αμερικανίδα Ανέτ Μαχέντρου.
Στα άδυτα της Ρεζιντεντούρα της KGB (Ανέτ Μαχέντρου και Λεβ Γκορν)
Από την άλλη στο γραφείο του FBI παίρνουμε μια εικόνα για τις μεθόδους που χρησιμοποιούν προσπαθώντας να στριμώξουν τους σοβιετικούς. Οι δύο κόσμοι έχουν κάποιες επαφές μεταξύ τους προσπαθώντας να ξεγελάσουν ο ένας τον άλλο. Ως θεατές βλέπουμε πλήθος κατασκοπευτικών τεχνασμάτων και γκάτζετς, που χρησιμοποιούνται, προφανώς λόγω της θητείας του δημιουργού της σειράς στις μυστικές υπηρεσίες.
Η Ελίζαμπεθ «επί το έργον»…
Η ιστορία είναι τοποθετημένη λίγο πριν την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης. Οι πρωταγωνιστές δεν το ξέρουν αυτό και αγωνίζονται με πάθος για την υπεράσπιση της πραγματικής τους πατρίδας, ενώ ταυτόχρονα δίνουν την εικόνα των καλών αμερικανών πολιτών προς τα έξω. Τα θέματα που αγγίζουν είναι σημαντικά για την εποχή, που σημαδεύτηκε από την ψυχροπολεμική πολιτική του προέδρου Ρήγκαν: ο «Πόλεμος των Άστρων», ο βιολογικός πόλεμος, η τεχνολογία «στελθ», ο πόλεμος του Αφγανιστάν, ακόμη και το μυστηριώδες τότε «Άρπανετ», ο πρόδρομος του σημερινού διαδικτύου (το οποίο ξεκίνησε από στρατιωτική χρήση ως γνωστόν).
Ο Φίλιπ και η Ελίζαμπεθ, σε μια από τις πολλές μεταμφιέσεις τους.
Όμως εν τέλει οι «Americans» είναι μια σκοτεινή ανθρώπινη ιστορία. Οι δύο πρωταγωνιστές έχουν συχνά φλας μπακ από την προηγούμενη ζωή τους στη Σοβιετική Ένωση, άλλοτε νοσταλγικά και άλλοτε απωθητικά. Το πιο δύσκολο θέμα είναι ο χειρισμός των ανύποπτων παιδιών τους καθώς αυτά μεγαλώνουν. Το φιλμάρισμα είναι επίτηδες σκοτεινό και ατμοσφαιρικό, επιτείνοντας τη δραματική ατμόσφαιρα. Σε καμία σκηνή δεν υπάρχει το φως του ήλιου την ημέρα, ενώ όλα τα πλάνα από τη Ρωσία είναι ημίφωτα και χιονισμένα. Τα όσα συμβαίνουν έχουν ένταση άλλοτε φανερή και άλλοτε υπόγεια. Η σειρά ευτύχησε να έχει δύο καταπληκτικούς ηθοποιούς στους πρωταγωνιστικούς ρόλους.
Κέρι Ράσελ και Μάθιου Ρις, σε δύο μαεστρικές ερμηνείες.
Η Κέρι Ράσσελ δίνει ρέστα στο ρόλο της Ελίζαμπεθ, περιδιαβαίνοντας με άνεση όλο το ερμηνευτικό φάσμα, αλλάζοντας πρόσωπα και διατηρώντας τη γοητεία της ακόμη και στα πιο φρικτά εγκλήματα που διαπράττει. Ο Μάθιου Ρις, συμπληρώνει ιδανικά την ερμηνεία της. Πιο εύθραυστος, πιο ανθρώπινος από την αδίστακτη Ελίζαμπεθ, ο ρόλος του Φίλιπ του πηγαίνει γάντι και ο ίδιος τον υπηρετεί αριστοτεχνικά. Δεν είναι τυχαίο ότι και οι δύο μονοπώλησαν τα τηλεοπτικά βραβεία ερμηνείας τα τελευταία χρόνια. Αλλά και το υπόλοιπο καστ είναι εξαιρετικό. Ιδιαίτερη μνεία βέβαια για τη σπουδαία απόδοση του Νόα Έμεριχ, στο ρόλο του πράκτορα Σταν Μπίμαν, ενός χαρακτήρα με πολλά διλήμματα και προβλήματα.
H Κέρι Ράσελ, σε ένα βαρυσήμαντο ρόλο, μακριά από όσα πιο εύπεπτα είχε κάνει μέχρι τώρα στην καριέρα της.
Τέλος, η αναπαράσταση της εποχής των ’80ς είναι υποδειγματική και συμπληρώνεται σε πολλά επεισόδια με τραγούδια εκείνης της εποχής (όχι και τόσο προφανή χιτ, πράγμα πολύ καλό βεβαίως). Προς τιμήν των δημιουργών της η σειρά δεν πέφτει στην παγίδα να γίνει μια ακόμη αμερικάνικη σειρά με υπερπατριωτικές κορώνες. Αντίθετα, αντιμετωπίζει τους δύο κόσμους του Ψυχρού Πολέμου ισότιμα, δίνοντας βάρος στα πάθη των ανθρώπων που πιάστηκαν στα γρανάζια του. Αν αναρωτηθήκατε ίσως εάν η ιστορία αυτή βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα, η απάντηση είναι όχι. Παραταύτα, επειδή η ζωή είναι πάντα πιο μπροστά, πριν μερικά χρόνια και ενώ η σειρά ήδη παιζόταν στην τηλεόραση, εξαρθρώθηκε ένα παρόμοιο δίκτυο ρώσων κατασκόπων στις ΗΠΑ, όχι τόσο προχωρημένο βέβαια όσο αυτό της σειράς. Το κλείσιμο των «Americans» είναι αριστουργηματικό και μας αφήνει κάποιες άκρες για το μέλλον. Ίδωμεν…