«Blue»: Πενήντα χρόνια από το τέλειο μουσικό έργο.

Είναι από εκείνες τις σπάνιες στιγμές, που αισθάνεσαι ότι ανακαλύπτεις κάτι πραγματικά πολύ μεγάλο. Μέσα από το ραδιόφωνο οι πρώτες νότες από το πιάνο στο «The Last Time I Saw Richard» ήχησαν στ’ αυτιά μου σαν καμπάνες προανακρούσματος για μια εμπειρία αποκάλυψης. Δεν είχα ακούσει ξανά τη Τζόνι Μίτσελ, ούτε κάν γνώριζα το όνομά της. Εκείνο όμως το σκοτεινό τραγούδι της με τους απίστευτους στίχους με έκανε να συνδεθώ με το έργο της. Από τότε, εδώ και σαράντα χρόνια, απέκτησα μια έντονη ταύτιση με το έργο της και την ίδια ως καλλιτέχνιδα.

Η Τζόνι Μίτσελ γεννήθηκε στην επίπεδη απεραντοσύνη της Αλμπέρτα στον Καναδά. Από εκεί έφυγε πολύ νωρίς με μια κιθάρα στο ένα χέρι και ένα τσιγάρο στο άλλο, κάνοντας πράξη τη δική της αποδημία, τη δική της Εγίρα. Αυτή τη φυγή προς τη Δύση της Αμερικής, την ηλιόλουστη Καλιφόρνια, αποτύπωσε στο δεύτερο τη τάξει αριστούργημά της το άλμπουμ «Hejira» με το εμβληματικό ασπρόμαυρο εξώφυλλο. Εκεί στο Λος Άντζελες και στην περιβόητη γειτονιά των χίπις καλλιτεχνών, το Λόρελ Κάνιον, στα τέλη της δεκαετίας του ’60 γνώρισε και συναναστράφηκε με την αφρόκρεμα της σκηνής της ροκ μουσικής. Τα τρία πρώτα της άλμπουμ δήλωσαν ξεκάθαρα ότι ήταν μια μουσικός που θα άφηνε ανεξίτηλο το αποτύπωμά της στη μουσική. Τρεις αριστουργηματικοί δίσκοι και σε έναν από αυτούς υπήρχε το τραγούδι «Woodstock», που υμνούσε την πρωτοφανή τότε συγκέντρωση των νέων ανθρώπων στο ομώνυμο φεστιβάλ, το καλοκαίρι του 1969, όπου διακηρύχθηκε η απαίτηση για ειρήνη, αγάπη και μουσική (με αρκετά ναρκωτικά επίσης είναι η αλήθεια). Το ωραίο είναι ότι η Τζόνι Μίτσελ έγραψε αυτό το τραγούδι, που κατέληξε να γίνει ο ύμνος μιας ολόκληρης γενιάς, χωρίς ποτέ η ίδια να έχει συμμετάσχει στο φεστιβάλ του Γούντστοκ. Λέγεται ότι είχε προγραμματιστεί η εμφάνισή της, όμως κάποιο πρόβλημα της τελευταίας στιγμής δεν της επέτρεψε να πάει τελικά.

Το εξώφυλλο του «Hejira»

Στο Λόρελ Κάνιον έζησε το μεγάλο έρωτα της ζωής της. Αυτός ήταν ο Γκράχαμ Νας, μέλος του συγκροτήματος «Crosby, Stills and Nash» και παλαιότερα του βρετανικού συγκροτήματος «The Hollies». Οι δυο τους ζούσαν σε μια ξύλινη παράγκα με δύο γάτες στην αυλή, λυρική εικόνα, που αποτύπωσε ο Νας στο τραγούδι του «Our House». Η ευτυχία τους δεν κράτησε για πολύ και έτσι όταν χώρισαν, η Τζόνι Μίτσελ βγήκε να ταξιδέψει στον κόσμο για να ξεχάσει. Ευτυχώς, θα έλεγε κανείς σήμερα, καθώς από αυτή της την περιπλάνηση προέκυψε το αριστούργημά της, το άλμπουμ «Blue» (1971).

H Τζόνι Μίτσελ στο «very fine house» στο Λόρελ Κάνιον

Το ταξίδι της -παρόλο που ήταν αρκετά γνωστή πλέον- έγινε με τους δικούς της χίπικους όρους, όπως εξάλλου ταίριαζε στην εποχή. Τράβηξε για την Ευρώπη με μια κιθάρα και ένα σακίδιο και έπαιζε τα τραγούδια της στα πεζοδρόμια του Παρισιού, του Άμστερνταμ, της Ρώμης αλλά και της Αθήνας για να βγάζει το χαρτζιλίκι της. Αναλογίζομαι και τρελαίνομαι ότι κάποτε υπήρξαν ανυποψίαστοι περαστικοί στην Πλάκα και στο Μοναστηράκι, που έριξαν τις δραχμές τους σε εκείνο το κορίτσι με τα μακριά ξανθά μαλλιά, που έπαιζε κιθάρα και αυτό ήταν η Τζόνι Μίτσελ… Πράγματι, η Ελλάδα ήταν το τέρμα του ταξιδιού της και συγκεκριμένα η Κρήτη. Εκεί φυσικά εγκαταστάθηκε, όπως και εκατοντάδες άλλοι χίπις από όλο τον κόσμο, στις σπηλιές της παραλίας στα Μάταλα. Ένα μεγάλο μέρος των τραγουδιών του «Blue» γράφτηκαν εκεί. Μάλιστα ένα από αυτά, τo «Carey» περιγράφει ολοζώντανα την ατμόσφαιρα στα Μάταλα, που για ένα διάστημα είχαν γίνει όπως είπαμε πόλος έλξης για το χίπικο κοινό της υφηλίου. Το «Blue» γράφτηκε λοιπόν σε συνθήκες περιπλάνησης, όμως στα δέκα τραγούδια του χωρούν χιλιάδες αισθήματα και καταστάσεις, που αφορούσαν την ίδια αλλά και πολλούς από τους εκατομμύρια ανθρώπους, που τα αγάπησαν τα τελευταία πενήντα χρόνια. Έχει ειπωθεί συχνά για το «Blue» ότι είναι το «τέλειο μουσικό έργο» και σήμερα, πενήντα χρόνια από τότε που κυκλοφόρησε είναι χωρίς αμφιβολία ένα αριστούργημα, ίσως το σπουδαιότερο που δημιούργησε ποτέ μια γυναίκα τραγουδοποιός. Οι λόγοι για το χαρακτηρισμό αυτό είναι αρκετοί, θα προσπαθήσω να παραθέσω ορισμένους.

Το έργο αυτό δημιουργήθηκε σε μια εποχή που η Τζόνι Μίτσελ προσπαθούσε να βρει τον εαυτό της έπειτα από όσα είχαν προηγηθεί στη ζωή της. Το σημαντικότερο, το οποίο έφερε βαρέως, αλλά κανείς δεν το γνώριζε τότε, ήταν η χαμένη της κόρη. Έχοντας αποκτήσει από μικρή ηλικία ένα κοριτσάκι, αποφάσισε να το δώσει για υιοθεσία. Την ιστορία αυτή αποκάλυψε η ίδια το 2005, όταν ανακοίνωσε δημόσια ότι αναζητά την κόρη της, την οποία τελικά βρήκε και επανασυνδέθηκαν. Το τραύμα του αποχωρισμού τους αποτυπώνεται στο «Little Green», ένα αλληγορικό, κρυπτικό και συγκρατημένα σπαρακτικό τραγούδι, που σου δίνει την αίσθηση ότι κάτι συμβαίνει εδώ αλλά δεν είσαι σίγουρος τι μπορεί να είναι αυτό. Όπως έχει πει η ίδια δημιουργώντας τα τραγούδια αυτά ένιωθε ότι θα ήθελε να βγάλει από την ψυχή της στο φως οτιδήποτε υπήρχε εκεί μέσα. Έτσι, βγαίνει στην επιφάνεια με εξαίσιο τρόπο μια παλέτα ήχων, χρωμάτων, τοπίων και συναισθημάτων, που καλύπτουν όλο το φάσμα. Την κεφάτη ερωτική διάθεση του «All I Want». Τη χαριτωμένη αναπόληση του «My Old Man» για τις περασμένες καλές μέρες με το Γκράχαμ Νας. Την ανεμελιά ενός εφήμερου έρωτα στις σπηλιές της Κρήτης στο «Carey». Τη νοσταλγία για την αιώνια Καλιφόρνια, εκεί όπου βρίσκονται όλοι οι σημαντικοί της άνθρωποι (της έλειψε τόσο πολύ που όπως λέει θα φιλούσε ακόμη και έναν από τους αντιπαθητικούς αστυνομικούς του Sunset Strip…). Τον ενθουσιασμό μπροστά και πάλι στον έρωτα του «A Case of You», ένα τραγούδι, που έχουν πει αμέτρητοι μουσικοί, ανάμεσά τους και ο θεϊκός Πρινς. Το ταξίδι από τόπο σε τόπο με τη δυνατή εικόνα της νυχτερινής πτήσης πάνω από την έρημο της Νεβάδα στο «This Flight Tonight» (καταπληκτική η χέβι μέταλ διασκευή των Nazareth στο ίδιο τραγούδι !). Τη σκοτεινή αίσθηση της χίπικης πραγματικότητας στο ομώνυμο τραγούδι «Blue» με τον ιστορικό στίχο «acid, booze and ass, needles, guns and grass, lots of laughs». Την ανάγκη της φυγής στο συγκλονιστικό «River», με την απίστευτα ζωντανή αίσθηση του γλιστρήματος με πατίνια πάνω σ’ένα παγωμένο ποτάμι για να φύγεις, να χαθείς και να ξεχάσεις (» I wish I had a river I could skate away on…»). Τέλος, το τραγούδι για το οποίο δεν υπάρχουν λόγια, γιατί απλούστατα τα λέει όλα το ίδιο. Είναι πιθανότατα η ιστορία κάθε ανθρώπου σε αυτό τον κόσμο. Ξεκινάμε γεμάτοι όνειρα και στη συνέχεια συμβιβαζόμαστε με πολύ λιγότερα. Η αίσθηση της αποτυχίας, της διάψευσης και της ματαίωσης μας ακολουθούν για πάντα. Το «The Last Time I Saw Richard» είναι τόσο σκοτεινό, σπαρακτικό και συγκλονιστικό γιατί είναι απέραντα ανθρώπινο…

I wish I had a river, I could skate away on…. (από το οπισθόφυλλο του «Hejira»)

Από μουσική άποψη το «Blue» έγινε με ταπεινά υλικά. Ακουστική κιθάρα, πιάνο και στοιχειώδη κρουστά (τα οποία παίζει βέβαια ο μέγιστος Ράσελ Κάνκελ). Μια προσθήκη οργάνου όμως δίνει στα περισσότερα τραγούδια ένα ιδιαίτερο τόνο. Η Τζόνι Μίτσελ είχε την μεγαλοφυή έμπνευση να χρησιμοποιήσει το ντούλσιμερ (dulcimer), ένα ξεχασμένο έγχορδο όργανο της κάντρι από τα Απαλάχια Όρη, πράγμα που μέσα στην ιδιαιτερότητά του απογειώνει ηχητικά το έργο. Ακόμη βοήθησαν στην ηχογράφηση ο Τζέημς Τέιλορ και ο Στέφεν Στιλς, πράγμα που δεν πρέπει να περάσει απαρατήρητο.

Πέρασε μισός αιώνας με το «Blue» στην καρδιά όσων αγαπούν τη σπουδαία μουσική. Δύσκολα θα δεις λίστα με τα καλύτερα άλμπουμ όλων των εποχών να μη φιγουράρει μέσα στα 10 πρώτα.Το καταπληκτικό με αυτό το έργο είναι, πως κάθε φορά το ακούω με όρεξη και προσήλωση λες και είναι η πρώτη. Έχει όλα τα στοιχεία ενός τέλειου μουσικού δημιουργήματος. Στίχοι για την αιωνιότητα, μουσική απλή και συγκλονιστική συνάμα, έκφραση συναισθημάτων και καταστάσεων πανανθρώπινων, αμεσότητα, ακατάβλητη διάρκεια στο χρόνο. Και ένα εμβληματικό εξώφυλλο. Σε αυτό η δημιουργός του βυθίζεται στο μπλε φόντο που συμπυκνώνει εικαστικά όλα όσα υπάρχουν εδώ ηχητικά και λεκτικά, αφήνοντάς μας να τα νιώσουμε σε όλη τους την έκταση με το δικό μας τρόπο ο καθένας. Τι άλλο να ζητήσει άραγε κανείς για την τελειότητα ;

Ομιλείτε Ιαπωνικά ;

Ο Άγιος Φραγκίσκος Χαβιέρ, συνιδρυτής του τάγματος των Ιησουιτών και πρώτος χριστιανός ιεραπόστολος στην Ιαπωνία, γύρω στο 1550 αποφάνθηκε για τα Ιαπωνικά: «πρόκειται για επινόηση του διαβόλου, προκειμένου να εμποδίσει τη διάδοση του λόγου του Χριστού στη χώρα«. Όσοι ασχολούνται με την εκμάθηση των ιαπωνικών τείνουν να συμφωνήσουν με τον Άγιο Φραγκίσκο. Τα Ιαπωνικά είναι ακόμη και για τους Ιάπωνες επιεικώς δύσκολα, ενώ για τους υπόλοιπους σχεδόν ακατόρθωτα. Παραταύτα, χιλιάδες άνθρωποι κάθε χρόνο ξεκινούν την Οδύσσεια της εκμάθησης της Ιαπωνικής γλώσσας και αποδεικνύουν ότι μπορούν να τα καταφέρουν αν αποφασίσουν να αφιερωθούν στο σκοπό αυτό.

Ένας από αυτούς είμαι και εγώ. Θέλοντας να δοκιμάσω την εκμάθηση μιας γλώσσας χωρίς λατινικούς χαρακτήρες, ξεκίνησα πριν από πολλά χρόνια τη μελέτη της ιαπωνικής γλώσσας. Με τα μέσα της εποχής βέβαια (βιβλία και κασέτες), που είχα αγοράσει από το «ναό» των ξενόγλωσσων βιβλίων το αλήστου μνήμης βιβλιοπωλείο «Κάουφμαν» στην οδό Σταδίου στην Αθήνα, που τόσο λείπει σήμερα. Κάνοντας μικρά και μεγάλα διαλείμματα, η πρόοδός μου ήταν πολύ αργή. Εξάλλου -και αυτό ισχύει για όλες τις ξένες γλώσσες- πρέπει κανείς να μελετά αδιαλείπτως καθημερινά επί χρόνια ολόκληρα. Με την έλευση του διαδικτύου και των μεθόδων εκμάθησης, που εμφανίστηκαν σε αφθονία, έχω τα τελευταία 4 χρόνια προχωρήσει σημαντικά κατακτώντας ένα μικρό αρχικό ποσοστό γνώσης από το πρώτο επίπεδο (Ν5). Πρακτικά αυτό σημαίνει για τα Ιαπωνικά ότι έχεις απλώς «ξύσει την επιφάνεια». Σημειωτέον ότι τα επίπεδα στα ιαπωνικά είναι πέντε από Ν5 έως Ν1 και η δυσκολία μεταξύ των επιπέδων αυξάνει με γεωμετρικό ρυθμό.

Η ιαπωνική γλώσσα είναι θυγατέρα της κινεζικής. Δεν ξέρουμε τι έγραφαν οι Ιάπωνες πιο παλιά, όμως γύρω στο 10ο αιώνα μ.Χ. μετέφεραν ολόκληρο το σύστημα γραφής της κινεζικής γλώσσας στη χώρα τους. Και από εδώ αρχίζει το μεγάλο πανηγύρι, καθώς στις σχεδόν 100.000 κινεζικά ιδεογράμματα προστέθηκαν δύο συστήματα ιαπωνικής επινόησης συλλαβικής γραφής με 46 χαρακτήρες το καθένα, τα «χιραγκάνα» και «κατακάνα». Έτσι, προκύπτουν 3 συστήματα γραφής. Ας τα δούμε ένα προς ένα. Τα ιδεογράμματα (κάντζι) χρησιμοποιούνται κυρίως για την έκφραση ουσιαστικών και επιθέτων. Στην πράξη μόνο 10.000 από αυτά χρησιμοποιούνται και εξ αυτών σχεδόν 2.000 συναντώνται στα σχολικά βιβλία και στα βιβλία εκμάθησης της γλώσσας. Είναι ο κατάλογος, που βλέπετε εδώ.

Τα ιδεογράμματα, προέρχονται από απεικονίσεις πραγμάτων και καταστάσεων. Ένα απλό παράδειγμα αποτελεί η λέξη «Νιχόν», δηλαδή «Ιαπωνία».

Το σχήμα στα αριστερά είναι ο Ήλιος, που έπειτα από αλλεπάλληλες μετροπές έγινε από στρογγυλός παραλληλόγραμμος. Το σχήμα στα δεξιά είναι ένα απλοποιημένο δένδρο με τις ρίζες του (η οριζόντια κάτω μικρή γραμμή). Το δένδρο προέρχεται από τη ρίζα του και έτσι το σχήμα αυτό δείχνει «προέλευση». Έτσι έχουμε: «Ήλιος-Προέλευση», άρα «Από εκεί που έρχεται ο Ήλιος» άρα «Χώρα του Ανατέλλοντος Ηλίου». Το παράδειγμα αυτό είναι από τα απλά. Σε πιο σύνθετα γίνεται … καταλαβαίνετε…  Εκεί, που όλοι βέβαια τείνουμε να πιστέψουμε τον Άγιο Φραγκίσκο Χαβιέρ, είναι το γεγονός ότι όλα τα ιδεογράμματα έχουν δύο προφορές: μια κινεζική και μια ιαπωνική. Παράδειγμα το ιδεόγραμμα για τον «άνθρωπο» έχει την κινεζική προφορά (τζιν) όταν λέμε ότι κάποιος είναι «Γκιρίσα-τζιν» (Έλληνας) ενώ την ιαπωνική (χιτό) όταν λέμε «‘Ιι-χιτό» (καλός άνθρωπος). Το φοβερό είναι ότι δεν υπάρχουν κανόνες ώστε να ξέρει κανείς πότε χρησιμοποιούμε τη μια και πότε την άλλη προφορά, απλώς θεωρούνται δεδομένες…

Ας δούμε τώρα τις δύο συλλαβικές γραφές. Τα «χιραγκάνα» είναι γενικής χρήσης και έχουν μορφή με αρκετά καμπύλα σχήματα. Τα «κατακάνα» έχουν πιο γωνιώδη και ευθύγραμμα σχήματα και χρησιμοποιούνται κυρίως για τις πάμπολλες ξένες λέξεις, που απαντώνται στα ιαπωνικά και είναι κατά κύριο λόγο αγγλικές (hotel, engine, taxi, restaurant κ.λ.π.). Τα ίδια χρησιμοποιούνται εκτεταμένα στις διαφημίσεις και όταν θέλουμε να δώσουμε έμφαση όταν γράφουμε (όπως κάνουμε με τα κεφαλαία στα Ελληνικά). Τα σύμβολα των δύο αυτών συστημάτων γραφής είναι συλλαβές και όχι φθόγγοι. Κάθε ένα έχει 46, συνολικά 92 σύμβολα, τα οποία πρέπει κανείς να μάθει οπωσδήποτε. Κάποιος άλλος άγιος ιεραπόστολος ονόματι Χέμπορν το 19ο αιώνα είχε την ιδέα να δημιουργήσει τον πίνακα αντιστοίχισης των δύο συλλαβαρίων, που βλέπετε πιο κάτω και έκτοτε όλοι οι σπουδαστές της Ιαπωνικής μνημονεύουμε το όνομά του, που μας διευκόλυνε τόσο…

Πρέπει να σημειωθεί επίσης ότι οι δύο αυτοί βασικοί πίνακες επεκτείνονται για τη δημιουργία και άλλων φθόγγων με συνδυασμούς μεταξύ τους και με την προσθήκη των ντακουτέν και μάρου (συμβόλων για τους ήχους «μπ» και «π») αλλά και με συνδυασμούς συλλαβών μεταξύ τους, που δημιουργούν επιπλέον συλλαβές. Με αυτά και με αυτά τα 92 συλλαβικά σύμβολα αυξάνονται σε αριθμό φθάνοντας τα 150 περίπου. Ακόμη, από τα ιαπωνικά απουσιάζει πλήρως ο ήχος του “Λάμδα”. Έτσι λέμε «Ιτάρια» (Ιταλία), «Μπουραζίρου» (Βραζιλία), κ.ο.κ.

Μετά τον πόλεμο έχει ξεκινήσει και η χρήση λατινικών χαρακτήρων για την απόδοση των ιαπωνικών (ρομάτζι). Αυτό εκτιμώ ότι έγινε λόγω της μεγάλης σχέσης έκτοτε με τους Αμερικανούς και της επιρροής της αγγλικής γλώσσας. Το εγχείρημα αυτό μόνο βοηθητικά εξυπηρετεί στα αρχικά στάδια εκμάθησης της γλώσσας για την αποτύπωση των προφορών, δεν έχει όμως καμία τύχη να επικρατήσει έναντι της παραδοσιακής ιαπωνικής γραφής.

Η γραμματική των Ιαπωνικών είναι όλως παραδόξως πιο απλή σε ορισμένα θέματα, συγκρινόμενη με εκείνη των Αγγλικών για παράδειγμα. Δεν υπάρχουν γένη, πτώσεις και αριθμοί, ενώ οι χρόνοι είναι μόνο δύο: ο ενεστώτας και ο αόριστος. Πολλά πράγματα προκύπτουν από τα συμφραζόμενα . Π.χ. ο ενεστώτας μπορεί να είναι και μέλλοντας, αλλά αυτό θα το καταλάβεις από το σύνολο της συζήτησης. Η καταρχήν «ευκολία» αντισταθμίζεται από το γεγονός της ύπαρξης μεγάλου αριθμού από λεξούλες (μπούνσι), που μοιάζουν με τις δικές μας προθέσεις και είναι ικανές να σε τρελάνουν, έτσι όπως βρίσκονται παντού μέσα στις φράσεις και πρέπει να προσέχεις τους κανόνες για τη σειρά τους για να μην τις μπερδέψεις και είτε αλλάξει το νόημα είτε γίνει η πρόταση ακατανόητη. Σε ό,τι αφορά τη σύνταξη αυτό που ξέρουμε στα ελληνικά ως Υποκείμενο-Ρήμα-Αντικείμενο (εγώ πίνω νερό) στα ιαπωνικά είναι Υποκείμενο-Αντικείμενο-Ρήμα (εγώ νερό πίνω). Το ρήμα πάει πάντα στο τέλος, κανόνας απαράβατος. Πιθανότατα από αυτό τον τρόπο έκφρασης εμπνεύστηκε ο Τζώρτζ Λούκας την ομιλία του σοφού Τζεντάι Γιόντα στον Πόλεμο των Άστρων.

Άντο Χιροσίγκε
«Ξαφνική βροχή πάνω στη γέφυρα Σιν-Οχάσι» (1857)

Ένα ακόμη χαρακτηριστικό δυσκολίας είναι τα συστήματα αρίθμησης. Για κάποιο λόγο, που μόνο οι ίδιοι κατανοούν, οι Ιάπωνες έχουν διαφορετικά συστήματα αρίθμησης ανάλογα με το σχήμα, το μέγεθος, το είδος κ.λ.π. του αντικειμένου, το οποίο καταμετρούν. Έτσι υπάρχουν διαφορετικά μεταξύ τους αριθμητικά για τα μικρά αντικείμενα, τα μεγάλα αντικείμενα, τα στρογγυλά, τα μακρόστενα, τα μεγάλα ζώα, τα μικρά ζώα, τα μεγάλα φυτά, τα μικρά φυτά, τα κτίσματα, τους ανθρώπους και πάει λέγοντας. Από την άλλη, όσο και αν είναι δύσκολο να τις μάθεις όλες, προσωπικά με γοητεύει στα ιαπωνικά η ύπαρξη πλήθους διαφορετικών εκφράσεων ευγένειας ανάλογων με τη θέση και την ηλικία του συνομιλητή μας. Ιδιαίτερος σεβασμός αποδίδεται γενικά στους δασκάλους (διδάσκοντες) και στους ηλικιωμένους. Η γενική τάση είναι να «αυτοταπεινώνεται» κανείς για να τιμήσει τον άλλο. Αναλύοντας απλές εκφράσεις, όπως το “παρακαλώ” “onegaishimasu”, η μετάφραση βγαίνει “μη με παρεξηγήσετε, που ζητώ αυτό”. Η αγαπημένη μου έκφραση είναι εκείνη, που λέει κανείς όταν φεύγει από τη δουλειά και χαιρετά τους συναδέλφους του: “osakini shitsureishimasu”, που θα πει : “είμαι τόσο αγενής, που φεύγω και σας αφήνω πίσω”….

Κάθε γλώσσα αντικατοπτρίζει το χαρακτήρα του λαού, ο οποίος τη μιλά. Αυτό ισχύει πολύ για τα ιαπωνικά. Πρόκειται για μια γλώσσα που διαμορφώθηκε μέσα σε συνθήκες αιώνων απομόνωσης πολιτικής αλλά και επιβεβλημένης από τη φύση. Οι Ιάπωνες διαμόρφωσαν κάτι που μοιάζει περισσότερο με αργκό παρά με κανονική γλώσσα. Όπως όλα τα ιαπωνικά πράγματα λειτουργούν περίφημα για τους ίδιους τους Ιάπωνες ως μια σφιχτοδεμένη και πειθαρχημένη κοινωνία. Είναι ένας κώδικας επικοινωνίας για να συνεννοούνται μεταξύ τους σχεδόν διαισθητικά. Όπως λέει και η σχετική ιαπωνική έκφραση “ισίν-ντενσίν” από «νου σε νου», χωρίς παρέμβαση περιττών λόγων.

Ακίρα Κουροσάουα (1910-1998)

Η αμφισημία και η υπονόηση πραγμάτων είναι ένα από τα βασικά εκφραστικά στοιχεία αυτού του λαού με τη μυστηριώδη ψυχή. Διάχυτα  βρίσκονται στην Ιαπωνική λογοτεχνία από το «Γκένζι Μονογκάταρι» του 11ου αιώνα (το πρώτο μυθιστόρημα στην ιστορία της παγκόσμιας λογοτεχνίας) μέχρι τα σύγχρονα έργα του νομπελίστα Κενζαμπούρο Όε και του Χαρούκι Μουρακάμι. Ακόμη στον κινηματογράφο, από τα επικά έργα του Ακίρα Κουροσάουα μέχρι τα κομψοτεχνήματα του Γιασουχίρο Όζου, όπως η “Αργοπορημένη Άνοιξη” με πρωταγωνίστρια τη σπουδαία  ηθοποιό Σέτσουκο Χάρα, όλα υπονοούνται, όλα πλανώνται στον αέρα και σε καλούν τα ανακαλύψεις.

Σετσούκο Χάρα (1920-2015)

Η Ιαπωνία είναι μια χώρα μακριά από μας αλλά ταυτόχρονα και πολύ κοντά μας. Η τρίτη οικονομία του κόσμου  βρίσκεται ολόγυρά μας σε πολλά στοιχεία (αυτοκίνητα, συσκευές, σούσι, καράτε, πόκεμον, Ζεν, χαϊκού, μάνγκα, άνιμε, αϊκίντο, ικεμπάνα, οριγκάμι, σουντόκου, μπονσάι και τόσα άλλα). Το να προσπαθήσει κανείς να μάθει τη γλώσσα της είναι ένα μεγάλο δύσκολο ταξίδι, που ανταμείβει όμως με πολλούς τρόπους. Εκτός όλων των άλλων πρόκειται και για μια εξαιρετική πνευματική άσκηση.

Σας αφήνω με ένα πολύ γνωστό ιαπωνικό χαιρετισμό: さようなら (Σαγιόναρα – όχι σαγιονάρα..). Επειδή όμως αυτός έχει το χαρακτήρα μιας προοπτικής μακροχρόνιου αποχωρισμού, θα σας αποχαιρετήσω με ένα καθημερινό またね»Ματάνε» (Τα λέμε) και βεβαίως どうもありがとうございます Dōmo arigatōgozaimasu (Ευχαριστώ πάρα πολύ).

* Για το post αυτό χρήσιμες πληροφορίες βρήκα στο θαυμάσιο βιβλίο του Γρηγόρη Μηλιαρέση «Γράμματα από έναν αιωρούμενο κόσμο» (Εκδόσεις 24 Γράμματα).

Ο πρώτος ροκ σταρ στην ιστορία (όχι, δεν ήταν ο Έλβις…)

Μερικοί λένε ότι ήταν ο Μότσαρτ, αν το κριτήριο είναι να ζήσεις μια περιπετειώδη ζωή και να δημιουργήσεις αθάνατη μουσική. Αλλά ας μην πάμε τόσο πίσω, ας βάλουμε το όριο στον εικοστό αιώνα και ως τόπος για να αρχίσει η ιστορία δεν υπάρχει καταλληλότερος από το Δέλτα του Μισισιπή. Εκεί γεννήθηκε το Μάιο του 1911 ο ήρωας της ιστορίας μας και πήρε το όνομα Ρόμπερτ. Ήταν το εξώγαμο τέκνο της μητέρας του, που είχε άλλα δέκα (!!!) παιδιά από το σύζυγό της Τσαρλς Ντοντς. Αυτός και η υπόλοιπη οικογένεια σκόρπισαν στους πέντε ανέμους, όταν υπέστησαν λιντσάρισμα από λευκούς της ίδιας περιοχής (Χέιζελχερστ του Μισισιπή). Ο μικρός Ρόμπερτ περιπλανήθηκε με τη μητέρα του, που αργότερα παντρεύτηκε στο ‘Αρκανσο έναν αγράμματο αγρότη, 24 χρόνια νεότερό της. Εκεί σε ηλικία 15 ετών ο Ρόμπερτ έμαθε ότι ο βιολογικός του πατέρας ήταν κάποιος Νόα Τζόνσον, αγνώστων λοιπών στοιχείων και έτσι υιοθέτησε το επώνυμο Τζόνσον. Όλως περιέργως ο Ρόμπερτ Τζόνσον κατάφερε να πάει σχολείο και μάλιστα ήταν καλός μαθητής. Η υπογραφή του στη ληξιαρχική πράξη του γάμου του δείχνει άνθρωπο με αρκετή μόρφωση. Πράγματι, σε ηλικία 18 ετών παντρεύτηκε τη Βιρτζίνια Τράβις, ένα δεκαπεντάχρονο κορίτσι, που πέθανε στη γέννα του παιδιού τους, μαζί με αυτό.

Τα μέρη, στα οποία κατά κύριο λόγο έζησε ο Ρόμπερτ Τζόνσον

Παράλληλα άρχισε να ασχολείται με τη μουσική. Ήταν πολύ καλός στη φυσαρμόνικα, αλλά πολύ κακός στην κιθάρα. Εδώ αρχίζει ένας από τους πολυάριθμους μύθους, που διανθίζουν τη βιογραφία του Ρόμπερτ Τζόνσον. Για κάποιο μικρό διάστημα είχε εξαφανιστεί από προσώπου γης. Όταν επέστρεψε, έπαιζε εξωπραγματικά καλή κιθάρα. Κανείς δεν ξέρει πως έγινε αυτό, όμως εδραιώθηκε σε όλους η πεποίθηση ότι αυτό το υπερφυσικό αποτέλεσμα οφειλόταν στο γεγονός ότι ο Ρόμπερτ Τζόνσον είχε συναντήσει μια νύχτα σε ένα σταυροδρόμι το Διάβολο και του πούλησε την ψυχή του. Σε αντάλλαγμα ο Σατανάς του κούρδισε την κιθάρα και τον έμαθε να παίζει όπως κανένας άλλος μέχρι τότε. ΄Αλλοι πάλι έλεγαν ότι στο διάστημα της απουσίας του τον είχαν δει να παίζει κιθάρα τις νύχτες μέσα στα νεκροταφεία. Ο διαχρονικός μύθος του Φάουστ του Γκαίτε βρήκε έτσι την πιο ζωντανή σύγχρονη εκδοχή του. Ο ίδιος ο Τζόνσον τεχνηέντως καλλιεργούσε την εντύπωση αυτή αφήνοντας να εννοηθεί ότι μπορεί και να είναι αλήθεια.

Το πιο γνωστό από τα πολλά υποψήφια «Cross Roads» στο Κλάρκσντειλ

Πάντως το Σταυροδρόμι («CrossRoads»), όπου συνάντησε το Διάβολο, αποτελεί ένα πανίσχυρο σύμβολο της ροκ μυθολογίας μέχρι σήμερα. Οι ιστορικοί μάλιστα το έχουν τοποθετήσει στη συμβολή των αυτοκινητοδρόμων 61 και 49 στο Κλάρκσντειλ του Μισισιπή, όπου έχει γίνει τουριστικό αξιοθέατο. Ωστόσο καμιά δεκαριά ακόμη τοποθεσίες στην ίδια περιοχή διεκδικούν την ταυτότητα του «Σταυροδρομιού». Από εκεί και μετά και ενώ απέκτησε ένα παιδί χωρίς γάμο με μια γυναίκα και παντρεύτηκε μια ακόμη άλλη γυναίκα, που πέθανε και αυτή νέα, αποφάσισε να πάρει τους δρόμους και να ζήσει ως περιπλανώμενος μουσικός. Από το 1932 μέχρι το 1938 ταξίδευε συνέχεια ανάμεσα στο Μισισιπή και το Άρκανσο, πολλοί όμως ισχυρίζονται ότι τον είδαν ακόμη σε πιο μακρινά μέρη, όπως το Σικάγο, η Νέα Υόρκη, το Σεν Λούις, το Τέξας ακόμη και στον Καναδά. Ιδιαίτερα εμφανίσιμος, με καλούς τρόπους, γλυκομίλητος, μυστηριώδης, σαγηνευτικός και απίστευτος μουσικός, γύριζε σε όλα αυτά τα μέρη έχοντας δημιουργήσει ένα «δίκτυο» από ερωμένες σε κάθε πόλη και χωριό, που ήταν πρόθυμες να τον φιλοξενούν, όποτε περνούσε από τα μέρη τους. Φυσικά ήταν πάντοτε έτοιμος να φύγει από την πίσω πόρτα ανά πάσα στιγμή, όταν εμφανιζόταν ο σύζυγος ή ο σύντροφος των κυριών αυτών.

Η επίσημη πόζα του Ρόμπερτ Τζόνσον, η μια από τις μόλις δύο φωτογραφίες του, που σώζονται και έχουν ταυτοποιηθεί.

‘Επαιζε για κέρματα στα πεζοδρόμια και σε μικρά κλαμπ, παίρνοντας «παραγγελιές» από το κοινό. Πιο σπάνια έπαιζε δικές του συνθέσεις. Φυσικά έπαιζε μπλουζ, το μουσικό είδος, που γεννήθηκε και εξελίχθηκε σε εκείνα τα χώματα, που ήταν ποτισμένα με τον ιδρώτα και τα δάκρυα των σκλάβων. Γι’αυτό και έμεινε στην ιστορία ως «Delta Blues» (τα μπλουζ του Δέλτα του Μισισιπή). Δεν ήταν φυσικά ο πρώτος που εφηύρε το είδος, θεωρείται όμως ο αδιαμφισβήτητος βασιλιάς του. Αν διαβάσει κανείς δηλώσεις όλων ανεξαιρέτως των μεγάλων κιθαριστών του ροκ από τον Κηθ Ρίτσαρντς μέχρι τον Έρικ Κλάπτον και από το Τζίμι Πέιτζ μέχρι το Μπομπ Ντύλαν, άπαντες ομνύουν στο όνομά του και βάζουν το Ρόμπερτ Τζόνσον χωρίς συζήτηση στην πρώτη θέση του σπουδαιότερου μπλουζ δημιουργού και -το κυριότερο- ως τη νούμερο 1 επιρροή τους στον τρόπο, που οι ίδιοι παίζουν κιθάρα. Το πιο απίστευτο είναι φυσικά το γεγονός ότι έφθασε σε αυτό το επίπεδο επιρροής και εκτίμησης με μόλις …. 29 τραγούδια όλα κι όλα (!!!), από τα οποία τα πρωτότυπα είναι μόνο 16 και τα υπόλοιπα 13 είναι διαφορετικές εκτελέσεις του ίδιου σε αυτά. Οι ηχογραφήσεις έγιναν το 1936 σε ένα δωμάτιο ξενοδοχείου στο Σαν Αντόνιο του Τέξας και σε ένα στούντιο στο Ντάλας την επόμενη χρονιά. Ο Ρόμπερτ Τζόνσον συνήθιζε να ηχογραφεί δύο εκδοχές του ίδιου τραγουδιού, πράγμα που για τους μύστες-ερευνητές της κιθάρας είναι πολύ σημαντικό για τη μελέτη του τρόπου με τον οποίο έπαιζε. Ακόμη, επέμενε τα τραγούδια του να είναι σύντομα και να μην ξεπερνούν τα 3 λεπτά σε διάρκεια. Έτσι λοιπόν, με όλη τη δισκογραφία του να είναι 16, άντε 29 τραγούδια με τις διασκευές, ο Ρόμπερτ Τζόνσον έμεινε στην ιστορία με τίτλους όπως το «Sweet Home Chicago» (γνωστό και από την ταινία » Blues Brothers»), «CrossRoad Blues», «Hellhound On My Train» και «Love In Vain», τα οποία το Rock n’Roll Hall of Fame τα έχει συμπεριλάβει στα 500 πιο επιδραστικά τραγούδια στην ιστορία της ροκ μουσικής.

Η θρυλική κιθάρα Gibson-L του Ρόμπερτ Τζόνσον

Το τέλος του Ρόμπερτ Τζόνσον δε μπορούσε παρά να είναι περιπετειώδες, γεμάτο μύθους και εικασίες. Τον Αύγουστο του 1938 βρισκόταν στο Γκρίνγουντ του Μισισιπή, όπου εμφανιζόταν σε ένα τοπικό κλαμπ και παράλληλα (μαντέψτε…) φλερτάριζε απροκάλυπτα μια παντρεμένη γυναίκα. Ο σύζυγός της όμως δε χάριζε κάστανα, όπως όλα δείχνουν και φρόντισε να τον δηλητηριάσει ρίχνοντας μια ουσία σε ένα μπουκάλι με ποτό, που έπινε. Μεγάλη συζήτηση έχει γίνει εάν το δηλητήριο ήταν στρυχνίνη ή ναφθαλίνη με κάθε πλευρά να έχει τα επιχειρήματά της. Ο φίλος και συνεργάτης του Σόνι Μπόι Ουίλιαμσον (μεγάλος μπλουζ μουσικός και ο ίδιος) είχε ψυλλιαστεί τι πήγαινε να συμβεί και πήγε να του πάρει το μοιραίο μπουκάλι από τα χέρια. Τον συμβούλεψε μάλιστα να μην πίνει από μπουκάλια, που δεν έχει ανοίξει ο ίδιος. Όμως ο Ρόμπερτ Τζόνσον τον αποπήρε λέγοντάς του: «Πως τολμάς να μου παίρνεις το ποτό μου από τα χέρια ; «. Αποτέλεσμα ήταν να πεθάνει μετά από δύο ημέρες φρικτών πόνων σε ηλικία μόλις 27 ετών. Εικοσιεπτά είπα ; Από εδώ αρχίζει άλλος ένας τεράστιος μύθος του ροκ. Στην ηλικία αυτή έφυγαν ο Τζίμι Χέντριξ, η Τζάνις Τζόπλιν, ο Τζιμ Μόρισον, ο Κέρτ Κομπέιν και πολλοί άλλοι χαρισματικοί (και αυτοκαταστροφικοί) αστέρες του ροκ. Ο Ρόμπερτ Τζόνσον άνοιξε αυτό το μακάβριο σερί πολλά χρόνια πριν την εμφάνιση της μουσικής ροκ, βάζοντας ως «επιλογή» το μότο «Live Fast, Die Young».

Ο τάφος του είναι επίσης μύθος. Υπάρχουν τρεις στην ευρύτερη περιοχή του Γκρίνγουντ με ταφόπλακες που γράφουν το όνομά του και την ιδιότητά του. Το πιθανότερο όμως είναι ότι εξαιτίας της φτώχειας που τον κατέτρυχε, κατέληξε σε κάποιο «Potter’s Field», δηλαδή σε ομαδικό τάφο απόρων και αζήτητων νεκρών στην ίδια περιοχή. Μέχρι το 1980 δεν υπήρχε καμία φωτογραφία του. Όμως στη συνέχεια ταυτοποιήθηκαν δύο από αυτές, που συμπεριλήφθηκαν στη συλλογή «Robert Johnson – Complete Recordings», που κυκλοφόρησε η εταιρεία CBS το 1990 και της οποίας δηλώνω υπερήφανος κάτοχος.

Το εξώφυλλο των Complete Recordings, της μόνης επίσημης δισκογραφικής συλλογής του Ρόμπερτ Τζόνσον

‘Επειτα από δικαστικούς αγώνες ετών ένας φτωχός συνταξιούχος φορτηγατζής ονόματι Κλοντ Τζόνσον, από το Κρύσταλ Σπρινγκς του Μισισιπή, αναγνωρίστηκε ως τέκνο του Ρόμπερτ Τζόνσον και το πολιτειακό δικαστήριο του επιδίκασε με την ιδιότητα του κληρονόμου 1 εκ. δολάρια για τα δικαιώματα των τραγουδιών του πατέρα του. Ο ίδιος απεβίωσε το 2015 και κληρονομήθηκε από τα 6 παιδιά του.

Η «ανεπίσημη» φωτογραφία του Ρόμπερτ Τζόνσον. Διακρίνονται τα πολύ μακριά δάκτυλά του (αποτέλεσμα κάποιας πάθησης), που του έδιναν μοναδικό πλεονέκτημα στο παίξιμο της κιθάρας.

Μια μηχανή παραγωγής μύθων αποτελεί ο Ρόμπερτ Τζόνσον. Καθώς τα χρόνια περνούν, η μυθολογία του αντί να ξεχνιέται, γιγαντώνεται όλο και περισσότερο. Υπήρξε ο πρώτος ροκ σταρ στην ιστορία και ας μην το ήξερε, τότε που ζούσε αυτή την τόσο σύντομη αλλά γεμάτη περιπέτεια ζωή. Αυτό που σίγουρα δε θα φανταζόταν είναι η ανυπολόγιστη επιρροή του στην εξέλιξη της μουσικής.

Ο θείος μου ο Γιάγκος : Από τη Μαρία Κάλλας στο Φρανκ Ζάππα

Κάποιες Κυριακές μεσημέρι έφευγα από το φοιτητικό μου σπίτι στα Άνω Ιλίσια με το λεωφορείο, που τερμάτιζε τη διαδρομή του στην Ακαδημίας και μετά συνέχιζα με τα πόδια μέχρι την Πλατεία Βικτωρίας και ακόμη πιο κάτω προς το Σταθμό Λαρίσης. Εκεί, στο μικρό διαμέρισμα του τρίτου ορόφου της οδού Αλκαμένους, με περίμεναν για το κυριακάτικο τραπέζι η θεία μου η Λόλα, αδελφή της μητέρας μου και ο σύζυγός της, ο θείος Γιάγκος. Αφού καθόμαστε οι τρεις μας στο τραπέζι για το καθιερωμένο κυριακάτικο γεύμα, συχνά γιουβέτσι, που ο θείος με ιδιαίτερη επιμέλεια είχε ζητήσει να ψηθεί στο φούρνο της γωνίας, μετά το φαγητό με το θείο περνούσαμε στο σαλόνι του σπιτιού, όπου υπήρχε το στερεοφωνικό συγκρότημα για … μελέτη. 

Γιάννη τον έλεγαν το θείο, όμως όλοι τον φώναζαν με το όνομα “Γιάγκος”, που για εμένα τότε δεν αποτελούσε μυστήριο, γιατί το θεωρούσα δεδομένο, αργότερα όμως σκεπτόμενος την καταγωγή του θείου, αναλογίστηκα διάφορες εκδοχές προέλευσής του. Ο θείος Γιάγκος γεννήθηκε πριν από τον πόλεμο στην Αλβανία από γονείς έλληνες Βλάχους από τη Σαμαρίνα Γρεβενών, που είχαν μετοικήσει στους Αγίους Σαράντα της Βορείου Ηπείρου, όπου ο πατέρας του ήταν φημισμένος επιπλοποιός. Άρα το “Γιάγκος” ήταν μάλλον αρβανίτικης προέλευσης, μπορεί και βλάχικης. Όπως μου διηγιόταν ο θείος, η προπολεμική κοινωνία της Βορείου Ηπείρου είχε έντονο κοσμοπολίτικο χαρακτήρα. Ιδιαίτερα σε πόλεις, όπως οι Άγιοι Σαράντα, που ήταν παραθαλάσσιες, έντονη ήταν η ιταλική επιρροή, πολιτική και πολιτιστική. Εκεί ο θείος μου από μικρό παιδί αγάπησε το ιταλικό μπελκάντο και την όπερα. Προικισμένος με μια ωραία φωνή βαρύτονου, έκανε την όπερα το μεγάλο πάθος της ζωής του. Λίγο πριν ξεσπάσει ο πόλεμος, η οικογένεια του θείου Γιάγκου ήρθε στην Ελλάδα και εγκαταστάθηκε στα Ιωάννινα, όπου ο θείος μου αργότερα αποφοίτησε από την Εκκλησιαστική Σχολή Βελλά και έγινε δάσκαλος, όπως πολλά παιδιά της εποχής του.

Όμως, η όπερα ήταν πάντα το μεράκι του. Συνέλεγε μετά μανίας δίσκους στα πάμπολλα δισκοπωλεία, που διέθετε τότε η Αθήνα. Όμως το φόρτε του θείου Γιάγκου ήταν το Μοναστηράκι. Ανελλιπώς τα πρωινά της Κυριακής έκανε τη βόλτα του στα δισκοπωλεία με τους μεταχειρισμένους δίσκους μουσικής και με υπομονή ανθρακωρύχου έσκαβε και ανακάλυπτε χαμένους μουσικούς θησαυρούς της όπερας και του μπελκάντο. Σπάνιες ηχογραφήσεις μεγάλων καλλιτεχνών, κάτι απίθανες κασετίνες με πολλούς δίσκους μέσα μαζί τα λιμπρέτα των έργων, πλούσιο φωτογραφικό υλικό και πολλά άλλα. Για κάποιο περίεργο λόγο, ο θείος Γιάγκος δεν ήταν ιδιαίτερα φίλος της κλασσικής μουσικής. Σε σχέση με την όπερα τη θεωρούσε ένα είδος ατελέστερο και πιο … απλοϊκό. Όμως, από την άλλη συχνά ο θείος επέστρεφε από την κυριακάτικη αναζήτησή του στο Γιουσουρούμ φορτωμένος εκτός από δίσκους της Divina Maria Callas και με διάφορους δίσκους, που του έκαναν … κλικ από το εξώφυλλο και τους έπαιρνε για να δούμε μαζί αν αξίζουν και μουσικά. Έτσι συχνά κάτω από την επιβλητική προτομή του Βέρντι, που κοσμούσε το χώρο δίπλα στο πικάπ έκαναν την εμφάνισή τους δίσκοι από τους ακραία μουσικούς αντίποδες της όπερας όπως το “Freak Out !” του Φρανκ Ζάππα ή το “Million Dollar Baby” του Άλις Κούπερ. Και ναι, τα ακούγαμε με προσοχή και αφοσίωση όλα αυτά ! . O θείος μου παρουσίαζε άριες από τη «Λουτσία ντι Λαμερμούρ» του Ντονιτσέττι με προσεκτική ανάγνωση του λιμπρέτο και με τη σειρά μου του ανέλυα το νόημα των στίχων του “Trouble Every Day” του Φρανκ Ζάππα. Ακούγαμε εξίσου αφοσιωμένοι την “Casta Diva” από τη «Νόρμα» του Μπελίνι, στη θεϊκή ερμηνεία της Μαρία Κάλλας αλλά και το «Breakfast In America” των Σούπερτραμπ, που είχε φέρει ο θείος επειδή του άρεσε εκείνο το εντυπωσιακό εξώφυλλο με την παχουλή σερβιτόρα. Καθόμαστε εκεί ακούγοντας μουσική και η ώρα περνούσε μαγικά, χωρίς να το καταλαβαίνω.

Έχω συναντήσει πολλούς μουσικόφιλους στη ζωή μου, κανείς όμως δεν έμοιαζε με το θείο Γιάγκο. Αφοσιωμένος σε ένα είδος μουσικής αλλά και ανοιχτός και σε άλλα, διαφορετικά ιδιώματα. Είναι αλήθεια πως όσοι αγαπούν δύσκολα πράγματα, όπως η όπερα, συνήθως είναι μοναχικοί σε αυτή τους την πορεία. Με το θείο είχα την ευκαιρία να έρθω σε επαφή με αυτό το μαγικό κόσμο, τον οποίο αγαπούσε με πάθος, ήθελε όμως να δει και απέναντι, τη μουσική που αγαπούσα εγώ. Αυτή η ανταλλαγή μουσικής εμπειρίας ήταν κάτι μοναδικό. Φυσικά δε μπορούσα να έχω τις απέραντες γνώσεις του σχετικά με την Όπερα, όπου είχε τις προτιμήσεις του. Θεωρούσε αξεπέραστο το Βέρντι και στη συνέχεια όλους τους Ιταλούς δημιουργούς της όπερας (Μπελίνι, Ντονιτσέτι κ.λ.π.), ενώ έβλεπε μάλλον με δυσπιστία το Βάγκνερ. Λάτρευε την Κάλλας και θεωρούσε μέγιστο τενόρο το Μπενζαμίνο Τζίλι με δεύτερο τον Ενρίκο Καρούζο. Του άρεσαν ακόμη και οι τρεις σύγχρονοι τενόροι Λουτσιάνο Παβαρότι, Πλάσιντο Ντομίνγκο και Χοσέ Καρέρας, αν και τους θεωρούσε (και όχι άδικα) αρκετά εμπορικούς.

Κάποια στιγμή ο θείος Γιάγκος βρήκε την αδελφή ψυχή του στην άλλη άκρη του Ατλαντικού. Kαλοκαίρι σε διακοπές, συνάντησε ένα συνομήλικό του ελληνοαμερικανό, φανατικό φίλο της όπερας, ο οποίος μάλιστα είχε εισιτήριο διαρκείας στη Μετροπόλιταν της Νέας Υόρκης, όπου και έμενε. Για αρκετά χρόνια από τότε- σχεδόν σε εβδομαδιαία βάση- ολόκληρα κουτιά με κασέτες ηχογραφήσεων πηγαινοερχόντουσαν μεταξύ των δύο φίλων, ανάμεσα στην Αθήνα και τη Νέα Υόρκη, μαζί με ατελείωτες σημειώσεις και παρατηρήσεις σχετικές με αυτές. Από εκεί και μετά έχασα τη μπάλα, όπως λέμε. Η περίοδος αυτή συνέπεσε βέβαια και με τη δική μου αναχώρηση από την Αθήνα λόγω του τέλους των σπουδών μου και τη στρατιωτική θητεία, που ακολούθησε. Συνεπώς, έχασα τη σειρά μου στη μελέτη της όπερας.

Από τότε λίγες φορές έχω επισκεφθεί το μικρό διαμέρισμα της οδού Αλκαμένους. Με το θείο και τη θεία βρισκόμαστε σε άλλες οικογενειακές περιστάσεις, όμως εκείνες οι κυριακάτικες μεσημεριανές συνεδρίες-μυσταγωγίες δεν επαναλήφθηκαν ποτέ πια και έτσι τις κρατώ ως κάτι το εξαιρετικό και ιδιαίτερο, ως “συλλεκτικές” αναμνήσεις.

Ο θείος Γιάγκος έφυγε ξαφνικά από κοντά μας λίγα χρόνια αργότερα σε ένα τροχαίο δυστύχημα. Υπήρξε ένας άνθρωπος ιδιαίτερος και δοτικός. Μαζί είχαμε αναπτύξει μια σχέση αλληλεπίδρασης μέσα από τη μουσική και αυτή μένει στην ψυχή μου. Εντούτοις, ότι χειροπιαστό έχω από το θείο δεν είναι κάποιος δίσκος μουσικής αλλά δύο βιβλία, που μου χάρισε όταν πήρα το πτυχίο μου της Νομικής Αθηνών. Το ένα είναι το εγχειρίδιο ρητορικής του Πωλ Ζαγκό (“Η Τέχνη του Λόγου”) έκδοση του 1961 και το άλλο το μνημειώδες “Αντιλεξικόν ή Ονομαστικόν της Ελληνικής Γλώσσης” του Θεολόγου Βοσταντζόγλου έκδοση του 1962. Στην αφιέρωση γράφει: “Για να θυμάσαι το θείο σου το Γιάγκο, που με τούτα και με κείνα ακούγατε μαζί μουσική. Τρία πράγματα να έχεις στην ψυχή σου: Αγάπη-Αγάπη-Αγάπη”. 

         

Όποιος πρόλαβε τον Κύριο είδε…(επί Τραμπ)

Πριν από τέσσερα ακριβώς χρόνια είχα αναρτήσει εδώ ένα άρθρο με τίτλο «Όποιος πρόλαβε τον Κύριο είδε» και αναφερόμουν στο παραδοσιακό φαινόμενο να δίδονται χάριτες της τελευταίας στιγμής πριν ο Λευκός Οίκος αλλάξει ένοικο. Το άρθρο εδώ προς αποφυγή επαναλήψεων:

https://wordpress.com/post/christospanos.com/2946

Τότε, ήταν ο Μπαράκ Ομπάμα που έφευγε, δίνοντας χάρη κατά κύριο λόγο σε ήσσονος σημασίας αδικήματα και σε 2-3 αμφιλεγόμενες περιπτώσεις, που είχαν να κάνουν με θέματα των ενόπλων δυνάμεων. Κατέληγα το άρθρο λέγοντας ότι όποιος προλάβει τώρα, καθώς ο επόμενος Πρόεδρος δεν είναι και τόσο θετικός στο θεσμό της χάρης. Δε θα μπορούσα να είχα πέσει περισσότερο έξω. Ο Ντόναλντ Τραμπ από το 2017 μέχρι το 2020 έδωσε χάρη σε ουκ ολίγες περιπτώσεις για σοβαρά αδικήματα (ναρκωτικά, φοροδιαφυγή, απάτη, συνομωσία κ.λ.π.). Και φυσικά, τιμώντας την παράδοση να δίδονται οι πιο σκανδαλώδεις χάριτες στο παρά πέντε της αποχώρησης του Προέδρου, ο Τραμπ φρόντισε να το … τερματίσει και στο θέμα αυτό, όπως και γενικότερα στο όλο ζήτημα της μετάβασης στη νέα διακυβέρνηση. Πολύ φοβάμαι μάλιστα ότι ο «Μπλεκ» στο Καπιτώλιο θα επιτρέψει πάλι κάποια στιγμή, ίσως με άλλο αρκουδοτόμαρο.

Έτσι λοιπόν, ο Τραμπ, που θα μείνει για τους λάθος λόγους ως ο πιο αξιομνημόνευτος Αμερικανός Πρόεδρος, φρόντισε να γλιτώσει από τη Δικαιοσύνη και τη φυλακή όλους όσους τον στήριξαν αυτά τα χρόνια κυλιόμενοι στο βούρκο για χάρη του και σαν κύριοι θα πάνε στα σπίτια τους. Οι πιο κραυγαλέες περιπτώσεις – έκπληξη !!! – έχουν να κάνουν με όσους καταδικάστηκαν βάσει του πορίσματος της Επιτροπής Ρόμπερτ Μίλλερ (πρώην αρχηγού του FBI) για την ανάμιξη της Ρωσίας στις εκλογές του 2016. Πρώτος και καλύτερος ο Πωλ Μάναφορτ, επικεφαλής της προεκλογικής εκστρατείας του Τραμπ το 2016. Καταδικάστηκε σε 7 χρόνια φυλακή για το ρόλο του στη ρωσική ανάμιξη. «Λουλούδι» από τα λίγα, ο Μάναφορτ υπήρξε λομπίστας και σύμβουλος σε διάφορες αιμοσταγείς δικτατορίες της Ασίας και της Αφρικής, ενώ είχε στήσει διάφορες ύποπτες μπίζνες στην Ουκρανία, από τις οποίες αποκόμισε βρώμικο χρήμα με τη σέσουλα.

Πωλ Μάναφορτ

Ο επόμενος είναι ο Ρότζερ Στόουν, προσωπικός φίλος του Τραμπ, από τις πιο παλιές καραβάνες του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, με δράση από την εποχή του Νίξον και του Ρέιγκαν ακόμη. Η Επιτροπή Μίλλερ τον έπιασε στα πράσα να διαρρέει απόρρητα έγγραφα σχετικά με την προεκλογική εκστρατεία του 2016 και να ψευδορκεί σχετικά.

Ρότζερ Στόουν

Ρόλο στην ύποπτη εκλογή του 2016 είχαν ως σύνδεσμοι με το Κρεμλίνο ο Ολλανδός δικηγόρος Άλεξ βαν ντερ Ζβαν, γαμπρός Ρώσου ολιγάρχη κολλητού του Πούτιν, αλλά και ο Τζορτζ Παπαδόπουλος (δικό μας παιδί…), μέλος της εκλογικής επιτροπής του Τραμπ, που παραδέχθηκε τις επαφές του με Ρώσους αξιωματούχους στη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου.

Άλεξ βαν ντερ Ζβαν
Τζορτζ Παπαδόπουλος

Φυσικά, δόθηκε χάρη στο συμπέθερο του Τραμπ, τον Τσάρλι Κούσνερ, που είχε στην πλάτη του 18 καταδίκες για φοροδιαφυγή και επιπλέον, κάτι ψιλά με εκβιασμούς και απάτες εκατομμυρίων από το χώρο της αγοράς ακινήτων.

Τσάρλι Κούσνερ

Τέλος, αλγεινή εντύπωση προκάλεσε η χάρη, που δόθηκε σε τέσσερις ένοπλους σεκιουριτάδες της εταρείας «Blackwater», που το 2007 είχαν αιματοκυλίσει απρόκλητα τη Βαγδάτη σκοτώνοντας 14 άοπλους πολίτες (ανάμεσά τους 2 παιδιά) και τραυματίζοντας άλλους 16.

Οι τέσσερις υπεύθυνοι για τη σφαγή αμάχων στη Βαγδάτη το 2007

Έκανε δουλίτσα λοιπόν ο Τραμπ και μπορεί να δώσει άνετα και άλλες τέτοιες χάρες τις δύο εβδομάδες, που του απομένουν. Ακούγεται μάλιστα έντονα ότι -βάζοντας το κερασάκι στην τούρτα- θα δώσει χάρη και στον… εαυτό του. Με αυτά και με αυτά θα μας αδειάσει τη γωνιά, δυστυχώς όμως το αποτύπωμα του βρώμικου, χυδαίου λαϊκισμού, που αφήνει, θα μείνει ανεξίτηλο τόσο στην Αμερικανική Δημοκρατία όσο και στις Δημοκρατίες ανά την Υφήλιο. Μια Αμερικανική Δημοκρατία, που φυσικά δεν είναι τέλεια, είναι όμως ένα πολίτευμα με απίστευτους μηχανισμούς ελέγχου της εξουσίας. Θυμάμαι το 2009, όταν έτυχε να βρίσκομαι στις ΗΠΑ, παρακολούθησα με τρομερό ενδιαφέρον στην τηλεόραση τη συνεδρίαση της Επιτροπής Εξωτερικών και Άμυνας του Κογκρέσου και ειλικρινά θαύμασα τον έλεγχο, που ασκείται από τους εκλεγμένους αντιπροσώπους του λαού στις αποφάσεις της εκτελεστικής εξουσίας. Η περίοδος Τραμπ, τελειώνει ο Τραμπισμός όμως ήρθε για να μείνει (όπως και ο Ερντογανισμός, ο Πουτινισμός, ο Ορμπανισμός…) . Χρέος μας ως δημοκρατικών πολιτών ανά τον κόσμο είναι να κινηθούμε ακριβώς στην αντίθετη κατεύθυνση.

Υψώνοντας τείχη

Από τα τείχη της Τροίας μέχρι το Σινικό Τείχος και από το Τείχος του Βερολίνου μέχρι το Wall των Πινκ Φλόιντ, η ανθρωπότητα είναι εξαιρετικά εξοικειωμένη με την έννοια του φράχτη, του διαχωριστικού μέσου, που κρατάει εκτός και απομακρύνει κάθε ξένο, απειλητικό, ενοχλητικό και διαφορετικό (εισβολέα, γείτονα, περίεργο, κ.λ.π.). Τα τείχη σε όλο τον κόσμο όχι μόνο δε μειώνονται, αλλά αντίθετα πολλαπλασιάζονται και γίνονται όλο και πιο εξελιγμένα. Δε μιλάμε μόνο για κατασκευάσματα από μπετόν και πέτρες αλλά για τεράστια συρματοπλέγματα πολλών επιπέδων ου μην αλλά και για ηλεκτρονικά τείχη, που εμποδίζουν την ελεύθερη πληροφόρηση και διακίνηση των ιδεών. Φυσικά υπάρχουν όπως πάντα ανά τους αιώνες και τώρα πολύ περισσότερο τα αόρατα τείχη του εθνικισμού και του ρατσισμού, που οδηγούν εκατομμύρια ανθρώπους στη γκετοποίηση και το περιθώριο.

O Τιμ Μάρσαλ είναι διπλωματικός συντάκτης του Sky News και έχει μακρά θητεία ως πολεμικός ανταποκριτής σε χώρες όπως το Ιράκ, το Αφγανιστάν, η Σερβία, το Κόσοβο, η Βοσνία και ο Λίβανος. Τα βιβλία του διακρίνονται από μια ξεκάθαρη γεωστρατηγική ματιά, εκείνη του ανθρώπου που έζησε μέσα από τα πεδία των συγκρούσεων αυτά που γράφει και όχι παρακολουθώντας τα από την τηλεόραση. Είχα ενθουσιαστεί με το προηγούμενο βιβλίο του με τίτλο «Αιχμάλωτοι της Γεωγραφίας», όπου παρουσιάζει την ιστορική πορεία και το μέλλον χωρών και ηπείρων να υπαγορεύεται εν πολλοίς από τη θέση τους στο χάρτη και τους γείτονές τους (όπως εμείς καλή ώρα…). Το τελευταίο βιβλίο του τιτλοφορείται «Υψώνοντας Τείχη» (αγγλικός τίτλος «Divided») και κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις «Διόπτρα» σε μετάφραση του Δρ. Σπ. Κατσούλα.

Η μεγάλη αξία του βιβλίου αυτού έγκειται στο γεγονός ότι σε κάνει να συν-ειδητοποιήσεις ότι παρά την επελαύνουσα παγκοσμιοποίηση ο κόσμος είναι σήμερα βαθύτατα διαιρεμένος όχι μόνο με την κλασική οικονομική θεώρηση (πλούτος-ένδεια) αλλά και πολιτικά, με φυσικά και ηλεκτρονικά τείχη. Το εμβληματικότερο σύμβολο διαίρεσης του 20ου αιώνα, το Τείχος του Βερολίνου έπεσε το 1989, βάζοντας τέρμα στη μεγάλη παγκόσμια διάκριση των δύο κόσμων και στον Ψυχρό Πόλεμο. Από εκεί και μετά όμως ο καπιταλισμός, ως νικητής του πολέμου αυτού δημιούργησε άλλα τείχη, που μπροστά τους εκείνο του Βερολίνου μοιάζει σήμερα παιχνιδάκι. Αρκεί μια ματιά στη σημερινή Ευρώπη, που θέλοντας να αντιμετωπίσει τις μεταναστευτικές και προσφυγικές μετακινήσεις, αλλά και για πολιτικούς λόγους, βρίσκεται με αμέτρητα χιλιόμετρα φραχτών στα σύνορα Σερβίας-Ουγγαρίας, Αυστρίας-Σλοβενίας, Σουηδίας-Δανίας, Βαλτικών Χωρών-Ρωσίας, Ισπανίας-Μαρόκου και Ελλάδας-Τουρκίας στον Έβρο. Έξω από την Ευρώπη φράχτες χωρίζουν τα Εμιράτα από το Ομάν, το Κουβέιτ από το Ιράκ, Ιράν-Ιράκ, Πακιστάν-Ιράν. Το Ουζμπεκιστάν έχει κλειστεί ολόγυρα με τους πέντε γείτονές του και μάλιστα με νάρκες (ο λόγος της φοβίας αυτής άγνωστος, προφανώς η παράνοια του Προέδρου του). Εννοείται τείχος μίσους χωρίζει Ινδία με Πακιστάν αλλά και Μπαγκλαντές, ενώ η Μαλαισία έχει οχυρωθεί έναντι της Ταϊλάνδης και του Μπρουνέι, η Βόρεια με τη Νότια Κορέα εδώ και πολλές δεκαετίες χωρίζονται από την περίφημη αποστρατιωτικοποιημένη ζώνη του Κορεατικού Πολέμου. Στην Αφρική τείχη έχουν υψώσει γύρω από τη Ζιμπάμπουε όλες οι γειτονικές της χώρες (Ν.Αφρική, Μποτσουάνα, Ζάμπια), φοβούμενες μαζική μετανάστευση του εξαθλιωμένου πληθυσμού της, αλλά και η Μοζαμβίκη με τη Ν.Αφρική.

Τα τείχη, που προκάλεσαν τη μεγαλύτερη αντίδραση είναι το υπαρκτό τείχος, που χωρίζει το Ισραήλ από τη Λωρίδα της Γάζας αλλά και το ανύπαρκτο μέχρι τώρα τείχος, που σχεδιάζει να χτίσει ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ στα σύνορα με το Μεξικό. Το πρώτο έχει οδηγήσει με ωμό τρόπο στον αποκλεισμό των παλαιστινίων κατοίκων της Λωρίδας της Γάζας από τον έξω κόσμο με τη δικαιολογία τις τρομοκρατικές επιθέσεις κατά του Ισραήλ. Το δεύτερο, είναι αποτέλεσμα του φόβου των λευκών Αμερικανών, ότι κάποια μέρα θα είναι μειοψηφία στις ΗΠΑ αν δε σταματήσουν τη ροή μεταναστών από τη Λατινική Αμερική και ειδικά το Μεξικό, με το οποίο υπάρχει και το επιπλέον πρόβλημα της διακίνησης τεραστίων ποσοτήτων ναρκωτικών προς την αδηφάγο αμερικανική «αγορά». Αν το τείχος αυτό είναι ακόμη «στα χαρτιά» οφείλεται εν πολλοίς πέρα από τις αντιδράσεις, που έχει ξεσηκώσει και στο γεγονός ότι είναι εξαιρετικά πολυδάπανη η κατασκευή του (μερικές εκατοντάδες δις δολλάρια…).

Το τείχος στη Λωρίδα της Γάζας

Ιδιαίτερη μνεία γίνεται για τη σύγχρονη αναδυόμενη υπερδύναμη, την Κίνα. Μπορεί η Κίνα να έχει ανοίξει διάπλατα στο οικονομικό πεδίο, όμως σε εκείνο των ελευθεριών για τους πολίτες της κινείται στην ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση. Το Μεγάλο Σινικό Τείχος βρίσκεται φυσικά στη θέση του για να θυμίζει ότι κατασκευάστηκε για να κρατήσει μακριά τους εισβολείς από το βορρά (χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία, όπως αποδείχθηκε). Στη σύγχρονη εποχή όμως έχει και…παρέα, που δεν είναι άλλη από αυτό που αποκλήθηκε το «Μεγάλο Σινικό Ηλεκτρονικό Τείχος», ένα κολοσσιαίο σύστημα απόλυτου ελέγχου των επικοινωνιών και του διαδικτύου των Κινέζων πολιτών. Η κινεζική κυβέρνηση ονομάζει «Χρυσή Ασπίδα» και ανοικτά δηλώνει ότι υπάρχει για την προστασία των πολιτών της από «επιζήμιες ιδέες» όπως η δημοκρατία, η ελευθερία του λόγου και η μη ελεγχόμενη κουλτούρα. Έτσι στην Κίνα δεν υπάρχει πρόσβαση στο Facebook, το YouTube, το Google, το Twitter, το Amazon (υπάρχουν κινεζικά υποκατάστατά τους) και σε ιστοσελίδες όπως των Time, Economist, Le Monde, Διεθνούς Αμνηστίας κ.λ.π. Αν και δεν αναφέρεται στο βιβλίο, θα πρόσθετα το ανάλογο «τείχος παρακολούθησης» που αποκαλύφθηκε από τον Έντουαρντ Σνόουντεν ότι υπάρχει και στις ΗΠΑ μετά την 9/11/2001.

Τέλος, σημαντική αναφορά γίνεται και στην πατρίδα του συγγραφέα, το Ηνωμένο Βασίλειο, που φιλοξενεί ένα από τα πιο γνωστά τείχη της ιστορίας, εκείνο του Αδριανού, που χώριζε την Αγγλία από τη Σκωτία στη ρωμαϊκή εποχή. Σήμερα που το Brexit είναι πραγματικότητα, αναζωπυρώνονται οι διαιρέσεις των περιοχών του Ηνωμένου Βασιλείου και πλέον το «τείχος» εγείρεται μεταξύ Βόρειας Ιρλανδίας και Ιρλανδίας, στο μοναδικό χερσαίο σύνορο του Ηνωμένου Βασιλείου με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ήδη βέβαια υπάρχουν φυσικά τείχη που χωρίζουν τις γειτονιές Καθολικών και Προτεσταντών στο Μπέλφαστ….

Τείχος που χωρίζει γειτονιές Καθολικών-Προτεσταντών στο Μπέλφαστ της Β.Ιρλανδίας

Τα τείχη στην αρχαιότητα χρησίμευαν στην άμυνα από τις εξωτερικές απειλές πόλεων και περιοχών. Σήμερα τα δημιουργούν κατά κύριο λόγο ο εθνικισμός, ο ρατσισμός και η πολιτική της περιχαράκωσης της ταυτότητας, όπως επίσης και η ανάγκη ελέγχου των πολιτών. Το βιβλίο του Τιμ Μάρσαλ μας προσφέρει μια ιδιαίτερα χρήσιμη πλην σκληρά ρεαλιστική οπτική του σύγχρονου κόσμου και ταυτόχρονα μια δυστοπική προοπτική για το μέλλον, όπου οι φράχτες και τα τείχη -ορατά και αόρατα- προβλέπεται να πολλαπλασιαστούν. Ήδη η πανδημία του covid-19 μας έδωσε μια καλή πρόγευση για το πόσο δύσκολο θα είναι στο μέλλον να τα υπερκεράσουμε.

To Τείχος της Μελίγια στα σύνορα Ισπανίας-Μαρόκου

Πέντε στίχοι για το χρόνο

«Why do we give up our hearts to the past and why must we grow up so fast ?»                               Eagles «Pretty Maids All In A Row» ( από το «Hotel California»-1977)

«Who knows where the time goes ?»                                                                                                                        Sandy Denny (από το «All Our Own Work» -1973)

χρονος-2

Θα μπορούσαμε να γεμίσουμε τόμους με υπέροχους στίχους σαν τους παραπάνω, που ασχολούνται με το χρόνο. Κάθε μορφής τέχνη έχει εξαντλητικά καλύψει το μυστήριο του χρόνου. Αλλά πρωτίστως η επιστήμη της φυσικής είναι αυτή που βρίσκεται στην αιχμή της έρευνας για το μέγεθος αυτό. Η ίδια η ύπαρξη του χρόνου έχει αμφισβητηθεί. Λένε μερικοί επιστήμονες πως δεν υπάρχει αλλά έχει δημιουργηθεί από τους ανθρώπους για να οργανώνουν τη ζωή τους. Πως μόνοι μας βάλαμε τους εαυτούς μας σε κουτάκια ανάλογα με την κίνηση της Γης, του Ήλιου και της Σελήνης για να ξέρουμε τι μας γίνεται. Γίγαντες της επιστήμης όπως ο Άλμπερτ Αινστάιν και ο Στήβεν Χώκινγκ βασίζουν τις θεωρίες τους στο χρόνο συνδέοντας τον με το χώρο στο διάστημα, δημιουργώντας ένα νέο μέγεθος, το χωροχρόνο, που μοιάζει στις γραφικές παραστάσεις με τεντωμένο ύφασμα.

Image converted using ifftoany

Η ύπαρξη του χρόνου μπορεί να αμφισβητείται και να ερευνάται, εκείνο όμως που σίγουρα βλέπουμε είναι οι συνέπειες από το πέρασμά του. Τις διαπιστώνουμε στο σώμα και το πνεύμα μας και σε εκείνα των άλλων, στην αλλαγή των τοπίων, στη μεταβολή του κλίματος, στο ρου της ιστορίας, στις γεννήσεις και στους θανάτους. Ο χρόνος αδυσώπητα κινείται γραμμικά προς μια κατεύθυνση, εκείνη του μέλλοντος. Εμείς είμαστε για μια στιγμή στη διάσταση του παρόντος, που την επόμενη στιγμή είναι ήδη παρελθόν και πάει λέγοντας. Πριν από αρκετά χρόνια, είχα γοητευτεί από τον Ηράκλειτο, το μοναδικό εκείνο «σκοτεινό» φιλόσοσοφο της αρχαιότητας, που δε μοιάζει με κανέναν άλλο, ίσως επειδή εισάγει στην ελληνική σκέψη την παράταιρη γι’αυτή έννοια της αέναης μεταβολής των πάντων («Τα πάντα ρει και ουδέν μένει..»).  Ένα από τα πιο χαρακτηριστικά ρητά του Ηρακλείτου είναι επίσης το «Ποταμώ ουκ έστιν εμβήναι δις τω αυτώ» (Δε μπορείς να μπεις δυο φορές στο ίδιο ποτάμι), καθώς το νερό στο οποίο μπήκες μέσα την πρώτη φορά έχει φύγει, έχει πάει πιο κάτω και το ποτάμι της δεύτερης φοράς είναι πια άλλο. Έτσι και ο χρόνος, εξάλλου μια από τις πιο συνηθισμένες του παρομοιώσεις είναι «το ποτάμι του χρόνου».

83602-ce97cea1ce91ce9ace9bce95ce99cea4ce9fcea3

Πάντα η αναδίφηση του παρελθόντος αλλά και η προσπάθεια για πρόβλεψη του μέλλοντος ήταν βασικές έγνοιες των ανθρώπων. Με την έλευση του διαδικτύου και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης έχει εκτιναχθεί το πρώτο από τα δύο αυτά φαινόμενα. Αναρίθμητες ομάδες ασχολούνται με αναρτήσεις φωτογραφιών από το παρελθόν σε μια προσπάθεια ανάδειξης και διάσωσής του σε επίπεδο χωριών, πόλεων, συλλόγων, επαγγελμάτων, συνηθειών, ιστορικών γεγονότων. Ένας θαυμαστός πλούτος εικόνων και γνώσεων μας διακτινίζει κυριολεκτικά σε τόπους και εποχές, που απλώς είχαμε (ή δεν είχαμε) ακούσει την ύπαρξή τους, αλλά και σε τόπους και εποχές, που ζήσαμε οι ίδιοι, προκαλώντας μας ένα υπέροχο αίσθημα «deja vu». Έτσι, απολαμβάνω ιδιαίτερα τη συμμετοχή μου σε ομάδες με παλιές φωτογραφίες από την πόλη που γεννήθηκα, το Αγρίνιο, την πόλη που μεγάλωσα, τα Ιωάννινα και την πόλη που έζησα τα φοιτητικά μου χρόνια, την Αθήνα. Ακόμη ομάδες ανθρώπων με απίστευτες, εμβριθείς γνώσεις και φωτογραφικά τεκμήρια για ένα θέμα που με ενδιαφέρει ιδιαίτερα, τον Β΄Παγκόσμιο Πόλεμο. Είναι αυτή η αναζήτηση του παρελθόντος ένα αναγκαίο εργαλείο αυτοπροσδιορισμού ή μήπως μια μόδα; Για κάποιους όπως βλέπω είναι έργο ζωής αν κρίνω από τα καταπληκτικά αρχεία που διαθέτουν και αναρτούν και αυτό είναι θαυμάσιο. Προσωπικά θεωρώ τη γνώση του παρελθόντος σπουδαίο στήριγμα για το μέλλον. Πάντα όμως ελλοχεύει η παγίδα να θαφτείς στο παρελθόν, που νοσταλγείς τόσο και να μην ξανοιχτείς στο μέλλον, όπως πρέπει. Το λέει εξάλλου ξεκάθαρα ο Νηλ Γιάνγκ στο «Ambulance Blues»:

 «It’s easy to get buried in the past, when you try to make a good thing last…».  

chronos

Και το μέλλον; Πάμε και βλέπουμε… Είναι (και πάντα ήταν) τόσο άδηλο και απρόβλεπτο, τόσο για το καλό όσο (κυρίως) για το κακό. Άσε που είναι και μακριά, οπότε ας ζούμε το σήμερα με ένταση και ουσία πράξεων και συναισθημάτων καλύτερα κι ας κάνουμε και κανένα λάθος στην πορεία. Κλείνοντας θα επικαλεστώ δύο ακόμη αγαπημένους στίχους:

The past is a fact, the present a mistake and the future we always live too late    

έλεγε ο Πωλ «Modfather» Ουέλλερ στο υπέροχο «My ever changing moods» και βεβαίως ο μέγιστος Πρινς, που κλείνοντας πονηρά και σκαμπρόζικα το μάτι στο «New Position» μας προτρέπει να είμαστε τολμηροί στην αντιμετώπιση του μέλλοντος, λέγοντάς μας :                                             

«Let’s go fishing in the river, the river of life…»       

2020-PUBLICIDAD

«The Americans»: Ένα πολύ σκοτεινό παραμύθι.

476203340_1280x720

Έπειτα από 6 σεζόν τελείωσε μια από τις πιο συγκλονιστικές τηλεοπτικές σειρές της τελευταίας δεκαετίας. Η σειρά «The Americans» είναι παραγωγή του καναλιού FX και ξεκίνησε το 2013. Δε θα έλεγε κανείς ότι είχε την ανυπολόγιστη απήχηση άλλων σειρών των τελευταίων χρόνων, όπως το «Game of Thrones», το «House of Cards» ή το «Breaking Bad». Απευθυνόμενοι σε ένα κοινό με ενδιαφέρον για την ύστερη περίοδο του Ψυχρού Πολέμου οι «Americans» θέτουν το πλαίσιο της δράσης τους στην ψυχροπολεμική δεκαετία του 1980 και ο χαρακτήρας της σειράς είναι καταρχήν «κατασκοπευτικό δράμα». Έλα όμως που είναι πολύ περισσότερα πράγματα από αυτό… Δημιουργός της σειράς ο Τζο Γουάιζμπεργκ, επί πολλά χρόνια επαγγελματίας κατάσκοπος στην υπηρεσία της CIA. Όπως λέει ο ίδιος, είναι και αυτή μια δουλειά όπως όλες οι άλλες, με κάποιες «ιδιαιτερότητες» φυσικά. Τον ίδιο τον απασχόλησε από τη δική του εμπειρία πως συμβιβάζεται μια δουλειά όπως αυτή με την οικογένεια και την υπόλοιπη προσωπική ζωή του κατασκόπου. Το ζήτημα δεν είναι πρωτόγνωρο στον κινηματογράφο. Εντελώς πρόχειρα θυμάμαι την απολαυστική ταινία του Τζέημς Κάμερον «True Lies» («Αληθινά Ψέματα») με πρωταγωνιστή τον Άρνολντ Σβαρτσενέγκερ. Εκεί το θέμα είχε μια ισχυρή αίσθηση κωμωδίας και ήταν όντως έτσι. Όμως με τους «Americans» δεν υπάρχει ίχνος κωμωδίας. Αντίθετα, πρέπει να είσαι έτοιμος να καταδυθείς σε αβυσσαλέα σκοτεινά βάθη ανθρώπινης συμπεριφοράς και κατάστασης.

Jennings_Family
Η οικογένεια Τζένιγκς

Υπόθεση;  Κάπου στη Βιρτζίνια των ΗΠΑ ζει η οικογένεια του Φίλιπ και της Ελίζαμπεθ Τζένιγκς, που έχουν δύο παιδιά, την Πέιτζ και τον Χένρι. Οι δύο γονείς κάνουν την ίδια δουλειά: διατηρούν δικό τους ταξιδιωτικό γραφείο και απασχολούν καμιά δεκαριά υπαλλήλους. Η ζωή τους είναι έως και ειδυλλιακή: νέοι, εμφανίσιμοι, πετυχημένοι, οικογενειάρχες με μεγάλη μονοκατοικία στα προάστια, με λίγα λόγια η αρχετυπική αμερικανική οικογένεια. Όμως κάτω από αυτό το λούστρο κρύβεται μια εντελώς άλλη πραγματικότητα: Ο Φίλιπ και η Ελίζαμπεθ είναι σοβιετικοί κατάσκοποι (Μίσα και Ναντέζντα τα πραγματικά τους ονόματα), που αφού πρώτα τους πάντρεψαν η ΚGB τους έστειλε σε πολύ νεαρή ηλικία από τη Ρωσία στην Αμερική όπου και εγκαταστάθηκαν με πλαστά στοιχεία. Εκεί απέκτησαν τα δύο παιδιά τους, τα οποία γεννήθηκαν και μεγάλωσαν σαν αμερικανάκια, χωρίς να έχουν την παραμικρή ιδέα για την πραγματική τους καταγωγή και δουλειά των γονέων τους. Οι δύο γονείς ζουν διπλή ζωή. Πίσω από τη βιτρίνα της οικογένειάς τους κρύβονται δύο εξαιρετικά εκπαιδευμένοι σοβιετικοί πράκτορες χωρίς ηθικούς δισταγμούς και φραγμούς. Εξαπάτηση των «στόχων» τους, αμέτρητες μεταμφιέσεις, διαρρήξεις, παρακολουθήσεις , εκβιασμοί αλλά και κατά συρροή δολοφονίες με κάθε τρόπο. Ακόμη, ευρύτατη και αδίστακτη χρήση του σεξ ως μέσου απόσπασης πληροφοριών. Ενώ έτσι έχουν τα πράγματα, ο πιο κολλητός τους φίλος είναι ο γείτονάς τους Σταν Μπίμαν, ο οποίος τυχαίνει να είναι πράκτορας του FBI στο Γραφείο Αντικατασκοπίας, ανυποψίαστος και αυτός για την πραγματική τους ταυτότητα.

Beeman
Ο Νόα Έμεριχ, στο ρόλο του πράκτορα Σταν Μπίμαν

Οι δύο κατάσκοποι δεν είναι μόνοι τους. Ένα ολόκληρο αυτόνομο βοηθητικό δίκτυο της KGB επί αμερικανικού εδάφους επιστρατεύεται κάθε φορά που χρειάζεται. Εξαιρετικοί στους ρόλους των «συντονιστών» της KGB οι παλαίμαχοι ηθοποιοί Μάργκο Μάρτιντέϊλ και Φρανκ Λανγκέλα.

David_Copperfield_Episode_Gabriel_Claudia
Δύο όχι και τόσο αθώα γεροντάκια…

Χωρίς η σύνδεση να είναι εμφανής, πολύ επιτυχημένα η υπόθεση μας περνά και στο χώρο της «Ρεζιντεντούρα», δηλαδή του μυστικού γραφείου της KGB στη σοβιετική πρεσβεία στην Ουάσιγκτον. Χρησιμοποιώντας στους σχετικούς ρόλους ηθοποιούς με μητρική τη ρωσική γλώσσα, παίρνει σπουδαίες ερμηνείες από αυτούς. Ξεχωρίζουν ο Ρωσο-αυστραλός Κόστα Ρόνιν, ο Ρωσο-αμερικανός Λεβ Γκορν και η Αφγανο-αμερικανίδα Ανέτ Μαχέντρου.

lev
Στα άδυτα της Ρεζιντεντούρα της KGB (Ανέτ Μαχέντρου και Λεβ Γκορν)

Από την άλλη στο γραφείο του FBI παίρνουμε μια εικόνα για τις μεθόδους που χρησιμοποιούν προσπαθώντας να στριμώξουν τους σοβιετικούς. Οι δύο κόσμοι έχουν κάποιες επαφές μεταξύ τους προσπαθώντας να ξεγελάσουν ο ένας τον άλλο. Ως θεατές βλέπουμε πλήθος κατασκοπευτικών τεχνασμάτων και γκάτζετς, που χρησιμοποιούνται, προφανώς λόγω της θητείας του δημιουργού της σειράς στις μυστικές υπηρεσίες.

150127_tv_theamericans_301b-crop-promo-mediumlarge
Η Ελίζαμπεθ «επί το έργον»…

Η ιστορία είναι τοποθετημένη λίγο πριν την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης. Οι πρωταγωνιστές δεν το ξέρουν αυτό και αγωνίζονται με πάθος για την υπεράσπιση της πραγματικής τους πατρίδας, ενώ ταυτόχρονα δίνουν την εικόνα των καλών αμερικανών πολιτών προς τα έξω. Τα θέματα που αγγίζουν είναι σημαντικά για την εποχή, που σημαδεύτηκε από την ψυχροπολεμική πολιτική του προέδρου Ρήγκαν: ο «Πόλεμος των Άστρων», ο βιολογικός πόλεμος, η τεχνολογία «στελθ», ο πόλεμος του Αφγανιστάν, ακόμη και  το μυστηριώδες τότε «Άρπανετ», ο πρόδρομος του σημερινού διαδικτύου (το οποίο ξεκίνησε από στρατιωτική χρήση ως γνωστόν).

Rothman-TheAmericans
Ο Φίλιπ και η Ελίζαμπεθ, σε μια από τις πολλές μεταμφιέσεις τους.

Όμως εν τέλει οι «Americans» είναι μια σκοτεινή ανθρώπινη ιστορία. Οι δύο πρωταγωνιστές έχουν συχνά φλας μπακ από την προηγούμενη ζωή τους στη Σοβιετική Ένωση, άλλοτε νοσταλγικά και άλλοτε απωθητικά. Το πιο δύσκολο θέμα είναι ο χειρισμός των ανύποπτων παιδιών τους καθώς αυτά μεγαλώνουν. Το φιλμάρισμα είναι επίτηδες σκοτεινό και ατμοσφαιρικό, επιτείνοντας τη δραματική ατμόσφαιρα. Σε καμία σκηνή δεν υπάρχει το φως του ήλιου την ημέρα, ενώ όλα τα πλάνα από τη Ρωσία είναι ημίφωτα και χιονισμένα. Τα όσα συμβαίνουν έχουν ένταση άλλοτε φανερή και άλλοτε υπόγεια. Η σειρά ευτύχησε να έχει δύο καταπληκτικούς ηθοποιούς στους πρωταγωνιστικούς ρόλους.

Americans-2
Κέρι Ράσελ και Μάθιου Ρις, σε δύο μαεστρικές ερμηνείες.

Η Κέρι Ράσσελ δίνει ρέστα στο ρόλο της Ελίζαμπεθ, περιδιαβαίνοντας με άνεση όλο το ερμηνευτικό φάσμα, αλλάζοντας πρόσωπα και διατηρώντας τη γοητεία της ακόμη και στα πιο φρικτά εγκλήματα που διαπράττει. Ο Μάθιου Ρις, συμπληρώνει ιδανικά την ερμηνεία της. Πιο εύθραυστος, πιο ανθρώπινος από την αδίστακτη Ελίζαμπεθ, ο ρόλος του Φίλιπ του πηγαίνει γάντι και ο ίδιος τον υπηρετεί αριστοτεχνικά. Δεν είναι τυχαίο ότι και οι δύο μονοπώλησαν τα τηλεοπτικά βραβεία ερμηνείας τα τελευταία χρόνια. Αλλά και το υπόλοιπο καστ είναι εξαιρετικό. Ιδιαίτερη μνεία βέβαια για τη σπουδαία απόδοση του Νόα Έμεριχ, στο ρόλο του πράκτορα Σταν Μπίμαν, ενός χαρακτήρα με πολλά διλήμματα και προβλήματα.

Keri_Russell_Americans
H Κέρι Ράσελ, σε ένα βαρυσήμαντο ρόλο, μακριά από όσα πιο εύπεπτα είχε κάνει μέχρι τώρα στην καριέρα της.

Τέλος, η αναπαράσταση της εποχής των ’80ς είναι υποδειγματική και συμπληρώνεται σε πολλά επεισόδια με τραγούδια εκείνης της εποχής (όχι και τόσο προφανή χιτ, πράγμα πολύ καλό βεβαίως). Προς τιμήν των δημιουργών της η σειρά δεν πέφτει στην παγίδα να γίνει μια ακόμη αμερικάνικη σειρά με υπερπατριωτικές κορώνες. Αντίθετα, αντιμετωπίζει τους δύο κόσμους του Ψυχρού Πολέμου ισότιμα, δίνοντας βάρος στα πάθη των ανθρώπων που πιάστηκαν στα γρανάζια του. Αν αναρωτηθήκατε ίσως εάν η ιστορία αυτή βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα, η απάντηση είναι όχι. Παραταύτα, επειδή η ζωή είναι πάντα πιο μπροστά, πριν μερικά χρόνια και ενώ η σειρά ήδη παιζόταν στην τηλεόραση, εξαρθρώθηκε ένα παρόμοιο δίκτυο ρώσων κατασκόπων στις ΗΠΑ, όχι τόσο προχωρημένο βέβαια όσο αυτό της σειράς. Το κλείσιμο των «Americans» είναι αριστουργηματικό και μας αφήνει κάποιες άκρες για το μέλλον. Ίδωμεν…

«Erga omnes» και άλλα λατινικά

latin-inscription-roman-emperor-trajan-s-monument-pedestal-imperial-forum-s-p-q-r-caesar-nerva-best-67130032

Με την ευκαιρία του θέματος για την ονομασία της ΠΓΔΜ, γίναμε μάρτυρες της χρήσης ενός ακόμη λατινικού όρου, που είναι βέβαιο ότι οι περισσότεροι από όσους τον άκουσαν δεν ξέρουν τι σημαίνει. Ο όρος αυτός περιλαμβανόταν στη φράση «σύνθετη ονομασία με γεωγραφικό προσδιορισμό «erga omnes» (δηλαδή: «έναντι όλων») και μεταφραζόταν (λανθασμένα) ως «για όλες τις χρήσεις» (λες και ήταν…αλεύρι). Δεν είναι η πρώτη φορά που χρησιμοποιούνται στην πολιτική ζωή λατινικές εκφράσεις, που συνήθως μένουν. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το αλήστου μνήμης «mea culpa» του Ανδρέα Παπανδρέου το 1987. Όταν στην Πρώτη Λυκείου ξεκινήσαμε οι της κλασσικής κατεύθυνσης (σήμερα θεωρητικής) να διδασκόμαστε λατινικά με το αναγνωστικό του Ερρίκου Σκάσση και την εμβληματική πλέον πρώτη φράση του «Regina rosas amat» (= H βασίλισσα αγαπά τα τριαντάφυλλα), μας ξεκαθαρίστηκε από την αρχή ότι τα λατινικά είναι μια νεκρή γλώσσα. Μεσολάβησαν πολλά χρόνια από τότε και διαπιστώνει κανείς ότι δεν είναι και τόσο νεκρή όσο φαίνεται. Μπορεί τα λατινικά να μην ομιλούνται, είναι όμως πανταχού παρόντα με διάφορες εκφράσεις  αλλά και στη γενική καθημερινή χρήση. Φυσικά δεν αναφέρομαι σ’ εμάς τους νομικούς, που πολύ συχνά θα μας ακούσει κανείς να λέμε μεταξύ μας διάφορα … ακατάληπτα όπως «in dubio pro reo», «sine qua non», «superficiae solo cedit», «nullum crimen nulla poena sine lege», «mutatis mutandis», «reus reum non facit», «ad hoc» και άλλα πολλά…

XM4UGX4PjVvZoPbWMogbKyZ1

Η ευρεία χρήση της λατινικής ορολογίας και φρασεολογίας εξηγείται στο γεωγραφικό χώρο της Δυτικής και Κεντρικής Ευρώπης εξαιτίας της ρωμαϊκής πολιτιστικής κληρονομιάς, η οποία με τη σειρά της έχει επηρεαστεί βαθύτατα από την αρχαία ελληνική. Η Καθολική Εκκλησία με την εκτεταμένη χρήση της λατινικής ως επίσημης γλώσσας του Βατικανού έχει επίσης κρατήσει ζωντανές πολλές εκφράσεις, κυρίως σε κύκλους της θρησκείας και της διανόησης. Είναι χαρακτηριστικό ότι σε κάποια ελίτ πανεπιστήμια ακόμη και σήμερα διδακτορικές διατριβές εκπονούνται στα λατινικά, ως ένδειξη κύρους και βαρύτητας. Όπως και τα αρχαία ελληνικά έτσι και τα λατινικά έχουν το προτέρημα να έχουν χαρακτήρα συνοπτικό και ακριβή, πράγμα ιδιαίτερα σημαντικό στις επιστήμες. Πολλές λατινικές λέξεις, κυρίως επιστημονική ορολογία, είναι ακριβής απόδοση αντίστοιχων ελληνικών. Αυτό είναι ιδιαίτερα έντονο στην ιατρική, τη ζωολογία, φυτολογία και γεωγραφία, όπου πάμπολλοι όροι είναι εκλατινισμένοι αρχαιοελληνικοί (panther, narcissus, myopia, Europa, κ.λ.π.). Έχω δει όμως σε διάφορα κυρίως αγγλικά λεξικά, αυτό να γίνεται … «γαργάρα». Για παράδειγμα:  Panther: αιλουροειδές ζώο κ.λ.π. Η λέξη προέρχεται από το λατινικό «panther» και μέχρι εκεί, χωρίς αναφορά του προγενέστερου ελληνικού «πάνθηρ».

Iscrizi9

Στη  νέα ελληνική γλώσσα, η χρήση λατινικών όρων πέραν των επιστημών δεν είναι τόσο συχνή όσο στις ευρωπαϊκές και ιδιαίτερα τις λατινογενείς γλώσσες. Όπως προαναφέρθηκε όμως μια αρκετά μεγάλη γκάμα λατινικών εκφράσεων χρησιμοποιούνται χωρίς να το έχουμε συνειδητοποιήσει. Λέμε και ακούμε συχνά εκφράσεις όπως: status quo, carpe diem (ας όψεται ο «Κύκλος των Χαμένων Ποιητών»), tabula rasa, scripta manent, casus belli, de facto, persona non grata, a priori, sui generis, veto, data, natura, referendum, consortium, requiem, mea culpa, «o tempora! o mores!», «veni,vidi,vici», «alea jacta est» και πολλά ακόμη. Ιδιαίτερη εντύπωση μου έκανε τελευταία η χρήση του όρου «in medias res» στο σχολικό βιβλίο του Γυμνασίου για την Οδύσσεια, που αναφέρεται στην έναρξη της εξιστόρησης του ομηρικού έπους όχι από την αρχή της υπόθεσης αλλά από τη μέση. Οι μαθητές που βλέπουν αυτό το λατινικό λογοτεχνικό όρο έρχονται έτσι σε μια πρώτη ασυναίσθητη επαφή με τη λατινική ορολογία.

Κικέρων (106 π.Χ-43 π.Χ)

Αν έπειτα από τόσο καιρό που ξεκίνησα να έχω επαφή με τα λατινικά με ρωτήσει κανείς αν η γνώση αυτή ήταν χρήσιμη, θα απαντήσω ανεπιφύλακτα θετικά. Μπορεί να μη μιλάμε λατινικά -ούτε αρχαία ελληνικά-, όμως η επαφή με αυτά αποτελεί ένα πολύ χρήσιμο εργαλείο διεύρυνσης σε όλα τα πεδία της γνώσης. Αυτό φυσικά δεν το κατανοούσαμε όταν σπαζοκεφαλιάζαμε να μεταφράσουμε στα σχολικά μας χρόνια τα (άγνωστα παρακαλώ)  στρατιωτικά κείμενα του Ιούλιου Καίσαρα από το «De Bello Gallico» (η πραγματική ιστορία του… Αστερίξ) και «De Bello Civili» και τους «Βίους» του Κορνήλιου Νέπωτα. Τώρα που το αναλογίζομαι και πάλι τυχεροί είμαστε με αυτά τα κείμενα, τα οποία θεωρούνται από τα εύκολα. Θα μπορούσε να μας είχαν τύχει τα πολύ πιο περίπλοκα κείμενα του μέγιστου Κικέρωνα, του Οβίδιου, του Οράτιου, του Σενέκα, του Βιργίλιου.

Δε θα μπορούσα να κλείσω αυτή τη μικρή αναφορά στα λατινικά παρά με Κικέρωνα. Στο έργο του «Επιστολές στον Αττικό» (Epistulae ad Atticum 9.10.3) γράφει το αθάνατο: «Dum spiro spero» (= Όσο ζω ελπίζω).

Να χαίρεσαι τ’όνομά σου !

Decorated-Christmas-gifts-2

Η ονομαστική γιορτή είναι ένα ιδιαίτερο ελληνικό έθιμο, άμεσα συνυφασμένο με τον κύκλο-εορτολόγιο της ορθόδοξης πίστης. Οι πάντες πιστεύοντες και μη στην Ελλάδα έχουν στην πλειοψηφία τους ονομαστική γιορτή και ασμένως δέχονται ευχές γι’αυτή ανεξάρτητα από το βαθμό της δικής τους θρησκευτικής πίστης. Στις υπόλοιπες ορθόδοξες χώρες (Βαλκανικές, Ρωσία κ.λ.π.) εξ όσων γνωρίζω έχουν μια ονομαστική γιορτή για το επώνυμο της οικογένειας και όχι για το βαπτιστικό όνομα κάθε ατόμου. Εμείς εδώ πάλι το έχουμε … δίπορτο καθώς γιορτάζουμε εξίσου βαρυσήμαντα και τα γενέθλια, τα οποία είναι η κυρίαρχη ατομική γιορτή παγκοσμίως. Οι περισσότεροι από εμάς έχουμε μνήμες παιδικών χρόνων από ονομαστικές γιορτές στα σπίτια μας. Η μεγαλύτερη και πιο επίσημη ήταν αυτή του πατέρα. Φίλοι, συγγενείς και γείτονες περνούσαν για «επίσκεψη» προκειμένου να ευχηθούν και να πάρουν το κέρασμά τους  συνήθως ένα ποτό (το βερμούτ ήταν παλιά για τις κυρίες καθιερωμένο, για τους άνδρες κάτι πιο «σκληρό» αλκοολούχο) και μαζί σοκολατάκι και γλυκό. Με την πάροδο του χρόνου εμφανίστηκε όλο και περισσότερο φαγητό στο κέρασμα με αποτέλεσμα η επίσκεψη εν πολλοίς να καταλήγει σε δείπνο-μπουφέ. Οι επισκέπτες έφερναν για τον εορτάζοντα κάποιο δώρο, συνήθως ποτό ή σοκολατάκια. Όλη η περίσταση είχε ένα χαρακτήρα γνήσιας κοινωνικότητας. Με την κυκλική επανάληψη του γεγονότος κάθε χρόνο σε επίπεδο γειτονιάς, οικογένειας, παρέας κ.λ.π.οι δεσμοί συσφίγγονται και υπάρχει μια σταθερή αφορμή συνεύρεσης. Στις μεγάλες γιορτές, οπότε γιορτάζει πολύς κόσμος οι επισκέψεις μπορεί να ήταν και 5-6 μέσα σ’ένα απόγευμα σε διάφορους εορτάζοντες. Το τηλέφωνο, όταν γενικεύτηκε η χρήση του έδωσε ένα καλό άλλοθι να διατυπώνονται οι ευχές από μακριά και να περιοριστούν οι επισκέψεις. Τέλος, ήρθε το ίντερνετ και όλα λέγονται με like, φατσούλες, αυτοκόλλητα και συντομογραφίες στο Facebook και το Instagram.

mancatul-seara

Οι περισσότεροι έχουμε όνομα που να «γιορτάζει». Υπάρχουν και αρκετοί, που φέρουν όμως ονόματα, που στερούνται αγίου ή γεγονότος, από τα περιλαμβανόμενα στο εορτολόγιο. Μερικές φορές στις περιπτώσεις αυτές, ιδίως παλαιότερα, κατά τη βάπτιση και ονοματοδοσία δινόταν και ένα δεύτερο όνομα «εφεδρικό» για να έχει το παιδί ονομαστική γιορτή. Ακόμη, την εποχή των γονέων μας η απόδοση και δεύτερου ονόματος κατά τη βάπτιση ήταν κανόνας και για άγνωστο λόγο δίδονταν δύο ονόματα, που έχουν και τα δύο ονομαστική γιορτή. Τη μητέρα μου για παράδειγμα τη βάπτισαν Ελισάβετ, έχει όμως και το εφεδρικό «Δήμητρα». Σημειωτέον ότι αυτά τα δεύτερα ονόματα ήταν ανεπίσημα και δεν φαίνονταν πουθενά σε επίσημα ληξιαρχικά έγγραφα. Είναι φυσικά διαφορετικό και μεταγενέστερο το φαινόμενο των και επίσημα διπλών ονομάτων, όπως π.χ. Άννα-Μαρία, Ελένη-Χριστίνα, στα οποία υπάρχει έστω μια οπτικοακουστική αισθητική. Επ’εσχάτων όμως, στα ύστερα μετανεωτερικά χρόνια που ζούμε, έχουν εμφανιστεί νέα σύνθετα ονόματα-ιδιοκτατασκευές, όπως Μαριακαίτη, Μαρισόφη, Ελενίκη, Γιωργιάννα,  Μαριδώρα, Ελεάννα, Μαριλίλη, Ανναρέα, Γιωργανδρέας, Σπυραβάγγελος, Μαριβέρα. Όλα αυτά φυσικά εξαιτίας της «ανάγκης» (;) να στριμωχτούν τα ονόματα παππούδων και γιαγιάδων στο βαπτιστικό της εγγονής ή του εγγονού τους για να είναι όλοι ευχαριστημένοι (εκτός ίσως από το παιδάκι, που για όλη του τη ζωή θα υπόκειται σε bullying λόγω του περίεργου ονόματός του…)  Ακόμη, συχνά απαντώνται ονόματα λουλουδιών (Μαργαρίτα, Βιολέτα κ.λ.π.), αρχαιοπρεπή ονόματα (Περικλής, Αριστομένης, Δημοσθένης, Ιππολύτη, κ.ο.κ.) ή ονόματα του καθολικού εορτολογίου (Ερνέστος, Ρομπέρτα, κ.λ.π.). Στις περιπτώσεις αυτές, οι φέροντες τα ονόματα αρκούνται στα γενέθλιά τους. Παραταύτα, η Εκκλησία της Ελλάδος πριν από 20 χρόνια εισήγαγε νέα ονομαστική εορτή την πρώτη ημέρα του Ινδικτιώνος (εκκλησιαστικού έτους – 1η Σεπτεμβρίου) και ορίστηκε τότε να εορτάζουν μερικές δεκάδες γυναικεία ονόματα, που δεν είχαν άλλη γιορτή. Οι περισσότερες γιορτές είναι σταθερές, υπάρχουν όμως και αυτές που είναι κινητές, λόγω του Πάσχα, με κυριότερη αυτή του Αγίου Γεωργίου.

viktor-forgacs-140589.jpg

Άλυτο μυστήριο αποτελεί το μέγα ζήτημα των θεομητορικών εορτών. Με άλλα λόγια πότε γιορτάζουν βρε παιδιά επιτέλους οι Μαρίες,οι Μάριοι, οι Παναγιώτηδες και οι Δέσποινες ; Ως πότε θα τρώμε παραπομπή για τα Εισόδια της Θεοτόκου, το Δεκαπεντάυγουστο ή  (όπως το λέμε στα Τζουμέρκα) το «Οχτώημερο» (8 Σεπτεμβρίου- Η Γέννηση της Παναγίας); Δε θα ήταν άσχημο να βγει κάποτε μια εφαρμογή στο διαδίκτυο για να ξέρουμε… Εξάλλου το διαδίκτυο είναι ήδη κατάμεστο από ιστοσελίδες με εορτολόγια για κάθε πιθανό και απίθανο όνομα.

roses-flower-nature-macro-63638

Χθες είχαμε τη γιορτή του Αγίου Δημητρίου και από εδώ και μετά ξεκινάει μια ξέφρενη σειρά διαδοχικών ονομαστικών εορτών που θα κρατήσει όλο το Νοέμβριο, θα κορυφωθεί το Δεκέμβριο με τις γιορτές γύρω από τα Χριστούγεννα και θα πάει μέχρι τα μέσα Ιανουαρίου. Αλλά και όλη η χρονιά είναι γεμάτη με ονομαστικές γιορτές-αφορμές να επικοινωνούμε μεταξύ μας και να λέμε στους αγαπημένους μας, συγγενείς και φίλους  την ακατανόητη, ελαφρώς σουρεαλιστική, πλην όμως παραδοσιακή ευχή: » Να χαίρεσαι τ’ όνομά σου !!!»