» ‘Εχω δει πράγματα που εσείς οι άνθρωποι δεν θα πιστεύατε. Σκάφη επίθεσης να φλέγονται έξω από το βραχίονα του Ωρίωνα. Είδα δέσμες φωτός C να λάμπουν στο σκοτάδι κοντά στις Πύλες του Τανχόϊζερ. Όλες αυτές οι στιγμές θα χαθούν μέσα στο χρόνο, όπως τα δάκρυα στη βροχή. Είναι ώρα να πεθάνω.»
Αυτές οι λίγες γραμμές ακούγονται στην πιο συγκλονιστική σκηνή θανάτου στην ιστορία του κινηματογράφου. Φλερτάρω συχνά με τη σκέψη να καταλήξω ότι η ταινία «Μπλέηντ Ράνερ» (1982) σε σκηνοθεσία Ρίντλεϊ Σκοτ είναι η καλύτερη, που έχω δει στη ζωή μου. Και δεν είμαι ο μόνος. Όλοι εμείς που λατρεύουμε αυτή την ταινία αισθανθήκαμε ανακούφιση που η συνέχειά της (Blade Runner 2049) ήταν καλή και συνεπής με το αρχικό έργο, φορτωμένη βέβαια με όλα τα αναπόφευκτα για την εποχή μας τεχνικά εφέ (CGI και τα λοιπά…). Το πρωτότυπο βασίζεται -μάλλον χαλαρά- στο βιβλίο του Φίλιπ Ντικ «Do Androids Dream of Electric Sheep ?». Η ταινία βρίσκεται πολύ μπροστά από την εποχή της, αγγίζοντας ζητήματα όπως η κλωνοποίηση, η τεχνητή νοημοσύνη και η καταστροφή του περιβάλλοντος.
Ο χώρος μια μεγα-πόλη του μέλλοντος το Λος Άντζελες, όπου ο ήλιος πια δε λάμπει και βρέχει αδιάκοπα. Άνθρωποι και κτίρια συμφύρονται εφιαλτικά ενώ παντού κυριαρχούν τεράστιες οθόνες διαφημίσεων με γιαπωνέζικα ιδεογράμματα kanji. Στο έτος 2019 (κοίτα σύμπτωση…..) η εταιρεία Ταϊρέλ έχει κατασκευάσει ανθρώπινα αντίγραφα («ρέπλικες» ή «ανδροειδή»), τα οποία στέλνονται σε μακρινές αποικίες σε άλλους πλανήτες σαν σκλάβοι εργάτες ορυχείων για λογαριασμό των ανθρώπων. Η ομοιότητά τους με τους πραγματικούς ανθρώπους είναι απόλυτη και για να τα ξεχωρίσεις πρέπει να υποβληθούν σε ένα ειδικό τεστ απόκρισης της ίριδας του ματιού. Όπως και οι άνθρωποι έχουν ημερομηνία λήξης, την οποία γνωρίζει μόνο η εταιρεία Ταϊρέλ. Η Αστυνομία του Λος Άντζελες διατηρεί ένα ειδικό τμήμα, τους Μπλέιντ Ράνερς, που ασχολούνται με την «απόσυρση» των ανδροειδών. Όταν γίνεται γνωστό ότι τέσσερα από αυτά τα ανδροειδή έχουν επιστρέψει στη Γη, η ομάδα κινητοποιείται για να τα εξουδετερώσει και τον κύριο ρόλο του κυνηγού αναλαμβάνει ο αστυνόμος Ντέκαρτ.
Το καστ της ταινίας ονειρεμένο. Ο Χάρισον Φορντ (Ντέκαρτ) στον πιο μεστό ρόλο της καριέρας του. Όλοι μας τότε λίγο-πολύ είχαμε ερωτευτεί την εύθραυστη ομορφιά της Ρέιτσελ με τα ψιχαλιστά μάτια, που ερμήνευσε μοναδικά η Σον Γιάνγκ (τι απέγινε άραγε αυτή η πανέμορφη ηθοποιός; ). Η Ρέιτσελ ένα πλάσμα-αιώνιο μυστήριο: άνθρωπος ή ανδροειδές, καλύτερα να μη μάθουμε ποτέ…

Ακόμη η Ντάριλ Χάνα, εντελώς αγνώριστη στο ρόλο της Πρις, ενός επικίνδυνου ανδροειδούς με ακροβατικές ικανότητες, ο Έντουαρντ Τζέιμς Όλμος σε ένα καθαρά νουάρ ρόλο αστυνομικού, φόρο τιμής στο σπουδαίο αυτό είδος. Ένα ακόμη φοβερό στοιχείο της ταινίας είναι η μουσική της. Ο Βαγγέλης Παπαθανασίου με αυτό το σάουντρακ έφθασε κατά τη γνώμη μου στο απόγειο της δημιουργίας του. Σπάνια η δράση και η μουσική δένουν τόσο απόλυτα.

Όλα αυτά ωραία και υπέροχα, όμως ακόμη δεν ασχοληθήκαμε με το πιο βαρύ χαρτί του έργου. Στο ρόλο του Ρόι Μπάτι, αρχηγού των κυνηγημένων ανδροειδών, ο συγκλονιστικός Ρούτγκερ Χάουερ. Δεν θα μπορούσε να γίνει καλύτερη επιλογή για το συγκεκριμένο ρόλο εκτός από το σπουδαίο αυτό Ολλανδό ηθοποιό. Ο Ρούτγκερ Χάουερ έπαιξε σταθερά στην καριέρα του ρόλους κακών και μάλιστα σε ταινίες β’ διαλογής. Εδώ όποιος είχε την έμπνευση να του αναθέσει το ρόλο του Ρόι Μπάτι έκανε πραγματικά διάνα, καθώς με το παρουσιαστικό και την ερμηνεία του θυμίζει τους υπερανθρώπους, που ονειρεύτηκε κάποτε να δημιουργήσει ο γνωστός αποτυχημένος ζωγράφος…

Το πόσο μεγάλος ηθοποιός είναι ο Χάουερ, αποδείχθηκε από αυτό, που έκανε στην ερμηνεία της σκηνής του θανάτου του χαρακτήρα που υποδυόταν. Όταν πήρε στα χέρια του το κείμενο με τα λόγια του σεναρίου για τη σκηνή αυτή, το διάβασε και το βρήκε πολύ φλύαρο. Σχεδόν υπερδιπλάσιο σε μέγεθος από αυτό που διαβάσατε στην αρχή και άκρως μπερδευτικό. Χωρίς να πει τίποτε σε κανέναν, αποφάσισε να πει μια δική του εκδοχή. Την ημέρα του γυρίσματος της σκηνής, μέσα σε καταρρακτώδη βροχή και έχοντας στο χέρι του ένα λευκό περιστέρι, κάνοντας βαρυσήμαντες παύσεις ανάμεσα στις λέξεις, ξεστόμισε αυτό το κειμενάκι δικής του έμπνευσης, που θα έμενε στην κινηματογραφική αιωνιότητα:
I’ve seen things you people wouldn’t believe. Attack ships on fire off the shoulder of Orion. I watched C-beams glitter in the dark near the Tannhäuser Gate. All those moments will be lost in time, like tears in rain. Time to die.
Για μια στιγμή στο κινηματογραφικό συνεργείο έμειναν άναυδοι, όταν κατάλαβαν την αλλαγή στα λόγια του σεναρίου. Αμέσως μετά όλοι ξέσπασαν σε ένα ξέφρενο χειροκρότημα, νιώθοντας ότι μόλις είχαν κινηματογραφήσει κάτι πολύ σπουδαίο. Υπάρχει όμως και καλύτερη λεπτομέρεια: στο πρωτότυπο σενάριο δεν αναφέρονται πουθενά οι «Πύλες του Τανχόιζερ». Ο Ρούτγκερ Χάουερ απέτισε πολύ πετυχημένα φόρο τιμής στο βαγκνερικό ήρωα ιππότη και ποιητή Τανχόιζερ, που είναι έκπτωτος ενώπιον θεών και ανθρώπων, όπως και ο ήρωάς του, ο Ρόι Μπάτι ….
Έχουν γραφτεί πάμπολλες αναλύσεις της σκηνής αυτής. Το ανδροειδές ξέρει ότι θα «λήξει», όμως με όσα έχει ζήσει ήδη βρίσκεται ένα βήμα πριν να γίνει άνθρωπος. Και καθώς δεν έζησε το ένα από τα δύο σπουδαιότερα γεγονότα της ανθρώπινης φύσης, δηλαδή τη γέννηση, τώρα ποθεί να βιώσει το άλλο, δηλαδή το θάνατο. Το περιστέρι, που φεύγει μέσα από τα χέρια του συμβολίζει την ψυχή, που δεν είχε ποτέ και που μόλις την απέκτησε την έχασε. Εκείνο όμως, που συγκλονίζει, είναι η διαπίστωση πως όλα όσα έζησε θα χαθούν μέσα στο χρόνο, όπως τα «δάκρυα στη βροχή» (μια ακόμη προσθήκη της τελευταίας στιγμής του Χάουερ). Είναι τόσο αλήθεια: καθώς μας προσπερνούν τα χρόνια λες και είμαστε σταματημένοι, όλο και περισσότερο μας απασχολεί το θέμα της θνητότητας και του τι θα αφήσουμε πίσω μας. Όλα όσα ζήσαμε, είδαμε, χαρήκαμε, λυπηθήκαμε, αγγίξαμε, απολαύσαμε, ερωτευτήκαμε, όλα αυτά θα χαθούν, όπως τα δάκρυα μέσα στη βροχή, που πέφτει ασταμάτητα και τα παρασύρει όλα, στο αδυσώπητο ποτάμι του χρόνου….
- Αφιερωμένο στον αείμνηστο συνάδελφο και φίλο Γιώργο Χατζηγιάννη, που τόσο αγαπούσε αυτή την ταινία …