Όπως τα δάκρυα στη βροχή…

» ‘Εχω δει πράγματα που εσείς οι άνθρωποι δεν θα πιστεύατε. Σκάφη επίθεσης να φλέγονται έξω από το βραχίονα του Ωρίωνα. Είδα δέσμες φωτός C να λάμπουν στο σκοτάδι κοντά στις Πύλες του Τανχόϊζερ. Όλες αυτές οι στιγμές θα χαθούν μέσα στο χρόνο, όπως τα δάκρυα στη βροχή. Είναι ώρα να πεθάνω.»

Αυτές οι λίγες γραμμές ακούγονται στην πιο συγκλονιστική σκηνή θανάτου στην ιστορία του κινηματογράφου. Φλερτάρω συχνά με τη σκέψη να καταλήξω ότι η ταινία «Μπλέηντ Ράνερ» (1982) σε σκηνοθεσία Ρίντλεϊ Σκοτ είναι η καλύτερη, που έχω δει στη ζωή μου. Και δεν είμαι ο μόνος. Όλοι εμείς που λατρεύουμε αυτή την ταινία αισθανθήκαμε ανακούφιση που η συνέχειά της (Blade Runner 2049) ήταν καλή και συνεπής με το αρχικό έργο, φορτωμένη βέβαια με όλα τα αναπόφευκτα για την εποχή μας τεχνικά εφέ (CGI και τα λοιπά…). Το πρωτότυπο βασίζεται -μάλλον χαλαρά- στο βιβλίο του Φίλιπ Ντικ «Do Androids Dream of  Electric Sheep ?».  Η ταινία βρίσκεται πολύ μπροστά από την εποχή της, αγγίζοντας ζητήματα όπως η κλωνοποίηση, η τεχνητή νοημοσύνη και η καταστροφή του περιβάλλοντος.

blade-runner-1982

Ο χώρος μια μεγα-πόλη του μέλλοντος το Λος Άντζελες, όπου ο ήλιος πια δε λάμπει και βρέχει αδιάκοπα. Άνθρωποι και κτίρια συμφύρονται εφιαλτικά ενώ παντού κυριαρχούν τεράστιες οθόνες διαφημίσεων με γιαπωνέζικα ιδεογράμματα kanji. Στο έτος 2019 (κοίτα σύμπτωση…..) η εταιρεία Ταϊρέλ έχει κατασκευάσει ανθρώπινα αντίγραφα («ρέπλικες» ή «ανδροειδή»), τα οποία στέλνονται σε μακρινές αποικίες σε άλλους πλανήτες σαν σκλάβοι εργάτες ορυχείων για λογαριασμό των ανθρώπων. Η ομοιότητά τους με τους πραγματικούς ανθρώπους είναι απόλυτη και για να τα ξεχωρίσεις πρέπει να υποβληθούν σε ένα ειδικό τεστ απόκρισης της ίριδας του ματιού. Όπως και οι άνθρωποι έχουν ημερομηνία λήξης, την οποία γνωρίζει μόνο η εταιρεία Ταϊρέλ. Η Αστυνομία του Λος Άντζελες διατηρεί ένα ειδικό τμήμα, τους Μπλέιντ Ράνερς, που ασχολούνται με την «απόσυρση» των ανδροειδών. Όταν γίνεται γνωστό ότι τέσσερα από αυτά τα ανδροειδή έχουν επιστρέψει στη Γη, η ομάδα κινητοποιείται για να τα εξουδετερώσει και τον κύριο ρόλο του κυνηγού αναλαμβάνει ο αστυνόμος Ντέκαρτ.

blade1

Το καστ της ταινίας ονειρεμένο. Ο Χάρισον Φορντ (Ντέκαρτ) στον πιο μεστό ρόλο της καριέρας του. Όλοι μας τότε λίγο-πολύ είχαμε ερωτευτεί την εύθραυστη ομορφιά της Ρέιτσελ με τα ψιχαλιστά μάτια, που ερμήνευσε μοναδικά η Σον Γιάνγκ (τι απέγινε άραγε αυτή η πανέμορφη ηθοποιός; ). Η Ρέιτσελ ένα πλάσμα-αιώνιο μυστήριο: άνθρωπος ή ανδροειδές, καλύτερα να μη μάθουμε ποτέ…

blade
H Σον Γιάνγκ στον αξέχαστο ρόλο της Ρέιτσελ.

Ακόμη η Ντάριλ Χάνα, εντελώς αγνώριστη στο ρόλο της Πρις, ενός επικίνδυνου ανδροειδούς με ακροβατικές ικανότητες, ο Έντουαρντ Τζέιμς Όλμος σε ένα καθαρά νουάρ ρόλο αστυνομικού, φόρο τιμής στο σπουδαίο αυτό είδος. Ένα ακόμη φοβερό στοιχείο της ταινίας είναι η μουσική της. Ο Βαγγέλης Παπαθανασίου με αυτό το σάουντρακ έφθασε κατά τη γνώμη μου στο απόγειο της δημιουργίας του. Σπάνια η δράση και η μουσική δένουν τόσο απόλυτα.

30-Anos-de-Blade-Runner
Η Ντάριλ Χάννα, στο ρόλο της Πρις

Όλα αυτά ωραία και υπέροχα, όμως ακόμη δεν ασχοληθήκαμε με το πιο βαρύ χαρτί του έργου. Στο ρόλο του Ρόι Μπάτι, αρχηγού των κυνηγημένων ανδροειδών, ο συγκλονιστικός Ρούτγκερ Χάουερ. Δεν θα μπορούσε να γίνει καλύτερη επιλογή για το συγκεκριμένο ρόλο εκτός από το σπουδαίο αυτό Ολλανδό ηθοποιό. Ο Ρούτγκερ Χάουερ έπαιξε σταθερά στην καριέρα του ρόλους κακών και μάλιστα σε ταινίες β’ διαλογής. Εδώ όποιος είχε την έμπνευση να του αναθέσει το ρόλο του Ρόι Μπάτι έκανε πραγματικά διάνα, καθώς με το παρουσιαστικό και την ερμηνεία του θυμίζει τους υπερανθρώπους, που ονειρεύτηκε κάποτε να δημιουργήσει ο γνωστός αποτυχημένος ζωγράφος…

Roy-Batty
Ρούτγκερ Χάουερ

Το πόσο μεγάλος ηθοποιός είναι ο Χάουερ, αποδείχθηκε από αυτό, που έκανε στην ερμηνεία της σκηνής του θανάτου του χαρακτήρα που υποδυόταν. Όταν πήρε στα χέρια του το κείμενο με τα λόγια του σεναρίου για τη σκηνή αυτή, το διάβασε και το βρήκε πολύ φλύαρο. Σχεδόν υπερδιπλάσιο σε μέγεθος από αυτό που διαβάσατε στην αρχή και άκρως μπερδευτικό. Χωρίς να πει τίποτε σε κανέναν, αποφάσισε να πει μια δική του εκδοχή. Την ημέρα του γυρίσματος της σκηνής, μέσα σε καταρρακτώδη βροχή και έχοντας στο χέρι του ένα λευκό περιστέρι, κάνοντας βαρυσήμαντες παύσεις ανάμεσα στις λέξεις, ξεστόμισε αυτό το κειμενάκι δικής του έμπνευσης, που θα έμενε στην κινηματογραφική αιωνιότητα:

I’ve seen things you people wouldn’t believe. Attack ships on fire off the shoulder of Orion. I watched C-beams glitter in the dark near the Tannhäuser Gate. All those moments will be lost in time, like tears in rain. Time to die.   

800px-autopx-scale-to-width-down

Για μια στιγμή στο κινηματογραφικό συνεργείο έμειναν άναυδοι, όταν κατάλαβαν την αλλαγή στα λόγια του σεναρίου. Αμέσως μετά όλοι ξέσπασαν σε ένα ξέφρενο χειροκρότημα, νιώθοντας ότι μόλις είχαν κινηματογραφήσει κάτι πολύ σπουδαίο. Υπάρχει όμως και καλύτερη λεπτομέρεια:  στο πρωτότυπο σενάριο δεν αναφέρονται πουθενά οι «Πύλες του Τανχόιζερ». Ο Ρούτγκερ Χάουερ απέτισε πολύ πετυχημένα φόρο τιμής στο βαγκνερικό ήρωα ιππότη και ποιητή Τανχόιζερ, που είναι έκπτωτος ενώπιον θεών και ανθρώπων, όπως και ο ήρωάς του, ο Ρόι Μπάτι ….

B-0011_Blade_Runner_The_Final_Cut_quad_movie_poster_l

Έχουν γραφτεί πάμπολλες αναλύσεις της σκηνής αυτής. Το ανδροειδές ξέρει ότι θα «λήξει», όμως με όσα έχει ζήσει ήδη βρίσκεται ένα βήμα πριν να γίνει άνθρωπος. Και καθώς δεν έζησε το ένα από τα δύο  σπουδαιότερα γεγονότα της ανθρώπινης φύσης, δηλαδή τη γέννηση, τώρα ποθεί να βιώσει το άλλο, δηλαδή το θάνατο. Το περιστέρι, που φεύγει μέσα από τα χέρια του συμβολίζει την ψυχή, που δεν είχε ποτέ και που μόλις την απέκτησε την έχασε. Εκείνο όμως, που συγκλονίζει, είναι η διαπίστωση πως όλα όσα έζησε θα χαθούν μέσα στο χρόνο, όπως τα «δάκρυα στη βροχή» (μια ακόμη προσθήκη της τελευταίας στιγμής του Χάουερ). Είναι τόσο αλήθεια: καθώς μας προσπερνούν τα χρόνια λες και είμαστε σταματημένοι, όλο και περισσότερο μας απασχολεί το θέμα της θνητότητας και του τι θα αφήσουμε πίσω μας. Όλα όσα ζήσαμε, είδαμε, χαρήκαμε, λυπηθήκαμε, αγγίξαμε, απολαύσαμε, ερωτευτήκαμε, όλα αυτά θα χαθούν, όπως τα δάκρυα μέσα στη βροχή, που πέφτει ασταμάτητα και τα παρασύρει όλα, στο αδυσώπητο ποτάμι του χρόνου….

  •  Αφιερωμένο στον αείμνηστο συνάδελφο και φίλο Γιώργο Χατζηγιάννη, που τόσο αγαπούσε αυτή την ταινία …

«The Americans»: Ένα πολύ σκοτεινό παραμύθι.

476203340_1280x720

Έπειτα από 6 σεζόν τελείωσε μια από τις πιο συγκλονιστικές τηλεοπτικές σειρές της τελευταίας δεκαετίας. Η σειρά «The Americans» είναι παραγωγή του καναλιού FX και ξεκίνησε το 2013. Δε θα έλεγε κανείς ότι είχε την ανυπολόγιστη απήχηση άλλων σειρών των τελευταίων χρόνων, όπως το «Game of Thrones», το «House of Cards» ή το «Breaking Bad». Απευθυνόμενοι σε ένα κοινό με ενδιαφέρον για την ύστερη περίοδο του Ψυχρού Πολέμου οι «Americans» θέτουν το πλαίσιο της δράσης τους στην ψυχροπολεμική δεκαετία του 1980 και ο χαρακτήρας της σειράς είναι καταρχήν «κατασκοπευτικό δράμα». Έλα όμως που είναι πολύ περισσότερα πράγματα από αυτό… Δημιουργός της σειράς ο Τζο Γουάιζμπεργκ, επί πολλά χρόνια επαγγελματίας κατάσκοπος στην υπηρεσία της CIA. Όπως λέει ο ίδιος, είναι και αυτή μια δουλειά όπως όλες οι άλλες, με κάποιες «ιδιαιτερότητες» φυσικά. Τον ίδιο τον απασχόλησε από τη δική του εμπειρία πως συμβιβάζεται μια δουλειά όπως αυτή με την οικογένεια και την υπόλοιπη προσωπική ζωή του κατασκόπου. Το ζήτημα δεν είναι πρωτόγνωρο στον κινηματογράφο. Εντελώς πρόχειρα θυμάμαι την απολαυστική ταινία του Τζέημς Κάμερον «True Lies» («Αληθινά Ψέματα») με πρωταγωνιστή τον Άρνολντ Σβαρτσενέγκερ. Εκεί το θέμα είχε μια ισχυρή αίσθηση κωμωδίας και ήταν όντως έτσι. Όμως με τους «Americans» δεν υπάρχει ίχνος κωμωδίας. Αντίθετα, πρέπει να είσαι έτοιμος να καταδυθείς σε αβυσσαλέα σκοτεινά βάθη ανθρώπινης συμπεριφοράς και κατάστασης.

Jennings_Family
Η οικογένεια Τζένιγκς

Υπόθεση;  Κάπου στη Βιρτζίνια των ΗΠΑ ζει η οικογένεια του Φίλιπ και της Ελίζαμπεθ Τζένιγκς, που έχουν δύο παιδιά, την Πέιτζ και τον Χένρι. Οι δύο γονείς κάνουν την ίδια δουλειά: διατηρούν δικό τους ταξιδιωτικό γραφείο και απασχολούν καμιά δεκαριά υπαλλήλους. Η ζωή τους είναι έως και ειδυλλιακή: νέοι, εμφανίσιμοι, πετυχημένοι, οικογενειάρχες με μεγάλη μονοκατοικία στα προάστια, με λίγα λόγια η αρχετυπική αμερικανική οικογένεια. Όμως κάτω από αυτό το λούστρο κρύβεται μια εντελώς άλλη πραγματικότητα: Ο Φίλιπ και η Ελίζαμπεθ είναι σοβιετικοί κατάσκοποι (Μίσα και Ναντέζντα τα πραγματικά τους ονόματα), που αφού πρώτα τους πάντρεψαν η ΚGB τους έστειλε σε πολύ νεαρή ηλικία από τη Ρωσία στην Αμερική όπου και εγκαταστάθηκαν με πλαστά στοιχεία. Εκεί απέκτησαν τα δύο παιδιά τους, τα οποία γεννήθηκαν και μεγάλωσαν σαν αμερικανάκια, χωρίς να έχουν την παραμικρή ιδέα για την πραγματική τους καταγωγή και δουλειά των γονέων τους. Οι δύο γονείς ζουν διπλή ζωή. Πίσω από τη βιτρίνα της οικογένειάς τους κρύβονται δύο εξαιρετικά εκπαιδευμένοι σοβιετικοί πράκτορες χωρίς ηθικούς δισταγμούς και φραγμούς. Εξαπάτηση των «στόχων» τους, αμέτρητες μεταμφιέσεις, διαρρήξεις, παρακολουθήσεις , εκβιασμοί αλλά και κατά συρροή δολοφονίες με κάθε τρόπο. Ακόμη, ευρύτατη και αδίστακτη χρήση του σεξ ως μέσου απόσπασης πληροφοριών. Ενώ έτσι έχουν τα πράγματα, ο πιο κολλητός τους φίλος είναι ο γείτονάς τους Σταν Μπίμαν, ο οποίος τυχαίνει να είναι πράκτορας του FBI στο Γραφείο Αντικατασκοπίας, ανυποψίαστος και αυτός για την πραγματική τους ταυτότητα.

Beeman
Ο Νόα Έμεριχ, στο ρόλο του πράκτορα Σταν Μπίμαν

Οι δύο κατάσκοποι δεν είναι μόνοι τους. Ένα ολόκληρο αυτόνομο βοηθητικό δίκτυο της KGB επί αμερικανικού εδάφους επιστρατεύεται κάθε φορά που χρειάζεται. Εξαιρετικοί στους ρόλους των «συντονιστών» της KGB οι παλαίμαχοι ηθοποιοί Μάργκο Μάρτιντέϊλ και Φρανκ Λανγκέλα.

David_Copperfield_Episode_Gabriel_Claudia
Δύο όχι και τόσο αθώα γεροντάκια…

Χωρίς η σύνδεση να είναι εμφανής, πολύ επιτυχημένα η υπόθεση μας περνά και στο χώρο της «Ρεζιντεντούρα», δηλαδή του μυστικού γραφείου της KGB στη σοβιετική πρεσβεία στην Ουάσιγκτον. Χρησιμοποιώντας στους σχετικούς ρόλους ηθοποιούς με μητρική τη ρωσική γλώσσα, παίρνει σπουδαίες ερμηνείες από αυτούς. Ξεχωρίζουν ο Ρωσο-αυστραλός Κόστα Ρόνιν, ο Ρωσο-αμερικανός Λεβ Γκορν και η Αφγανο-αμερικανίδα Ανέτ Μαχέντρου.

lev
Στα άδυτα της Ρεζιντεντούρα της KGB (Ανέτ Μαχέντρου και Λεβ Γκορν)

Από την άλλη στο γραφείο του FBI παίρνουμε μια εικόνα για τις μεθόδους που χρησιμοποιούν προσπαθώντας να στριμώξουν τους σοβιετικούς. Οι δύο κόσμοι έχουν κάποιες επαφές μεταξύ τους προσπαθώντας να ξεγελάσουν ο ένας τον άλλο. Ως θεατές βλέπουμε πλήθος κατασκοπευτικών τεχνασμάτων και γκάτζετς, που χρησιμοποιούνται, προφανώς λόγω της θητείας του δημιουργού της σειράς στις μυστικές υπηρεσίες.

150127_tv_theamericans_301b-crop-promo-mediumlarge
Η Ελίζαμπεθ «επί το έργον»…

Η ιστορία είναι τοποθετημένη λίγο πριν την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης. Οι πρωταγωνιστές δεν το ξέρουν αυτό και αγωνίζονται με πάθος για την υπεράσπιση της πραγματικής τους πατρίδας, ενώ ταυτόχρονα δίνουν την εικόνα των καλών αμερικανών πολιτών προς τα έξω. Τα θέματα που αγγίζουν είναι σημαντικά για την εποχή, που σημαδεύτηκε από την ψυχροπολεμική πολιτική του προέδρου Ρήγκαν: ο «Πόλεμος των Άστρων», ο βιολογικός πόλεμος, η τεχνολογία «στελθ», ο πόλεμος του Αφγανιστάν, ακόμη και  το μυστηριώδες τότε «Άρπανετ», ο πρόδρομος του σημερινού διαδικτύου (το οποίο ξεκίνησε από στρατιωτική χρήση ως γνωστόν).

Rothman-TheAmericans
Ο Φίλιπ και η Ελίζαμπεθ, σε μια από τις πολλές μεταμφιέσεις τους.

Όμως εν τέλει οι «Americans» είναι μια σκοτεινή ανθρώπινη ιστορία. Οι δύο πρωταγωνιστές έχουν συχνά φλας μπακ από την προηγούμενη ζωή τους στη Σοβιετική Ένωση, άλλοτε νοσταλγικά και άλλοτε απωθητικά. Το πιο δύσκολο θέμα είναι ο χειρισμός των ανύποπτων παιδιών τους καθώς αυτά μεγαλώνουν. Το φιλμάρισμα είναι επίτηδες σκοτεινό και ατμοσφαιρικό, επιτείνοντας τη δραματική ατμόσφαιρα. Σε καμία σκηνή δεν υπάρχει το φως του ήλιου την ημέρα, ενώ όλα τα πλάνα από τη Ρωσία είναι ημίφωτα και χιονισμένα. Τα όσα συμβαίνουν έχουν ένταση άλλοτε φανερή και άλλοτε υπόγεια. Η σειρά ευτύχησε να έχει δύο καταπληκτικούς ηθοποιούς στους πρωταγωνιστικούς ρόλους.

Americans-2
Κέρι Ράσελ και Μάθιου Ρις, σε δύο μαεστρικές ερμηνείες.

Η Κέρι Ράσσελ δίνει ρέστα στο ρόλο της Ελίζαμπεθ, περιδιαβαίνοντας με άνεση όλο το ερμηνευτικό φάσμα, αλλάζοντας πρόσωπα και διατηρώντας τη γοητεία της ακόμη και στα πιο φρικτά εγκλήματα που διαπράττει. Ο Μάθιου Ρις, συμπληρώνει ιδανικά την ερμηνεία της. Πιο εύθραυστος, πιο ανθρώπινος από την αδίστακτη Ελίζαμπεθ, ο ρόλος του Φίλιπ του πηγαίνει γάντι και ο ίδιος τον υπηρετεί αριστοτεχνικά. Δεν είναι τυχαίο ότι και οι δύο μονοπώλησαν τα τηλεοπτικά βραβεία ερμηνείας τα τελευταία χρόνια. Αλλά και το υπόλοιπο καστ είναι εξαιρετικό. Ιδιαίτερη μνεία βέβαια για τη σπουδαία απόδοση του Νόα Έμεριχ, στο ρόλο του πράκτορα Σταν Μπίμαν, ενός χαρακτήρα με πολλά διλήμματα και προβλήματα.

Keri_Russell_Americans
H Κέρι Ράσελ, σε ένα βαρυσήμαντο ρόλο, μακριά από όσα πιο εύπεπτα είχε κάνει μέχρι τώρα στην καριέρα της.

Τέλος, η αναπαράσταση της εποχής των ’80ς είναι υποδειγματική και συμπληρώνεται σε πολλά επεισόδια με τραγούδια εκείνης της εποχής (όχι και τόσο προφανή χιτ, πράγμα πολύ καλό βεβαίως). Προς τιμήν των δημιουργών της η σειρά δεν πέφτει στην παγίδα να γίνει μια ακόμη αμερικάνικη σειρά με υπερπατριωτικές κορώνες. Αντίθετα, αντιμετωπίζει τους δύο κόσμους του Ψυχρού Πολέμου ισότιμα, δίνοντας βάρος στα πάθη των ανθρώπων που πιάστηκαν στα γρανάζια του. Αν αναρωτηθήκατε ίσως εάν η ιστορία αυτή βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα, η απάντηση είναι όχι. Παραταύτα, επειδή η ζωή είναι πάντα πιο μπροστά, πριν μερικά χρόνια και ενώ η σειρά ήδη παιζόταν στην τηλεόραση, εξαρθρώθηκε ένα παρόμοιο δίκτυο ρώσων κατασκόπων στις ΗΠΑ, όχι τόσο προχωρημένο βέβαια όσο αυτό της σειράς. Το κλείσιμο των «Americans» είναι αριστουργηματικό και μας αφήνει κάποιες άκρες για το μέλλον. Ίδωμεν…

Η νομιμότητα δεν αντέχεται…

Είδα χθες μια ιταλική κωμωδία με τίτλο «L’ Ora Legale» – Η Ώρα της Νομιμότητας» (ελληνικός τίτλος, ως συνήθως ό,τι νάναι: «Τα παράπονα στο Δήμαρχο»). Είναι παραγωγή του 2017 και ανήκει στο είδος της φαρσοκωμωδίας, που τόσο καλά και πετυχημένα ανθεί στην Ιταλία εδώ και δεκαετίες. Φαρσοκωμωδία όμως με πολλά μηνύματα και αφορμές για προβληματισμό και όχι μόνο για την πραγματικότητα του νότου της Ιταλίας.

l ora legale
Το πρωταγωνιστικό δίδυμο των δημοφιλών στην Ιταλία κωμικών Σαλβατόρε Φικάρα και Βαλεντίνο Πικόνε, που έχουν σκηνοθετήσει την ταινία.

Σε μια κωμόπολη της Σικελίας, οι κάτοικοι είναι απηυδισμένοι με το δήμαρχό τους. Μαφιόζος, κομπιναδόρος, διεφθαρμένος και ρουσφετολόγος μέχρι αηδίας. Η κωμόπολη επί των ημερών του παρατημένη. Σωροί σκουπιδιών παντού, τα αυτοκίνητα παρκαρισμένα το ένα πάνω στο άλλο, οι δρόμοι γεμάτοι λακκούβες, τα ΑμΕΑ υποφέρουν στις μετακινήσεις τους, παντού ορθώνονται αυθαίρετες κατασκευές, η γραφειοκρατία ανυπόφορη, οι δημοτικοί υπάλληλοι και αστυνομικοί όλη μέρα πίνουν καφέ στα μαγαζιά γύρω από το δημαρχικό μέγαρο κάνοντας ότι δουλεύουν. Από την άλλη όμως στοχευμένα ρουσφέτια και χατίρια εξασφαλίζουν στο δήμαρχο συνεχόμενα την επανεκλογή του και όλα κυλούν ειδυλλιακά μέσα σε μια ατμόσφαιρα διάχυτης ανομίας του στυλ «μεταξύ κατεργαραίων». Όμως τις παραμονές των εκλογών ένα οικονομικό σκάνδαλο του διεφθαρμένου δημάρχου, στρέφει τους πολίτες εναντίον του και στηρίζουν τον αντίπαλό του, τον οποίο και εκλέγουν πανηγυρικά, με αίτημα (τι άλλο;) την αλλαγή. Ο νέος δήμαρχος έχει υποσχεθεί ότι θα αποκαταστήσει τη νομιμότητα στην πόλη και πως όλα θα υπόκεινται πλέον σε κανόνες, για να μη θυμίζει ξέφραγο αμπέλι. Πράγματι, ο νέος δήμαρχος, μορφωμένος, ηθικός, έντιμος και με ευρωπαϊκή νοοτροπία, αρχίζει αμέσως τη μεταμόρφωση της πόλης προς το καλύτερο. Βάζει τους υπαλλήλους και δημοτικούς αστυνομικούς να δουλέψουν κανονικά και να εφαρμόσουν τους νόμους.  Έτσι σε σύντομο διάστημα εκλείπει το παράνομο παρκάρισμα, το παράνομο εμπόριο, κατεδαφίζονται τα αυθαίρετα, εφαρμόζεται αυστηρά σύστημα ανακύκλωσης των σκουπιδιών, δημιουργούνται πεζόδρομοι και ποδηλατόδρομοι, φυτεύονται δένδρα και άνθη, αλλά και επιβάλλονται (ανύπαρκτα μέχρι τότε) δημοτικά τέλη και φόροι. Παράλληλα, δε γίνονται όπως πριν χατίρια και ρουσφέτια, με πρώτους δυσαρεστημένους τους συγγενείς του δημάρχου, οι οποίοι θεωρούσαν ότι θα είχαν προνομιακή μεταχείριση. Οι πολίτες εθισμένοι επί δεκαετίες στην εξυπηρέτηση των ατομικών τους συμφερόντων αδιαφορούν για το γεγονός ότι η πόλη τους έχει γίνει πολύ καλύτερη και ομορφότερη σε σχέση με το παρελθόν, εφόσον δε γίνεται η δουλειά τους με τα ρουσφέτια. Με την καθοδήγηση του  ιερέα της πόλης (πολύ εύστοχο το σχόλιο για το ρόλο της καθολικής εκκλησίας), αλλά και των δυσαρεστημένων συγγενών του, το πλήθος αναγκάζει τον έντιμο δήμαρχο να παραιτηθεί σε μια σκηνή, που παραπέμπει πολύ πετυχημένα στη βιβλική εικόνα του «Άρον άρον σταύρωσον αυτόν». Η ταινία κλείνει με την επάνοδο στο αξίωμα του παλιού διεφθαρμένου ρουσφετολόγου δημάρχου και η κάμερα λίγο πριν το τέλος πλανάται πάνω από την κωμόπολη, που είναι πηγμένη στα σκουπίδια, τα οποία πετιούνται παραδοσιακά από το παράθυρο στο δρόμο, στα άναρχα παρκαρισμένα αυτοκίνητα και τις αυθαίρετες κατασκευές.

PataneNatoli
Οι δύο δήμαρχοι της ταινίας

 

Η ταινία τα λέει όλα, πολλά από αυτά ταιριάζουν και στην ελληνική πραγματικότητα. Η τήρηση των νόμων και των κανόνων είναι καλή και θεμιτή όταν αφορά τους άλλους. Η ατομική ευθύνη στην τήρηση της νομιμότητας είναι ένα μεγάλο ζητούμενο. Το ίδιο και η τήρηση της ισονομίας από τους κυβερνώντες. Με την ευκαιρία αυτή διαπίστωσα και κάτι άλλο. Τα τελευταία χρόνια έχω δει πολύ καλές κωμωδίες ιταλικής και γαλλικής παραγωγής, που θίγουν με χιούμορ σύγχρονα θέματα, όπως ο ρατσισμός, η ξενοφοβία, η διαφθορά, η γραφειοκρατία, οι δημόσιες υπηρεσίες κ.α. Αναφέρω ενδεικτικά τρεις από αυτές: την ιταλική «Quo Vado ?» (2016) («Θεέ μου που πάω;») με τον απολαυστικό Κέκο Ζαλόνε  και τις γαλλικές  «Qu’est-ce qu’on a fait au Bon Dieu?» (2014) («Θεέ μου τι σου κάναμε;» και «A Bras Ouverts» (2017) («Βρε Καλώς τους»), με πρωταγωνιστή και οι δύο το σπουδαίο ηθοποιό Κριστιάν Κλαβιέ.

a-bras-ouverts-review

Στη σύγχρονη ελληνική κινηματογραφία και παρά την κρίση των τελευταίων 8 ετών δεν έχουμε ιδιαίτερα δείγματα τέτοιων ταινιών και σίγουρα όχι κωμωδιών !!! Όπως φαίνεται, η κρίση μαζί με όλα τα άλλα έχει εξαφανίσει και κάθε διάθεση για σαρκασμό και διακωμώδηση των κακώς κειμένων. Ίσως πάλι να φταίει το γεγονός ότι ο ελληνικός κινηματογράφος τα τελευταία 40 χρόνια υπήρξε κρατικοδίαιτος, παράρτημα του δημοσίου τομέα, με ό,τι αυτό συνεπάγεται… Αλλά να πάρει η ευχή και στην τέχνη γενικότερα, κάνω λάθος, που δε βλέπω έργα μουσικά, θεατρικά, εικαστικά, εμπνευσμένα από αυτό που ζούμε σήμερα; Που είναι τα έργα, που θα μιλήσουν για την ανεργία, τη φτωχοποίηση, τη μετανάστευση, την κατάθλιψη, το ρατσισμό; Ίσως μόνο στο χώρο των δημιουργών της χιπ-χοπ μουσικής να βρει κανείς δείγματα. Σε άλλες δίσεκτες εποχές για την Ελλάδα, η καλλιτεχνική δημιουργία είχε απογειωθεί με σπουδαία έργα, που είχαν έμπνευση δύσκολες ιστορικές περιόδους. Αυτά λοιπόν με το «L’ Ora Legale», το οποίο προτείνω ανεπιφύλακτα, όπως και τα υπόλοιπα φιλμ που προαναφέρθηκαν. Το καίριο χιούμορ και ο αυτοσαρκασμός είναι ευθεία αντιπαράθεση με τα προβλήματα και τις παθογένειες και αποτελούν δείγμα υψηλού επιπέδου και υγείας μιας κοινωνίας. Στα καθ’ημάς όλα αυτά είναι πλέον ζητούμενα…

Κτηματολόγιο για … σινεφίλ και άλλα περίεργα.

001-chinatown-theredlist

H πρώτη φορά που είδα στη ζωή μου Κτηματολόγιο ήταν στον κινηματογράφο.  Στην ταινία του Ρομάν Πολάνσκι «Τσάιναταουν» (1974), υπάρχει μια σκηνή, όπου ο πρωταγωνιστής ιδιωτικός αστυνομικός, που υποδύεται μοναδικά ο Τζακ Νίκολσον, ερευνά στο Κτηματολογικό Γραφείο της περιοχής Βάλεϊ στο Λος Άντζελες τους τίτλους ιδιοκτησίας κάποιων υπόπτων. Για κάποια αρκετά δευτερόλεπτα η κάμερα ζουμάρει σταθερά πάνω στον τόμο που κρατά και μπορεί κανείς να διακρίνει καθαρά τη δομή του φύλλου: αριθμός ακινήτου, θέση, περιγραφή, έκταση και διαδοχικά οι ιδιοκτήτες. Η συνέχεια της σκηνής είναι ότι σκίζει το φύλλο από το βιβλίο και το βάζει στην τσέπη του.  Όντας τότε στο τρίτο έτος της Νομικής Αθηνών (η χρονιά είναι το 1983) μπορώ να πω ότι εντυπωσιάστηκα με την ύπαρξη ενός τέτοιου θεσμού, που δεν διαθέταμε τότε ως χώρα. Ας σημειωθεί ότι η υπόθεση της ταινίας εκτυλίσσεται στο μακρινό 1937, χωρίς αυτό να κάνει αίσθηση σε όσους γνωρίζουν την εκτός Ελλάδος πραγματικότητα, όπου το Κτηματολόγιο είναι κάτι δεδομένο και αυτονόητο για κάθε αναπτυγμένη ή λιγότερο αναπτυγμένη χώρα του πλανήτη. Για να μην πούμε φυσικά για το γνωστό στους νομικούς κύκλους περίφημο «Οθωμανικό Κτηματολόγιο», το οποίο υπήρχε και λειτουργούσε από την εποχή της Τουρκοκρατίας στις περιοχές που ενσωματώθηκαν στην Ελλάδα μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους. Θεωρώ κεφαλαιώδες λάθος της ελληνικής πολιτείας το γεγονός ότι δεν διατήρησε και δε συνέχισε τη λειτουργία του Κτηματολογίου αυτού, που ήταν ένα έργο έτοιμο. Έναν αιώνα μετά οι περιοχές που αφορούσε το Κτηματολόγιο πασχίζουν ασθμαίνουσες ν’αποκτήσουν κτηματολόγιο, ενώ τα οθωμανικά αρχεία έχουν βεβαίως μεταφερθεί στο Κτηματολόγιο της Κωνσταντινούπολης, όπου παλιότεροι συνάδελφοι είχε χρειαστεί να καταφύγουν για να βρουν στοιχεία για υποθέσεις τους, ιδίως δασικών διαφορών. Εντυπωσιακό επίσης είναι το έργο της κτηματογράφησης των Δωδεκανήσων, που έγινε επί ιταλικής κατοχής. Είχα την ευκαιρία να επισκεφθώ το Κτηματολογικό Γραφείο της Κω πριν από αρκετά χρόνια και δεν πίστευα στα μάτια μου: είναι αποτυπωμένο και καταγεγραμμένο μέχρι και το τελευταίο τετραγωνικό μέτρο του νησιού σε κάτι ασύλληπτης ακρίβειας χάρτες, που φυσικά φτιάχτηκαν σχεδόν πριν εκατό χρόνια με μέσα πολύ πιο πρωτόλεια από εκείνα της σημερινής τοπογραφικής επιστήμης (δορυφόροι, GPS κ.λ.π.).

urban-planning

Αν με ρωτήσει κανείς ποιό από τα μεγάλα έργα υποδομών χρειάζεται περισσότερο η Ελλάδα, θα απαντούσα χωρίς δισταγμό το Εθνικό Κτηματολόγιο. Καλοί και υπέροχοι οι αυτοκινητόδρομοι, το φυσικό αέριο, οι σιδηρόδρομοι και όλα αυτά αλλά το Κτηματολόγιο είναι η βάση για τα πάντα, κυριολεκτικά όμως. Μα τι, θα αναρωτηθεί κάποιος εκτός χώρου, δεν έχουμε Κτηματολόγιο; Η απάντηση είναι ότι έχουμε «λίγο Κτηματολόγιο» και χρειαζόμαστε «πλήρες Εθνικό Κτηματολόγιο». Η κτηματογράφηση στην Ελλάδα άρχισε στα μέσα της δεκαετίας του 1990. Έκτοτε το έργο έχει εκτελεσθεί σε επίπεδο κάλυψης της επικράτειας σε ποσοστό κάτω του 30%. Το ωραίο είναι ότι στο μνημόνιο (σε κάποιο από δαύτα) προβλέπεται πλήρης ολοκλήρωση του Εθνικού Κτηματολογίου μέχρι το 2020, πράγμα που ακούγεται ως νόστιμο ανεκδοτάκι, με τους ρυθμούς που πάει το πράγμα.

YPOTHIKOFYLAKEIA

 

Τι φταίει όμως και δεν έχουμε ακόμη πλήρες Εθνικό Κτηματολόγιο, όπως όλος ο κόσμος ; Ας πούμε αρχικά ότι στην Ελλάδα ποτέ δεν ήταν δημοφιλής η ιδέα να ξέρουμε τι έχει ο καθένας και ιδιαίτερα το περίφημο Ελληνικό Δημόσιο. Από αρχαιοτάτων χρόνων είμαστε εναντίον του «πάνυ ακριβούς» για να χρησιμοποιήσω μια κλασική έκφραση του Θουκυδίδη. Όλα στο περίπου, όλα στο κάπου εδώ, κάπου πιο κεί και τα τοιαύτα. Όπως είναι φυσικό μια τέτοια νοοτροπία αποτελεί το «βιότοπο» για κάθε λογής καταπατητές και οικοπεδοφάγους δημοσίου τε και ιδιωτικού δικαίου. Και επειδή αυτές οι ιδιότητες (που θα έπρεπε με αυτές τις συνθήκες ενδεχομένως να αντιμετωπίζονται ως δραστηριότητες που φορολογούνται και ασφαλίζονται-θα είχε το κράτος τρελά έσοδα…) αποτέλεσαν «αιχμές» της οικονομικής ανάπτυξης σε αυτή τη χώρα, ήταν κρίμα να χαλάσει αυτή η τόσο παραδοσιακή εν τέλει ελληνική συνήθεια. Αλήθεια, πόσα ξενοδοχεία έχουν κτισθεί πάνω στον αιγιαλό, έτσι για να πούμε και ένα παράδειγμα, για να αφήσουμε τα εξοχικά σπίτια μέσα στα πρώην δάση κ.ο.κ. Έλα όμως που κάποτε αυτή η παλιο-Ευρώπη, που ατυχήσαμε να είμαστε μέλη της, μας υποχρέωσε να φτιάξουμε επιτέλους αυτό το περίεργο πράγμα που λέγεται Κτηματολόγιο. Και όχι μόνο μας υποχρέωσε, αλλά άκουσον άκουσον: μας χρηματοδότησε κιόλας για να το στήσουμε. Κακό του κεφαλιού της βέβαια. Και εξηγούμαι: Ενώ το Κτηματολόγιο ξεκίνησε ως έργο με χρηματοδότηση από την Ε.Ε., η τελευταία διαπίστωσε  έπειτα από αρκετά χρόνια «ατασθαλίες» στην εκτέλεση του έργου και προέβη στην απένταξή του από την κοινοτική χρηματοδότηση !!!. Όπως θυμάμαι, όλα αυτά έγιναν προ κρίσης, όταν αρμόδιος ευρωπαίος επίτροπος ήταν ο Μισέλ Μπαρνιέ, που είχε κάνει μάλιστα σκληρές δηλώσεις επί του θέματος. Σκέπτομαι δύο πράγματα: α) ότι θα επρόκειτο για κάτι πολύ «χοντρό» για να γίνει απένταξη του έργου έτσι μπαμ και κάτω και β) είναι πολύ εντυπωσιακό το γεγονός ότι αυτές οι περίφημες «ατασθαλίες» δεν ερευνήθηκαν ποτέ -διορθώστε με αν κάνω λάθος. Με αυτά και αυτά, χωρίς το ευρωπαϊκό χρήμα το Κτηματολόγιο πάει με ρυθμούς πιο αργούς από τη χελώνα, βασιζόμενο μόνο σε ίδιους πόρους από τα τέλη και δικαιώματα που εισπράττει. Πριν από μερικούς μήνες ανακοινώθηκε ότι γίνεται πάλι προσπάθεια να ενταχθεί σε χρηματοδότηση από την Ε.Ε. και ότι οι επαφές βρίσκονται σε καλό δρόμο. Ας ελπίσουμε ότι είναι έτσι.

akinita-620x264

Kομίζει κανείς «γλαύκα εις Αθήνας» αν μιλήσει σχετικά με τα οφέλη του Κτηματολογίου. Ήδη τα βλέπουμε στα Κτηματολογικά Γραφεία που λειτουργούν. Ασφάλεια συναλλαγών, γρήγορη εξυπηρέτηση, μηχανοργάνωση. Όλα αυτά σε βάθος χρόνου βοηθούν οπωσδήποτε και την οικονομία. Τι θα μπορούσε να γίνει περισσότερο- πέραν της πλήρους κτηματογραφήσεως-; Θα ήταν σπουδαίο να υπάρχει πρόσβαση στο Εθνικό Κτηματολόγιο για έρευνα τίτλων μέσω διαδικτύου και μάλιστα, για όλες τις περιοχές της χώρας. Με ατομικούς κωδικούς εισόδου και μια ετήσια συνδρομή για να υπάρχει και ένα έσοδο. Πιθανότατα και έκδοση πιστοποιητικών και αντιγράφων μέσω διαδικτύου με ηλεκτρονική πληρωμή των τελών. Ακόμη, επειδή γίνεται λόγος για το «Περιουσιολόγιο Ακινήτων» του Υπουργείου Οικονομικών, αυτό μπορεί και πρέπει να αντικατασταθεί με το Κτηματολόγιο. Η διασύνδεση Υπουργείου Οικονομικών με το Εθνικό Κτηματολόγιο θα είναι αρκετή για την εικόνα της κατάστασης της ακίνητης περιουσίας κάθε πολίτη και μάλιστα με άμεση ενημέρωση, πράγμα που θα καταστήσει αχρείαστη την υποβολή εντύπου Ε9 κάθε χρόνο. Έτσι όπως είναι σήμερα τα πράγματα κάλλιστα μπορεί να βρει κανείς άλλα στο Κτηματολόγιο και άλλα στο Περιουσιολόγιο.

fb66e361ee46f3ae17c53a6a0c5a2f5b_XL

Ακούγεται τελευταία ότι θα αρχίσει η κτηματογράφηση της ελληνικής υπαίθρου. Όπως καταλαβαίνετε, θα γίνει της … «έκτακτης χρησικτησίας»…  Τέλος πάντων όμως, η ημέρα που θα αρχίσει η λειτουργία και του τελευταίου Κτηματολογικού Γραφείου που προβλέπεται για την πλήρη κάλυψη της χώρας πρέπει να έρθει σύντομα. Κλείνοντας, τώρα που το σκέφτομαι, πρέπει να ξαναδώ το «Τσάιναταουν» γιατί δεν πρόσεξα εάν στο κτηματολογικό φύλλο που έβαλε στην τσέπη ο Τζακ Νίκολσον υπήρχαν βάρη ακινήτου. Πω, πω λάθος ασυγχώρητο για δικηγόρο !!!

chinatown-blu-ray-jaquette-4f5dcbfdaaed4

Η αξία του σεβασμού των θεσμών

pegasus_LARGE_t_1581_106680991_type12905

Παρακολούθησα προχθές την ταινία «Η Γέφυρα των Κατασκόπων» του Στήβεν Σπίλμπεργκ. με τον Τομ Χανκς στο ρόλο του αμερικανού δικηγόρου Τζέημς  Ντόνοβαν, που αναλαμβάνει την υπεράσπιση του Σοβιετικού κατασκόπου Ρούντολφ  Άμπελ και την ανταλλαγή του στη συνέχεια με τον αιχμάλωτο αμερικανό πιλότο Γκάρι Πάουερς.  Η ιστορία είναι πραγματική και εκτυλίσσεται στο απόγειο του Ψυχρού Πολέμου το 1961, ταυτόχρονα με την ανέγερση του Τείχους του Βερολίνου. Κινηματογραφικά, ο Σπίλμπεργκ δίνει μια ταινία ανθρώπινων χαρακτήρων και λιγότερο ένα πολιτικό-ιστορικό σχόλιο και νομίζω ότι πράττει σωστά. Εντυπωσιακός ο Μαρκ Ράιλανς στο ρόλο του Άμπελ, δίκαια απέσπασε το Όσκαρ Β’ανδρικού ρόλου. Δεν ξέρω αν ο πραγματικός Άμπελ ήταν τέτοιος τύπος, αλλά ο κινηματογραφικός «έγραψε» στο θέμα της κουλ συμπεριφοράς, όταν με επικείμενη και πολύ πιθανή τη θανατική του καταδίκη του λένε: «Δε φαίνεται να ανησυχείς καθόλου» και αυτός  απαντά: «Θα ωφελούσε σε τίποτε;».

Πέρα από αυτά, απομόνωσα και θέτω προς σκέψη τη στάση του δικηγόρου Ντόνοβαν,  που επιμένει  να είναι πιστός στην τήρηση των θεσμών και της νομιμότητας. Μέσα στην υστερία του Ψυχρού Πολέμου στην Αμερική του 1961, η τήρηση του θεσμού της δίκαιης δίκης με κατηγορούμενο ένα Σοβιετικό κατάσκοπο πολύ εύκολα γίνεται κλωτσοσκούφι, καθώς όλοι ξέρουν ποιό θα είναι το αποτέλεσμα. Ο δικαστής της έδρας  το δείχνει απερίφραστα, όμως ο  Ντόνοβαν επιμένει να  τηρηθεί η νομιμότητα και η θεσμική διαδικασία παρόλο που ξέρει ότι παίζει με «σημαδεμένη τράπουλα».  Η στάση του αυτή έχει ιδιαίτερη αξία κυρίως για εμάς σήμερα. Για τις ΗΠΑ η  εποχή του  Ψυχρού Πολέμου τελείωσε και το σύστημα ισορρόπησε μέσα από πολλούς ακόμη αγώνες όπως για τα δικαιώματα των μαύρων και φυσικά μετά και την κατάρρευση του κομμουνισμού.  Οι ΗΠΑ είναι σήμερα μια χώρα που οι θεσμοί είναι σεβαστοί και τηρούνται απαρέγκλιτα πέρα από τις πολλές αντιρρήσεις που μπορεί να έχει κανείς για το αμερικανικό πολιτικό σύστημα καθεαυτό. Ιδίως οι θεσμοί ελέγχου και λογοδοσίας. Οι επιτροπές του Κογκρέσου είναι πραγματικά φοβερές και τρομερές στον έλεγχο των αποφάσεων που επιχειρεί να εφαρμόσει η Κυβέρνηση και εννοείται ότι το μεγαλύτερο έγκλημα εκεί είναι η αδικαιολόγητη σπατάλη των χρημάτων των φορολογουμένων, ή μάλλον το δεύτερο μεγαλύτερο μετά την ίδια τη φοροδιαφυγή.

Ο σεβασμός και η τήρηση των θεσμών μιας δημοκρατικής  πολιτείας είναι από μόνος του το ισχυρότερο «φάρμακο» -προληπτικά και κατασταλτικά- για όλα τα αρνητικά φαινόμενα. Στην Ελλάδα η σχέση μας με τους θεσμούς είναι φοβάμαι «a la carte». Τους σεβόμαστε όσο είναι να μας γίνει η όποια δουλειά μας και τους ποδοπατούμε φανερά ή συγκεκαλυμμένα όποτε δε μας συμφέρει. Τα χρόνια της κρίσης μάλιστα οι κυβερνήσεις  χρησιμοποίησαν τους θεσμούς  για τις μνημονιακές τους ανάγκες μια χαρά. Η νομοθέτηση της υποθήκευσης του μέλλοντος 2-3 γενεών με ένα άρθρο χωρίς συζήτηση επί μέρους είναι μια παθογένεια-σαπίλα αχαρακτήριστη. Όταν στη Νομική Σχολή μαθαίναμε για τις Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου, όλοι μας νομίζω σκεπτόμαστε πως δε μπορεί κάτι τέτοιο μόνο σε τίποτε περιπτώσεις πολέμου ή –ό μη γένοιτο- δικτατορίας θα μπορούσαμε να το δούμε να  ψηφίζεται. Που να ξέραμε ότι θα ζούσαμε να δούμε να βρέχει τριγύρω μας ΠΝΠ ελέω ΓΑΠ, Σαμαρά, Βενιζέλου και του πλέον επικίνδυνου (λόγω αμάθειας  και αλαζονείας) όλων του Τσίπρα; Το θέαμα της Βουλής που ψηφίζει μέσα στο Σαββατοκύριακο ένα ακόμη καταστροφικό ασφαλιστικό νομοσχέδιο κακήν κακώς  είναι εξόχως αποκαρδιωτικό για την ποιότητα των θεσμών μας.  Παρομοίως,  το φαινόμενο του Προέδρου της Δημοκρατίας  (καθηγητή μας στη Νομική),  που εντελώς άκαιρα και άστοχα εξαπολύει διάφορα φληναφήματα περί του νομίσματος. Αναλογίζομαι -και διορθώστε με- ότι με το γνωστό ως Προεδρικό Διάταγμα Παυλόπουλου λίγο πριν την κρίση μονιμοποιήθηκαν στρατιές συμβασιούχων (κομματικών εγκάθετων στην πλειοψηφία τους). Η κίνηση αυτή αποτέλεσε ουσιαστικά τη σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι των ελλειμάτων της οικονομίας και οδήγησε στο πρώτο μνημόνιο. Συνεπώς και δυστυχώς, αποδεικνύεται για μια ακόμη φορά ότι δεν είναι το αξίωμα αυτό που προσδίδει κύρος αλλά ο φέρων το αξίωμα που προσδίδει κύρος σε αυτό αν φυσικά είναι επαρκής (τουλάχιστον) καθώς-κακά τα ψέματα- «αρχή άνδρα δείκνυσι».