Οι δικηγόροι στον κινηματογράφο και την τηλεόραση έχουν διαχρονικά το δικό τους μερτικό στη μυθοπλασία. Στην ελληνική φιλμογραφία το θέμα δεν είναι ιδιαίτερα δημοφιλές, περιοριζόμενο σε καρικατούρες χαρακτήρων στις κωμωδίες τύπου Νίκου Σταυρίδη («Είμαστε μάνες κύριε Πρόεδρε»-για όσους θυμούνται τη θρυλική ατάκα) και σε πολύ βαρύ δράμα σε άλλες περιπτώσεις (Νίκος Κούρκουλος, Βύρων Πάλλης αλλά και Θάνος Λειβαδίτης στην τηλεόραση). Δε θα έλεγα ότι έχουμε κάποιο αξιομνημόνευτο εγχώριο χαρακτήρα δικηγόρου να κρατήσουμε. Στο παγκόσμιο σινεμά είναι αμέτρητοι οι ρόλοι δικηγόρων, που ερμήνευσαν μεγάλοι ηθοποιοί, όπως ενδεικτικά ο Πωλ Νιούμαν («Ετυμηγορία»), ο Αλ Πατσίνο («Δικαιοσύνη για όλους», «Ο Δικηγόρος του Διαβόλου») και βεβαίως σειρές όπως οι «Δικηγόροι του Λος Άντζελες» και ο «Mάτλοκ» . Το πλαίσιο της μυθοπλασίας γύρω από τα δικαστήρια και τους δικηγόρους έχει να κάνει κυρίως με το αγγλοσαξωνικό σύστημα των ενόρκων, που όπως και να το κάνουμε είναι πιο «αβανταδόρικο» σε σχέση με το δικό μας της ηπειρωτικής Ευρώπης. Αρκετές φορές οι κεντρικοί ρόλοι παρουσιάζουν δικηγόρους-αντιήρωες, όχι αστραφτερούς και εντυπωσιακούς αλλά ξεπεσμένους, αλκοολικούς, φτωχοδιαβόλους, που προσπαθούν να επιβιώσουν με κομπίνες. Λες και κάποιος το είχε στο νου του και περίμενε το πλήρωμα του χρόνου προκειμένου να γίνει μια γερή σύνοψη όλων των δικηγόρων-αντιηρώων και έτσι εμφανίστηκε στο προσκήνιο το 2015, ο χαρακτήρας, που αποτυπώνει το αρχέτυπο του παρακμιακού δικηγόρου, ο «εντιμότατος» Τζίμι Μαγκίλ.
Η σειρά είναι βεβαίως το «Better Call Saul», παραγωγή του Netflix και δημιουργία των δαιμόνιων Βινς Γκίλιγκαν και Πήτερ Γκουλντ, υπεύθυνων για τη μνημειώδη επιτυχία του «Breaking Bad», που δε χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις. Οι τύποι αυτοί είχαν μάλιστα τη φοβερή ιδέα αυτές οι δύο σειρές να είναι «συγκοινωνούντα δοχεία», τόσο στην υπόθεση όσο και στους ηθοποιούς και τους ρόλους τους. Από τους τίτλους έναρξης της σειράς καταλαβαίνεις, ότι εδώ κάτι δεν πάει καλά ή στην καλύτερη περίπτωση ότι έχουμε να κάνουμε με κάτι «ιδιαίτερο»: εικόνα κουνημένη με σκόρπια χρώματα, μια μουσική από ξεκούρδιστες κιθάρες και στο πλάνο διάφορα πλαστικά φτηνοπράγματα, αποτσίγαρα, τασάκια, σκουπίδια και άλλα τέτοια πολλά υποσχόμενα…
Η σειρά εξελίσσεται στο Νέο Μεξικό, μια πολιτεία των ΗΠΑ, με έντονο το στοιχείο των Μεξικανών και με πολύ σουρτα-φέρτα ναρκωτικών στα σύνορα, για να ικανοποιηθεί η τεράστια ζήτηση για «άσπρες σκόνες» κάθε είδους στην αμερικανική αγορά. Στην πραγματικότητα η ιστορία δεν είναι μια αλλά τρεις ξεχωριστές, που εξελίσσονται παράλληλα στην ίδια πόλη, το Αλμπουκέρκι. Οι ιστορίες αυτές κάποιες φορές αγγίζουν η μια την άλλη και αμέσως πάλι απομακρύνονται, εύρημα ιδιαίτερα έξυπνο και αποδοτικό για την ένταση, που προκύπτει από αυτό.

Η πρώτη ιστορία είναι εκείνη του Μάικλ Έρμαντραουτ. Πρώην αστυνομικός, σε μεγάλη ηλικία πλέον έχει βάλει μοναδικό σκοπό της ζωής του να βοηθά και να προστατεύει την ορφανή εγγονή του και τη χήρα του γιου του, επίσης αστυνομικού, που δολοφονήθηκε από διεφθαρμένους συναδέλφους του. Έτσι εργάζεται στο ταμείο ενός γκαράζ για τα προς το ζην. Τρομερή φιγούρα, φαλακρός, με βαριά φωνή, είναι ο τύπος, που τα έχει δει όλα στη ζωή του και κουβαλάει εμφανώς ένα αβάσταχτο φορτίο πόνου αλλά επίσης γνώσης και σοφίας. Η ερμηνεία του βετεράνου ηθοποιού Τζόναθαν Μπανκς νομίζω ότι θα μείνει στην ιστορία και θα διδάσκεται στις δραματικές σχολές ως παράδειγμα βαρύτητας και λιτότητας.

Στην ίδια πόλη εκτυλίσσεται η ιστορία του Νάτσο Βάργκα. Γιος ενός φιλήσυχου βιοτέχνη, που φτιάχνει ταπετσαρίες, δεν αργεί να παρατήσει την πατρική επιχείρηση και να μπλέξει με τις συμμορίες διακίνησης ναρκωτικών. Γίνεται το πρωτοπαλλίκαρο του γέρο Έκτορ Σαλαμάνκα, που ελέγχει το εμπόριο ναρκωτικών της περιοχής, ενώ ταυτόχρονα στο χώρο έχει ήδη εμφανιστεί και ένα ακόμη αντίπαλο, αδίστακτο και ευρηματικό στις μεθόδους του καρτέλ. Αυτό διευθύνεται από το Γκουστάβο Φρινγκ, που έχει χρησιμοποιεί για βιτρίνα της παράνομης δραστηριότητάς του ένα φαστ φουντ. Οι ηθοποιοί αυτής της ενότητας είναι επίσης εξαιρετικοί. Στο ρόλο του νεαρού Νάτσο, ο καναδός ηθοποιός Μάικλ Μάντο, που καταφέρνει μαεστρικά να αποδώσει την ένταση, τα διλήμματα και τις αμφισημίες του ρόλου του. Ρέστα δίνει ακόμη με την αρχοντική και υποβλητική του ερμηνεία ο θαυμάσιος Τζιανκάρλο Εσπόζιτο, στο ρόλο του ευγενέστατου αλλά σατανικού Φρινγκ.

Η κύρια υπόθεση όμως είναι εκείνη του δικηγόρου Τζίμι Μαγκίλ. Τον κύριο ρόλο της σειράς υποδύεται ο απίστευτος Μπομπ Όντενκερκ, ένας ηθοποιός, που είχε μέχρι τώρα περιοριστεί σε δεύτερους ρόλους, αλλά εδώ έχει βρει το ρόλο της καριέρας του. Δεν υπάρχουν λόγια για την ερμηνεία του. Ο Τζίμι Μαγκίλ πήρε το πτυχίο της Νομικής … δι’ αλληλογραφίας από το Πανεπιστήμιο της … Αμερικανικής Σαμόα. Το γραφείο του στεγάζεται στην αποθήκη ενός βιετναμέζικου ινστιτούτου μασάζ, όπου μετά βίας χωράει ένας επισκέπτης. Συχνά κοιμάται εκεί. Οδηγεί ένα σαράβαλο αυτοκίνητο. Ψαρεύει άπορους πελάτες στους διαδρόμους του Δικαστηρίου και αμείβεται από τη Νομική Βοήθεια. Σκηνοθετεί περιστατικά τραυματισμών, για να βγάλει αποζημιώσεις. Χώνεται παντού χωρίς να διστάζει, όπου μυρίζεται υπόθεση για δικαστήριο. Χρωστάει στους πάντες και οι δανειστές του τον έχουν στο κατόπι. Σκαρφίζεται για άγρα πελατείας διαφημιστικά τεχνάσματα του τύπου «στα 3 κακουργήματα το 1 έκπτωση 50% στην αμοιβή» και πολλά άλλα απολαυστικά παρόμοια.
Μα, θα αναρωτηθεί κανείς, τελικά αυτός ο τύπος έχει κάτι καλό; Αυτό που διαθέτει είναι φυσικό ταλέντο δικηγόρου. Λίγη γνώση, λίγος τσαρλατανισμός, πολύ θράσος, πολύ χιούμορ, συμπληρώνουν το μείγμα. Ακόμη δεν αντέχει με τίποτε την οργανωμένη δουλειά, το ωράριο, τις φόρμες, τη γραφειοκρατία και όποτε μπορεί τα παρακάμπτει. Στο πλευρό του όλως περιέργως βρίσκεται σταθερά και μόνιμα ως σύντροφος της ζωής του μια γυναίκα ακριβώς αντίθετη από αυτόν.

Η Κιμ Γουέξλερ (την ερμηνεύει υπέροχα η εκπληκτική Ρία Ζέεχορν) είναι όμορφη, έξυπνη, εξαιρετική δικηγόρος με σπουδαία φήμη, σοβαρή, οργανωμένη και συνεπής. Όμως βλέπουμε συχνά ότι η παρέα με το Τζίμι την εξιτάρει να κάνει πότε πότε καμιά μικροαπάτη, κανένα ψέμα και άλλα τέτοια. Σχόλιο πάνω στη σκοτεινή πλευρά, που έχουμε όλοι μας κρυμμένη. Η Κιμ εργάζεται ως δικηγόρος στη φημισμένη εταιρεία «Χάμλιν,Χάμλιν, Μαγκίλ», που ίδρυσε ο αδελφός του Τζίμι , ο Τσάκ Μαγκίλ, ένας πραγματικός θρύλος της δικηγορίας, που όμως τώρα αντιμετωπίζει ένα σημαντικό ψυχολογικό πρόβλημα και έχει αποσυρθεί. Η σχέση των δύο αδελφών είναι ταραγμένη και πολυκύμαντη. Αυτά με την ιστορία, για να μη μπούμε στα χωράφια του «spoiler alert», για όσους προτίθενται να δουν τη σειρά, πράγμα που συνιστώ ένθερμα, ιδιαίτερα για τους συναδέλφους μου δικηγόρους.
Εάν είσαι δικηγόρος, που εργάζεσαι έχοντας δικό σου γραφείο (solo practitioner ο όρος στα αγγλικά), δε μπορεί παρά να αναγνωρίσεις στην καθημερινότητα του Τζίμι Μαγκίλ αρκετές φορές τον εαυτό σου: ανελέητο τρέξιμο και άγχος και, ειδικά όταν είσαι στην αρχή, ανοχή απέναντι στην παλαβομάρα και την ιδιοτροπία κάθε πελάτη, μέχρι να βρεις την πορεία σου και να μπορείς εσύ να κρίνεις εάν θέλεις κάποιον ή όχι για εντολέα. Ακόμη, «στραβές αποφάσεις» των δικαστών, γκρίνια, νεύρα και όλα αυτά τα ωραία, απεικονίζονται ρεαλιστικά στη ζωή του πρωταγωνιστή. Από την άλλη μεριά η αίσθηση ελευθερίας, που έχεις -και σου την παρέχει η ίδια η δικηγορία ως ελεύθερο επάγγελμα- ότι κάτι θα το κάνω με τον τρόπο που νομίζω εγώ. Θα δοκιμάσω τις δικές μου ιδέες, χωρίς να έχω προϊστάμενο πάνω από το κεφάλι μου. Αρκεί βέβαια να τηρείς τη δεοντολογία, πράγμα για το οποίο ο Τζίμι δεν καίγεται κιόλας…
Ο Τζίμι Μαγκίλ είναι ένας τύπος δικηγόρου, που δεν έχουμε ξαναδεί στην οθόνη. Τον έχουμε ξαναδεί όμως στην πραγματικότητα, καθώς αναγνωρίζουμε πολλές φορές σε αυτόν σκηνές από τη δική μας επαγγελματική καθημερινότητα ως μεμονωμένοι δικηγόροι. Μακριά από το λούστρο και τη λάμψη των μεγάλων δικηγορικών εταιρειών, υπάρχει ο κόσμος του Τζίμι Μαγκίλ και όλων εμάς, που κινούμαστε στο φάσμα του αγωνιστικού βιοπορισμού από τη δικηγορία. Η ιστορία βρίσκεται αισίως στην πέμπτη σεζόν της και εδώ είμαστε μάρτυρες μιας μεταμόρφωσης του ήρωα, που αλλάζει το όνομά του σε Σολ Γκούντμαν και βάζει πλώρη για νέες πιο σκοτεινές περιπέτειες. Μαζί του κινούνται σε καινούργια αριστοτεχνικά μονοπάτια και οι άλλες δύο ιστορίες της σειράς. Ένα όμως είναι βέβαιο και το ξέρουμε ήδη από το πρώτο επεισόδιο της πρώτης σεζόν: το «Better Call Saul» είναι μια ιστορία πτώσης, αυτοκαταστροφής και κατάβασης σε βαθιά και αχαρτογράφητα ύδατα της ανθρώπινης κατάστασης.